
Στην σημερινή εποχή, οι βιομηχανίες και το εμπόριο βρίσκονται σε εξελικτική φάση. Καθημερινά οι πολίτες νιώθουν την ανάγκη να αγοράσουν κάτι, νιώθουν την ανάγκη για μια αλλαγή ή ανανέωση γεγονός που βοηθά στην συνεχή παραγωγή και την συνεχή εξάντληση των προϊόντων. Αυτή η επιθυμία πιθανώς προέρχεται υποσυνείδητα μέσα από τις διαφημίσεις που παρασύρουν τον άνθρωπο και αυξάνουν την επιθυμία αγοράς. Ο επηρεασμός των πολιτών είναι εμφανής, οι πολίτες χωρίς να το γνωρίζουν υιοθετούν μια αντίληψη, η οποία είναι ότι το άτομο κρίνεται με το πόσα (ρούχα, αντικείμενα, αυτοκίνητα ) διαθέτει και όχι με το ποιόν του. Ως γνωστόν, το κύριο μέσο που αυξάνει τον καταναλωτισμό είναι οι διαφημίσεις. Οι διαφημίσεις πλέον, έχουν αλλάξει τακτική απέναντι στο κοινό που απευθύνονται, δηλαδή δεν εστιάζουν στο ίδιο το προϊόν αλλά στον τρόπο που θα παρουσιαστεί το προϊόν. Επομένως προσπαθούν υπογείως να περάσουν ένα μήνυμα που θα φέρει τον ακροατή σε θέση να αγοράσει το προϊόν όχι επειδή το έχει ανάγκη ή επειδή του αρέσει αλλά επειδή το έλκυε ο τρόπος διαφήμισης. Επιπρόσθετα, παιδιά σε μικρή ηλικία, τα οποία δεν είναι σε θέση να κρίνουν, καθώς η κριτική τους σκέψη είναι μερικώς αναπτυγμένη, εκτίθενται σε διαφημίσεις και επηρεάζονται υπερβολικά ως προς τις καταναλωτικές συνήθειές τους. Ένα γνωστό μέσο προώθησης διαφημίσεων είναι η τηλεόραση ή ο κινηματογράφος, που προβάλλουν μια ψευδαίσθηση: ένα κόσμο που ζει στον πλούτο και στην ακατάπαυστη κατανάλωση. Έτσι προβάλλεται μέσω τον ΜΜΕ ο δήθεν υπάρχων αστείρευτος πλούτος που «πρέπει» να δαπανηθεί σε αγορές.
Αυτό το φαινόμενο οδηγεί σε συνέπειες που αφορούν τις ζωές όλων των κοινωνικών ομάδων. Αρχικά, τα άτομα φτάνουν σε σημείο που δεν ενδιαφέρονται για την ηθική και πνευματική τους καλλιέργειας. Ο πολίτης ωθείται στην διαδικασία απόκτησης υλικού πλούτου και όχι στην αυτο-βελτίωση του. Πλέον η ηθική και η πνευματική καλλιέργεια δεν αποτελούν βασικά κριτήρια αξιολόγησης ενός ανθρώπου. Παράλληλα, δημιουργούνται ανισότητες ανάμεσα στα φύλα και σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Γίνονται διακρίσεις σε όσους έχουν πλούτο και δύνανται να καταναλώνουν και σε όσους δεν έχουν και αδυνατούν. Επιπρόσθετα, μερικοί άνθρωποι υποβαθμίζουν τις ζωές άλλων ανθρώπων. Πιο συγκεκριμένα, η τάση για απόκτηση περισσότερων χρημάτων και αγαθών φτάνει τον άνθρωπο σε σημείο να σκέφτεται αποκλειστικά το εγωιστικό συμφέρον του. Αυτή η εγωιστική συνήθεια οδηγεί το άτομο στην αποστασιοποίηση του από τα κοινά ή την ενημέρωση των εξελίξεων. Συμπερασματικά, το προβλήματα του καταναλωτισμού είναι υπαρκτό και ο καθένας από εμάς έχει στο μυαλό του έστω ένα άτομο που αγοράζει συνεχώς κάτι όχι επειδή το έχει ανάγκη ή του λείπει αλλά γιατί έχει γίνει συνήθεια αυτή η αντίληψη που έχει περάσει στο υποσυνείδητο του. Λύσεις υπάρχουν. Η καλύτερη από αυτές είναι η τήρηση του μέτρου. Μόνο έτσι μπορούμε να αντισταθούμε στις Σειρήνες της καταναλωτικής ευδαιμονίας!