Βλάχου Αλεξάνδρα, Β1
Κατά την εφηβεία τα παιδιά βιώνουν ανάμεικτα συναισθήματα. Τότε οι γονείς αναγκαζόμενοι να εκπληρώσουν τον ρόλο του υποστηρικτικού γονέα δεν καταφέρνουν να είναι πάντα εκεί για τα παιδιά τους, ή τουλάχιστον έτσι αισθάνονται τα ίδια. Βρίσκονται σε σύγχυση και απογοητεύονται συνεχώς και από τους πάντες.
Πιστεύουν πως κανείς δε νοιάζεται αρκετά και τους ξεχωρίζουν.
Όταν υπάρχει μια δυσκολία στη ζωή τους φαντάζει τεράστια και θεωρούν ανίκανοι να την αντιμετωπίσουν.
Νιώθουν αδικημένοι και αδύναμοι. Κάνουν λάθος επιλογές οι οποίες όταν αποδειχτεί πως ήταν λάθος νευριάζουν και τα βάζουν με τους εαυτούς τους για την ανωριμότητα που έδειξαν. Όλο αυτό βγαίνει σε επιθετικότητα από μέσα τους. Όχι επειδή το θέλουν, αλλά επειδή είναι πάνω από αυτούς.
Επειδή προσπαθούν να αποφύγουν τις εντάσεις καταλήγουν στην εσωστρέφεια. Αυτό γιατί δεν μπορούν να δεχτούν ότι χρειάζονται βοήθεια από κάποιον και προσπαθούν να βρουν τη δική τους πηγή δύναμης.
Είναι δύσκολο να το παραδεχτούν αλλά οι γονείς δεν ήταν οι αλάνθαστοι άνθρωποι που όλοι έχουν στο μυαλό τους. Οι γονείς είναι το πρότυπό τους αλλά μέσα σε αυτή τη σύγχυση που επικρατεί μέσα τους, απογοητεύονται. Γιατί; Γιατί αισθάνονται πως και αυτοί απογοήτευσαν τους γονείς τους. Όταν τους φωνάζουν, κάθονται και ψάχνουν βαθιά μέσα τους τι έφταιξε και έκαναν λάθος.
Νιώθουν αποκομμένοι από την υπόλοιπη οικογένεια και ότι είναι ΄΄άχρηστοι΄΄. Όλη αυτή η κατάσταση χειροτερεύει με το σχολείο και τη συναναστροφή με άτομα ίδιου ή αντίθετου φύλλου. Προβληματίζονται καθώς διαπιστώνουν πως δε λαμβάνουν την απαραίτητη προσοχή και πιστεύουν πως όλοι είναι άδικοι απέναντι τους.
Θέλουν τα πάντα να τους ανήκουν και να βρίσκονται στο επίκεντρο. Ψάχνουν κάποιον να ενδιαφερθεί για εκείνους και να τους κάνει να τον εμπιστεύονται πλήρως. Να κάνει κάτι για όλο αυτό το οποίο οι έφηβοι είναι ανίκανοι να αντιμετωπίσουν μόνοι τους. Γνωστό και ως εφηβεία.