Ο Αλή πασάς και το ατρόμητο Σουλιωτόπουλο

από το Θάνο

Όταν ο Αλή πασάς έγινε πασάς στα Γιάννενα, όλοι τον φοβόταν, εκτός από τους Σουλιώτες. Μια μέρα, ο Βεληγκέκας με περηφάνεια του είπε ότι οι άντρες του έπιασαν ένα Σουλιωτόπουλο που έφυγε μακριά από το χωριό του. Ο Αλής χάρηκε και ένιωθε περιέργεια για το πώς βρέθηκε μόνο του το παιδί. Με διαταγή του πασά, έφεραν μπροστά του ένα δωδεκάχρονο Σουλιωτόπουλο. Αυτό ένιωθε θυμό και αγανάκτηση γιατί το έπιασαν.

Μόλις το Σουλιωτόπουλο είδε τον πασά, τον ρώτησε πού ήταν τα κέρατα του. Εκείνος ξαφνιάστηκε και θύμωσε, γιατί το παιδί τον αποκάλεσε «διάβολο». Ρώτησε ποιος του το είπε αυτό και το παιδί απάντησε ότι ο παππούς του είπε ότι ο διάβολος έβαλε τον αδερφό του πασά στα Γιάννενα. Ο πασάς το ρώτησε αν πιστεύει αυτά που του είπε ο παππούς του. Το Σουλιωτόπουλο κούνησε το κεφάλι του και αποκρίθηκε ότι μπορεί ο πασάς να έκοψε τα κέρατά του, για να ξεγελάσει τους ανθρώπους. Ο πασάς το ρώτησε αμα φοβάται  που ο διάβολος είναι μπροστά του και το παιδί του είπε ότι ο διάβολος φοβάται το κερί, το λιβάνι και τους Σουλιώτες. Ο πασάς το ρώτησε ποιος του το είπε αυτό και το Σουλιωτόπουλο απάντησε ότι του το είπε η γιαγιά του. Τότε ο πασάς έδωσε εντολή στον Βεληγκέκα να αφήσει το παιδί να γυρίσει απείραχτο στο χωριό του.

Ο Άκης έμεινε σκεφτικός για ώρα και έπειτα φώναξε το γιο του τον Βελή. Του είπε ότι το Σούλι είναι μεγάλος μπελάς. Όταν ο πασάς σκεφτόταν το Σούλι, φαρμάκωνε η καρδιά του και ήθελε να το κατακτήσει.