Ο Λουκάς, ο Νίκος και το Λουκάνικο

0157226-264x264-800x800-96x96-560x560

Βιβλιοπαρουσίαση από το Θάνο

Βιβλίο: Ο Λουκάς ο Νίκος και το Λουκάνικο

Συγγραφέας: Παιονίδου Έλλη

Εκδόσεις:  Πατάκη

Κάποτε, δύο ξαδέρφια, ο Λουκάς και ο Νίκος, είχαν ένα εργοστάσιο παραγωγής λουκάνικων. Έφτιαχναν λουκάνικα σε όλα τα σχήματα, από το πρωί ως το βράδυ. Μια μέρα, ο Λουκάς είπε στο Νίκο ότι βαρέθηκε και ότι ήθελε να ταξιδέψει στον κόσμο και ο Νίκος συμφώνησε. Τότε έφτιαξαν ένα τεράστιο λουκάνικο με πόρτες, παράθυρα, τροχούς, τιμόνι, μηχανή και καθίσματα. Έτσι, τα δύο ξαδέρφια έκλεισαν το εργοστάσιο, μπήκαν μέσα στο Λουκάνικο και ξεκίνησαν το ταξίδι τους.

Στο δρόμο συνάντησαν τον κυρ Μάθιου, τον ζαχαροπλάστη, που καθάριζε ένα ταψί. Τον πήραν μαζί τους, αφού τους υποσχέθηκε ότι θα φτιάχνει νόστιμα γλυκά στο δρόμο. Μετά από λίγο συνάντησαν τη Λόλα τη Γκαφατζού, που κουβαλούσε τροφή για τις γάτες της. Ανέβηκε κι εκείνη στο Λουκάνικο, διότι θα έδιωχνε τις γάτες και τα ποντίκια. Έπειτα βρήκαν δύο Αφρικανές δίδυμες , την Τσάριτυ και τη Μουάνσα και τις πήραν και εκείνες μαζί τους, γιατί θα τους προστάτευσαν από τα λιοντάρια και τις τίγρεις. Ύστερα τους σταμάτησε ο Αστυφύλακας, που τον πήραν μαζί τους για να τους δείχνει το δρόμο. Τέλος, πήγαν στη θάλασσα και βρήκαν έναν ψαρά, του οποίου η βάρκα είχε βυθιστεί. Επειδή τους δάνεισε τα κουπιά, τον φόρτωσαν μαζί τους και ξεκίνησαν να ταξιδεύουν στη θάλασσα, με καπετάνιο το Λουκά.

Μόλις ξεκίνησαν, άκουσαν μια φωνή από τη θάλασσα. Τελικά ήταν η νεράιδα Νερίλα. Ανέβηκε και εκείνη στο Λουκάνικο και συνέχισαν το ταξίδι τους. Κοιμήθηκαν, αλλά το πρωί δεν ήξεραν πού ήταν. Στο νερό υπήρχαν τα μάτια του Χρυσού Ηλιοτρόπιου και το Λουκάνικο δεν μπορούσε να κουνηθεί. Όμως, η νεράιδα Νερίλα έκανε ένα νεραϊδίσιο κόλπο και κατάφεραν να ξεφύγουν. Έτσι, τράβηξαν δυνατά το κουπί και έβαλαν πλώρη για μακριά, όσο φτάνει το μάτι …

Έφτασαν σε ένα νησί, πάνω στο οποίο ζούσε Τρίμυτος Κύκλωπας. Ο Κύκλωπας λάτρευε τα λουκάνικα και αφού είχε τρεις μύτες, μυρίστηκε από μακριά το Λουκάνικο. Έτσι, ο Κύκλωπας πλησίασε το Λουκάνικο και το άρπαξε. Το πηγαίνει κοντά στο τηγάνι και ανάβει φωτιά. Για να μη μπορεί να τηγανίσει το Λουκάνικο, ο Νεράιδο – Προμηθευτής βροχής πήρε πέντε σύννεφα, τα σουξέ και έτσι έσβησε η φωτιά. Τότε, ο Κύκλωπας βρήκε τη Λόλα που κρυβόταν σε ένα πεύκο. Την βρήκε και την άρπαξε. Η Λόλα έδωσε μία στο τηγάνι και χύθηκε όλο το λάδι. Ο Κύκλωπας πεινούσε πολύ και η Λόλα έριχνε κλαδιά και πέτρες στο στόμα του, καθώς μύτη του ήταν βουλωμένο. Οι υπόλοιποι πήραν τη Λόλα στο Λουκάνικο και έφυγαν μακριά.

Μετά από λίγο καιρό έφτασαν στον Άσπρο Καρχαρία, έναν τεράστιο κρύσταλλο που μέσα είχε διαμάντια. Είναι δέκα φορές πιο δυνατό από μαγνήτη και τραβάει όλα τα καράβια που περνάνε. Το ίδιο έπαθε και το Λουκάνικο, σιγά σιγά πλησίαζε τον Άσπρο Καρχαρία. Όμως, είδαν κι άλλο ένα καράβι, το καράβι του Μαύρου Πειρατή. Το πλησίασαν, ανέβηκαν πάνω του και είδαν ποιος το οδηγούσε, η καπετάνισσα Μπαρμπανέλλα. Ο Νίκος την ερωτεύτηκε και εκείνη το ίδιο.

Έτσι, ο Νίκος παντρεύτηκε τη Μπαρμπανέλλα, αλλά αναγκαστικά να παραδώσουν το Λουκάνικο στους δράκους που φυλούσαν τον Άσπρο Καρχαρία κι εκείνοι απελευθέρωσαν τον Μαύρο Πειρατή. Η Νεράιδα τους εγκατέλειψε και συνέχισαν να ταξιδεύουν στον ωκεανό.

Εσείς τι λέτε, ποια ήταν η επόμενή τους περιπέτεια;