Το έργο και η προσφορά των Τριών Ιεραρχών

Στις 30 Ιανουαρίου τιμώνται από την Εκκλησία μας, ως προστάτες της παιδείας, τρεις μεγάλοι Ιεράρχες και Οικουμενικοί Διδάσκαλοι, ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Ο Μέγας Κωνσταντίνος, ως ευφυής πολιτικός, είχε κατανοήσει ότι οι διωγμοί που εξαπέλυε η ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατά των χριστιανών προξενούσαν μεγάλη ζημιά, καθώς εξαντλούσαν τις δυνάμεις του κράτους στον διωγμό υπηκόων, που όχι μόνο δεν διέπρατταν κανένα έγκλημα αλλά αντιθέτως ήταν άνθρωποι χρηστοί στο ήθος και ωφέλιμοι στην κοινωνία. Θέσπισε έτσι, την ανεξιθρησκία, ώστε ο καθένας να πιστεύει ελεύθερα ό, τι θέλει. Οι διωγμοί έπαψαν, όμως ο αυτοκράτορας ήθελε να έχει λόγο στα εκκλησιαστικά ζητήματα. Ιδιαίτερα οι διάδοχοί του εμφάνιζαν έντονα τέτοιες τάσεις. Συγχρόνως, εμφανίστηκε ο Αρειανισμός, που υπέτασσε τη χριστιανική πίστη στη νεοπλατωνική φιλοσοφία. Εν μέσω αυτού του πολιτικού και θρησκευτικού πλαισίου, έδρασαν οι τρεις Ιεράρχες.

Και οι τρεις έλαβαν σπουδαία μόρφωση, κοντά σε εξαίρετους δασκάλους της εποχής, με σπουδές αρχικά στη νομική, τη φιλολογίακαι τη φιλοσοφία και, στη συνέχεια, στη θεολογία. Σε νεαρή ηλικία βαφτίστηκαν χριστιανοί και λίγο αργότερα έγιναν κληρικοί, οπότε και άρχισαν να εκδηλώνουν τις μεγάλες ικανότητες και αρετές τους.

Εκείνη την εποχή, για τις αδύναμες κοινωνικές ομάδες και τους φτωχούς ενδιαφερόταν μόνο η Εκκλησία, η οποία περιέθαλπε όχι μόνο τους χριστιανούς αλλά και τους ΄΄ενδεείς των εθνικών΄΄, όπως μαρτυρεί ο Ιουλιανός ο Παραβάτης. Ο Βασίλειος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος οργάνωσαν τη φιλανθρωπία και την κοινωνική πρόνοια συστηματικά. Διέθεσαν όλη τη δική τους περιουσία για να βρίσκουν περίθαλψη όσοι είχαν ανάγκη. Κοντά τους ο φτωχός, ο ταξιδευτής, ο ασθενής, ο δούλος και ο αιχμάλωτος έβρισκαν τροφή, φάρμακα, παρηγοριά και θερμή συμπεριφορά. Η στάση τους κινητοποίησε κι άλλους εύπορους χριστιανούς αλλά και εθνικούς, προς ανάλογες πράξεις, ερχόμενοι κι αυτοί βοηθοί και χορηγοί στην άσκηση της αγάπης προς τον πλησίον.

Παράλληλα, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος προβληματίστηκε για την κοινωνική ανισότητα που έβλεπε γύρω του και υπήρξε ο πρώτος που διαμαρτυρήθηκε για τον υποβιβασμό της γυναίκας, ζητώντας την εξίσωσή της με τον άντρα.

Και οι τρεις Ιεράρχες απέρριπταν τη διαίρεση των ανθρώπων σε δούλους και ελεύθερους, σε πολιτισμένους και βάρβαρους, σε προνομιούχους και δέσμιους. Δίδασκαν ότι ο Δημιουργός τούς έπλασε όλους ίσους και ζητούσαν από τους ανθρώπους να απαλείψουν τις διαφορές και να εφαρμόζουν το Ευαγγέλιο. Με τα κηρύγματά τους ανασκεύαζαν και διαμαρτύρονταν κατά της αδικίας  και της καταπίεσης. Η στάση τους αυτή προκάλεσε αντιδράσεις. Όσοι θίγονταν συνασπίστηκαν και, με την ταυτόχρονη στήριξη της αυτοκρατορικής εξουσίας, τους πολέμησαν.

Πώς όμως μπόρεσαν οι τρεις Ιεράρχες να συλλάβουν αυτά που κατά τη νεότερη εποχή δίδαξαν σπουδαίοι διανοητές; Την απάντηση τη δίνουν οι ίδιοι. Ασπάστηκαν το Ευαγγέλιο, το μελέτησαν και το εφάρμοσαν. Μελέτησαν την ελληνική σοφία. Με όργανο την ελληνική φιλοσοφία και μέθοδο μετέφεραν το ευαγγελικό μήνυμα στη ζωή και στην κοινωνία. Βασικό τους δίδαγμα ότι ο άνθρωπος ΄΄παιδεύεται΄΄ , γίνεται δηλαδή πραγματικός άνθρωπος, αν έχει οξύ τον νου, καλλιεργημένο το πνεύμα, και αν διαθέτει κοινωνικό  ενδιαφέρον και αγάπη για τον συνάνθρωπο. Για αυτό και η μνήμη τους είναι γιορτή της Παιδείας.

Κείμενο: Πρωτοπρεσβύτερος Νικόλαος Χουδετσανάκης, Θεολόγος στο 5ο ΓΕΛ Ηρακλείου, Καθηγητής βυζαντινής μουσικής

Εικόνα:https://www.tanea.gr/2021/01/30/people/treis-ierarxes-poioi-itan-kai-giati-tous-timoume/