Μετά από την παράσταση του έργου «Η ωραία Ελένη του Όφενμπαχ» στις 3 Νοεμβρίου 2023, την οποία παρουσίασε η Λυρική Σκηνή στο Δημοτικό Θέατρο Αλεξανδρούπολης και την οποία παρακολούθησε και το σχολείο μας, είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε με κάποιους από τους συντελεστές της παράστασης. Συγκεκριμένα, μας μίλησε ο κύριος Βαγγέλης Κοσμίδης, η κυρία Μαριέττα Σαρρή (σοπράνο, έπαιξε τον ρόλο της Βακχίδας), η κυρία Σμαράγδα Βαγγελή (σοπράνο, έπαιξε τον ρόλο της Ωραίας Ελένης) και ο κύριος Κόκορης Ιωάννης, μέλος της 10μελούς ορχήστρας.
Κύριε Κοσμίδη, ευχαριστούμε για τη συνέντευξη αυτή. Για να σας γνωρίσουμε καλύτερα, θα θέλαμε να μας μιλήσετε για τις σπουδές σας και για τις καλλιτεχνικές σας δραστηριότητες.
Βαγγέλης Κοσμίδης: Καταρχάς εγώ δεν συμμετείχα στην παράσταση. Είμαι ηθοποιός και σκηνοθέτης, έχω τελειώσει το Τμήμα Θεάτρου στη Θεσσαλονίκη και έχω κάνει μεταπτυχιακό στη σκηνοθεσία. Σπουδάζω και μουσική (είμαι λυρικός βαρύτονος), αλλά δεν έχω πάρει ακόμη το πτυχίο μου.
Θα θέλαμε να μας παρουσιάσετε με συντομία το έργο «Η Ωραία Ελένη του Όφενμπαχ». Για ποιους λόγους επιλέχτηκε από τους υπεύθυνους της Λυρικής Σκηνής αυτό το έργο, ώστε να μυήσει τους μαθητές και τις μαθήτριες της Ελλάδας στο καλλιτεχνικό είδος της όπερας;
Βαγγέλης Κοσμίδης: Το έργο αυτό το επιλέξαμε, γιατί έχει μία σχέση με την ύλη του σχολείου, για να υπάρχει ένα αφήγημα λίγο πολύ γνωστό στους μαθητές. Το πρωτότυπο έργο «Η Ωραία Ελένη» του Όφενμπαχ είναι πιο κοντά στον γνωστό παλιό μύθο. Εμείς όμως έχουμε αλλάξει κάποια πράγματα και δημιουργήσαμε ένα έργο με νέα στοιχεία. Στο δικό μας έργο η ωραία Ελένη δεν είναι απλά μια γυναίκα, την οποία κλέβει κάποιος από τη Σπάρτη, δεν είναι αντικείμενο χωρίς βούληση, είναι μια μοντέρνα γυναίκα…
Σμαράγδα Βαγγελή: Η Ελένη της δικής μας παράστασης είναι μια σύγχρονη γυναίκα, που επιλέγει η ίδια τη ζωή της. Στην αρχή της ιστορίας μπορεί να παρουσιάζεται άβουλη και καταπιεσμένη, αλλά στην πορεία εξελίσσεται, αποκτά δυναμισμό και αυτοπεποίθηση και επιλέγει η ίδια αν θα φύγει ή αν θα μείνει. Το έργο μας, λοιπόν, είναι ένα μοντέρνο έργο που σκοπό έχει να περάσει πολλά μηνύματα για τη διαφορετικότητα των ανθρώπων, την αποδοχή και, το πιο σημαντικό, για την ισότητα των φύλων.
Πόσο δύσκολο είναι το καλλιτεχνικό είδος που υπηρετείτε; Ποιες απαιτήσεις έχει η όπερα από τον καλλιτέχνη;
Μαριέττα Σαρρή: Η όπερα είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο είδος, γιατί παντρεύει όλες τις τέχνες. Είναι συγχρόνως θέατρο, μουσική, χορός, υποκριτική. Όσον αφορά το καθαρά τραγουδιστικό σκέλος, είναι ένα είδος που απαιτεί πολλές μουσικές δεξιότητες. Επιπλέον, η όπερα, επειδή πολλές φορές καλούμαστε να ετοιμαστούμε μόνοι μας για την παράσταση, απαιτεί να έχουμε και κάποιες βασικές γνώσεις μακιγιάζ.
Σμαράγδα Βαγγελή: Εγώ να προσθέσω ότι η όπερα χρειάζεται πολλά χρόνια σπουδών, για να κατακτήσει κάποιος τις φωνητικές δεξιότητες που χρειάζεται, για να ανταποκριθεί τεχνικά με τη φωνή του στο είδος αυτό. Το κλασικό τραγούδι είναι πρωταθλητισμός σε σύγκριση με το μοντέρνο τραγούδι. Οι σπουδές δεν τελειώνουν ποτέ, από την άποψη ότι συνέχεια μαθαίνεις και επιμορφώνεσαι, για να γίνεις καλύτερος. Θα έλεγα, όμως, ότι ο βασικός κύκλος σπουδών σε αυτό το είδος διαρκεί 5 με 8 χρόνια, για να πάρει κανείς το δίπλωμα.
Μαριέττα Σαρρή: Αυτή είναι η αλήθεια. Εγώ είμαι 36 χρονών. Ξεκίνησα το τραγούδι όταν ήμουν 20 χρονών, αλλά συνεχίζω να σπουδάζω. Και νομίζω ότι θα σπουδάζω για πάντα!
Κύριε Κοσμίδη, η επόμενη ερώτηση απευθύνεται σε εσάς, αφού εσείς συμμετείχατε στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα που πραγματοποιήθηκε στον χώρο του σχολείου μας πριν από την παράσταση: Σε ποιες πόλεις έχετε πάει με το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Λυρικής Σκηνής; Ποια είναι η υποδοχή των δράσεών σας στα σχολεία και τι κερδίζετε από την επαφή σας με τους μαθητές και τις μαθήτριες;
Βαγγέλης Κοσμίδης: Η παράσταση και το εκπαιδευτικό πρόγραμμα έχουν κάνει περιοδεία στους περισσότερους νομούς της Ελλάδας. Και είναι πολύ ωραίο να βλέπει κανείς παιδιά να εντυπωσιάζονται , παρόλο που δεν έχουν καμιά γνώση πάνω στο θέμα της όπερας. Ακόμα και τα παιδιά που στην αρχή δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον, όσο προχωράει η παράσταση, βλέπεις τα πρόσωπά τους να αλλάζουν, να μαλακώνουν, να δείχνουν ενδιαφέρον γι’αυτό που βλέπουν. Γιατί εμείς προσπαθούμε να τους μιλήσουμε με έναν άλλο τρόπο, δεν είμαστε στριφνοί και δύσκολοι.
Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας από την Αλεξανδρούπολη και από τη συνεργασία που είχατε με τα σχολεία της πόλης μας;
Βαγγέλης Κοσμίδης: Στην Αλεξανδρούπολη βρήκαμε μια ενδιαφέρουσα σύνθεση στο κοινό. Βρήκαμε ανθρώπους που δεν είχανε ξαναδεί ποτέ όπερα, βρήκαμε όμως και ανθρώπους που ήταν αρκετά εκπαιδευμένοι. Όλοι μαζί φτιάχνουν ένα πολύ ωραίο μωσαϊκό. Διαπιστώσαμε ότι ακόμα και στα πιο δύσκολα σχολεία, με κοινό που δεν είχε καμιά επαφή με την όπερα, τα παιδιά κερδίσανε πολλά, το ίδιο και εμείς. Θυμάμαι ότι στην πρώτη παράσταση που δώσαμε και γνωρίζαμε ότι θα έχουμε δύσκολο κοινό, λέγαμε με τον κύριο Σελαμσή, τον μαέστρο και συνθέτη του έργου, ότι επιτέλους η παράστασή μας θα συναντήσει το κοινό, για το οποίο δημιουργήθηκε. Τα πιο ατίθασα παιδιά, τα πιο φασαριόζικα διαπιστώνουν ότι η όπερα δεν είναι αναγκαστικά ένα παλιό και βαρύ είδος μουσικής, μπορεί να είναι και αστείο και ενδιαφέρον.
Μαριέττα Σαρρή: Αναφορικά με το μαθητικό κοινό, διαπιστώσαμε πολλές φορές ότι τα παιδιά της Αθήνας έδειξαν λιγότερο ενδιαφέρον για την παράστασή μας σε σχέση με τα παιδιά της επαρχίας. Τα παιδιά της επαρχίας είναι πιο ενεργά, δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον και αλληλεπιδρούν πιο έντονα με εμάς που βρισκόμαστε στη σκηνή. Το βλέπουμε στα πρόσωπά τους. Πιστεύω ότι αυτό έχει σχέση με το ότι τα παιδιά της επαρχίας κρατάνε περισσότερο την παιδικότητά τους και είναι πιο ανοιχτά σε καινούρια ερεθίσματα.
Πώς βλέπετε τη θέση της όπερας στην Ελλάδα; Το κοινό στην Ελλάδα ανταποκρίνεται σε αυτό το είδος της τέχνης; Είναι δημοφιλής η όπερα στη χώρα μας;
Βαγγέλης Κοσμίδης: Δεν είναι δημοφιλές είδος η όπερα. Στην Ελλάδα γίνονται λίγες παραστάσεις όπερας, γιατί δεν υπάρχουν οι θεσμοί που μπορούν να στηρίξουν κάτι περισσότερο. Δηλαδή δεν μπορεί κάθε Δημοτικό Θέατρο να ανεβάσει μια παράσταση όπερας. Είναι πολύ λίγοι οι θεσμοί που μπορούν να το κάνουν.
Μαριέττα Σαρρή: Για να καταλάβετε τη διαφορά, σε άλλες χώρες κάθε πόλη έχει το δικό της θέατρο και ανεβάζει τη δική της παράσταση όπερας. Ο κόσμος έτσι είναι πιο εξοικειωμένος με αυτό το καλλιτεχνικό είδος.
Βαγγέλης Κοσμίδης: Η δική μας ελπίδα και προσπάθεια είναι να μεταδώσουμε στο κοινό την αγάπη μας για την όπερα και να δώσουμε ερεθίσματα στους νέους να βρουν πληροφορίες γι’αυτήν, να ασχοληθούν με αυτήν και να απαιτήσουν από τους θεσμούς (Δήμους, Περιφέρειες, σχολεία, εκπαιδευτικούς) να έρθει η όπερα στην πόλη τους. Θέλουμε να δείξουμε ότι αυτό που κάνουμε είναι πολύ σημαντικό για εμάς και μπορεί να προσφέρει πολλά οφέλη στο κοινό, οπότε οι θεσμοί να πειστούν να επενδύσουν σε αυτό το είδος.
Μετά από την Αλεξανδρούπολη σε ποιες πόλεις θα πάτε;
Βαγγέλης Κοσμίδης: Μετά από την Αλεξανδρούπολη σειρά έχουν η Δράμα, η Θεσσαλονίκη, η Ηγουμενίτσα, η Κοζάνη και η Πάτρα.
Ιωάννης Κόκκορης: Εγώ είμαι μουσικός της ορχήστρας στην παράσταση αυτή, παίζω τρομπόνι. Θα ήθελα να προσθέσω σε όλα τα παραπάνω ότι όλοι εμείς που περιοδεύουμε στις πόλεις της Ελλάδας είμαστε πολύ δεμένοι μεταξύ μας. Κάθε φορά που τελειώνει ένας κύκλος παραστάσεων, όταν ξέρουμε ότι θα κάνουμε έναν μήνα να ιδωθούμε ή για τρεις μήνες το καλοκαίρι, στενοχωριόμαστε πραγματικά. Στην τελευταία παράσταση ενός κύκλου υπάρχει πάντα πολλή συγκίνηση και αυτό δείχνει πόση αγάπη και πόση ζεστασιά υπάρχει ανάμεσά μας.
Φύγαμε από το Δημοτικό Θέατρο γεμάτοι. Η συνέντευξη αυτή μας έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσουμε νέους ανθρώπους, ταλαντούχους, γεμάτους αγάπη και έγνοια γι’ αυτό που κάνουνε. Τους ευχόμαστε καλή συνέχεια στο έργο τους και είμαστε ευγνώμονες για το πρόγραμμα της Λυρικής Σκηνής που μας άνοιξε νέους δρόμους και μας βοήθησε να δούμε την όπερα με άλλο μάτι.
Γιτσούδη Αικατερίνη, Ηλιάδου Μαρία, Καρασταμάτης Πασχάλης, Μεταξά Μαρία, Μούτλια Αλίκη, Παπαϊωάννου Φώτιος.