Όλοι έχουμε συνδέσει τα Χριστούγεννα με γιορτές και χαρούμενα συναισθήματα. Μικροί και μεγάλοι ανυπομονούν να ξεκουραστούν και να “γεμίσουν τις μπαταρίες τους “. Παρόλα αυτά, δεν θα περνούσατε “καλύτερα” άμα διαβάζατε κάποιες από τις πιο τρομακτικές ιστορίες που υπάρχουν;
Ακούστε την πρώτη ιστορία…
Όταν ο Setsuji ήταν έξι χρονών, έγραψε ένα γράμμα στον Άγιο Βασίλη. Καθώς περνούσε ο Δεκέμβρης, έγραψε στα κρυφά τι ήθελε για τα Χριστούγεννα σε ένα χαρτάκι και το έβαλε κάτω από το μαξιλάρι του χωρίς να το πει στους γονείς του. Ο λόγος που το κράτησε κρυφό ήταν γιατί ήταν ο μόνος τρόπος για να απαντήσει ο Άγιος Βασίλης στο γράμμα του. Μάταια περίμενε, ο Άγιος Βασίλης δεν απάντησε ποτέ στο γράμμα του.
Ήταν ανήμερα Παραμονή των Χριστουγέννων και ο μικρός Setsuji είχε προ πολλού ξεχάσει το γράμμα. Σαν πήγε για ύπνο το βράδυ, την ώρα που κουκουλωνόταν με τα σκεπάσματά του, είδε στην άκρη του μαξιλαριού του έναν φάκελο να προεξέχει. Ήταν ένα γράμμα και μάλιστα από τον Άγιο Βασίλη! Ενθουσιασμένος έσκισε το φάκελο, έβγαλε έξω το γράμμα και άρχισε να διαβάζει. “Το δώρο σου για φέτος είναι κάτι κόκκινο”, αυτό έγραφε μόνο, αλλά ενθουσιασμένος που έλαβε απάντηση ο Setsuji δεν του έδωσε και πολλή σημασία, και έπεσε κατευθείαν για ύπνο γεμάτος ανυπομονησία για το τι δώρο θα έβρισκε το πρωί. Κάτι όμως τον ξύπνησε ξαφνικά μες στη νύχτα. Ήταν η μητέρα του που πανικόβλητη τον σκούνταγε στον ώμο. Τον πρόσταξε να σηκωθεί γρήγορα από το κρεβάτι και πιάνοντάς τον από το χέρι έτρεξαν έξω από το σπίτι, μην έχοντας καν στο νου τους να βάλουν παπούτσια. Όταν ο Setsuji γύρισε και κοίταξε πίσω του, το σπίτι τους ήταν τυλιγμένο σε κόκκινες φλόγες και παρά το σκοτάδι όλα γύρω τους φαίνονταν κόκκινα.
Πυροσβέστες και γείτονες μαζεύτηκαν να δουν τι συνέβη. Το πως προκλήθηκε η φωτιά ήταν άγνωστο. Η αστυνομία ερεύνησε τον χώρο, αλλά δεν μπόρεσε να ανακτήσει στοιχεία. Ο Setsuji κοίταζε τα συντρίμμια του σπιτιού του χωμένος στην αγκαλιά της μητέρας του, όταν ένας αστυνομικός τους πλησίασε. Το μοναδικό δωμάτιο που δεν είχε καεί ήταν το δικό του και ο αστυνομικός του έδωσε ένα γράμμα· ήταν το γράμμα του Αι Βασίλη. Τα πάντα είχαν γίνει στάχτη, εκτός από εκείνο το γράμμα. “Το δώρο σου για φέτος είναι κάτι κόκκινο”. Συνειδητοποιώντας ότι το γράμμα εννοούσε τη φωτιά, ο Setsuji δεν ήξερε πως να νιώσει. Ήταν απάνθρωπο! Ύστερα όμως, παρατήρησε ότι άλλη μια πρόταση είχε προστεθεί στο γράμμα, μια πρόταση που πριν δεν ήταν εκεί όταν το διάβασε πριν πέσει για ύπνο. “Τον επόμενο χρόνο θα σου κάνω ένα ακόμη καλύτερο δώρο!”
Τα επόμενα Χριστούγεννα όπου να’ ναι πλησιάζουν….κι όταν φτάσουν ο Setsuji δεν θα περάσει καθόλου καλά .
Κι ένα ακόμη παραμύθι για τη μαγισσα Φράου Πέρχτα. Πρόκειται για μία πολύ τρομακτική φυσιογνωμία της Γερμανοαυστριακής λαϊκής κουλτούρας. Στις ιστορίες παρουσιάζεται κάποιες φορές ως νέα και ωραία κόρη και άλλοτε ως ωχρή και καταβεβλημένη γριά. Σύμφωνα με τον θρύλο, η Φράου Πέρχτα εμφανίζεται τις ημέρες των Χριστουγέννων για να κυνηγήσει τα άτακτα παιδιά. Λέγεται ότι η μάγισσα εισβάλλει στα σπίτια των ανθρώπων κατά τα Φώτα για να κρίνει αν τα παιδάκια ήταν φρόνιμα τη χρονιά που πέρασε. Ο μύθος λέει ότι αν η Φράου Πέρχτα συναντήσει καλά παιδιά τα επιβραβεύει αφήνοντας τους ένα αργυρό νόμισμα στα παπούτσια τους. Αν όμως, κρίνει κάποιο παιδί άτακτο το ξεκοιλιάζει και στη συνέχεια γεμίζει την κοιλιά του με άχυρα.
Εξίσου σκοτεινός είναι κι ο μύθος της γάτας Γιούλ που έχει τις ρίζες του στα σκοτεινά παραμύθια της Ισλανδίας. Σύμφωνα με τους λαϊκούς θρύλους, η Γιολακοτουρίν είναι η γάτα δύο κακών γιγάντων, που τρώνε τα άτακτα παιδιά. Η μοχθηρή γάτα είναι ο απόλυτος κριτής του χριστουγεννιάτικου μόχθου, καθώς αυτή αποφασίζει ποιος δούλεψε σκληρά και ποιος όχι. Σύμφωνα με την παράδοση, στην Ισλανδία αν κάποιος αν ήταν πολύ εργατικός μέχρι το τέλος της χρονιάς, δεχόταν για δώρο νέα ρούχα. Όσοι τεμπέλιαζαν μένανε με το φόβο ότι σύντομα θα γίνονταν το γεύμα της φοβερής γάτας. Ο μύθος λέει ότι η μοχθηρή γάτα Γιούλ καραδοκεί στην παγωμένη ύπαιθρο και κατασπαράζει όποιον δεν φορά καινούρια ρούχα πριν από την παραμονή των Χριστουγέννων.
Ο Χανς Τραπ, το σκιάχτρο είναι ένα ακόμη κακόβουλο πλάσμα των Χριστουγέννων που έρχεται να τιμωρήσει τα κακά παιδιά. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση της Αλσατίας, ο Χανς Τραπ ήταν ένας κακός ιππότης, γνωστός για την απληστία του, που κατάφερε να γίνει πλούσιος με τη χρήση μαύρης μαγείας. Αφού η καθολική εκκλησία τον αφόρισε, οι χωριανοί του τον εξόρισαν στα δάση, όπου και καραδοκούσε πλέον για παιδάκια μεταμφιεσμένος σε σκιάχτρο. Ο μύθος λέει ότι ο Χανς τιμωρήθηκε από τον Θεό με μια αστραπή που τον σκότωσε τη στιγμή που ήταν έτοιμος να κατασπαράξει ένα αγόρι. Οι ιστορίες λένε ότι ο Χανς συνεχίζει να επισκέπτεται τα άτακτα παιδιά πριν από τα Χριστούγεννα, για να τα τρομοκρατήσει.
Ο Μπελσνίκελ από την άλλη, βγαλμένος από τη γερμανική μυθολογία, είναι γνωστός τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Τα παραμύθια τον περιγράφουν ως ένα ιδιόρρυθμο πνεύμα που προσεγγίζει τα παιδάκια λίγο πριν τα Χριστούγεννα και ανάλογα με τη συμπεριφορά τους, είτε τα τρομοκρατεί είτε τα ανταμείβει. Σύμφωνα με τη λαογραφία της γερμανόφωνης Ευρώπης, ο Μπελσνίκελ φοράει κουρελιασμένα και βρώμικα ρούχα και κρατάει ένα μαστίγιο στο χέρι του για να χτυπάει τα άτακτα παιδιά ενώ οι τσέπες του είναι γεμάτες με καραμέλες τις οποίες δίνει στα υπάκουα παιδιά.
Ο Krampus από την άλλη είναι το αντίπαλο δέος του Άγιου Βασίλη και πρωτοεμφανίζεται με γραπτές αναφορές στην Γερμανική λαογραφία από τον 17ο κιόλας αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Krampus πρόκειται για ένα δαιμονικό τέρας μισό κατσίκι με κέρατα και μακριά γλώσσα. Σέρνει αλυσίδες πίσω του καθώς περπατάει και τις χτυπάει απειλητικά. Κουβαλάει μια βίτσα για να μαστιγώνει τα κακά παιδιά και μερικές φορές ένα καλάθι ή ένα σάκο για να τα απαγάγει. Με βάση τον μύθο, δεν τιμωρούσε μονάχα τα κακά παιδιά, αλλά ξελόγιαζε και τις γυναίκες του κάθε σπιτιού. Η παραμονή του Αγίου Νικολάου, 5 Δεκεμβρίου, για αυτές τις χώρες ονομάζεται Krampusnacht, δηλαδή η νύχτα του Krampus. Ομάδες ανθρώπων μεταμφιεσμένοι σε Krampus παρελαύνουν στις πόλεις με περίτεχνες, τρομακτικές στολές. Τα τελευταία χρόνια, η τάση των Krampuses να ξεσαλώνουν μεθυσμένοι, να εμπλέκονται σε καυγάδες και να καταστρέφουν περιουσίες, έχει αποτελέσει πρόβλημα για τη διεξαγωγή του εθίμου.
Έχουμε όμως κι εμείς εδώ στην Ελλάδα τους δικούς μας καλικαντζάρους. Σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες, από την παραμονή των Χριστουγέννων έως τα Θεοφάνια οι καλικάντζαροι ανεβαίνουν στην επιφάνεια της Γης για να πειράξουν τους ανθρώπους και να τους ανακατέψουν τα σπίτια. Η ελληνική δοξασία θέλει τους καλικάντζαρους να κάθονται όλο το χρόνο στα έγκατα της Γης προσπαθώντας με τα τσεκούρια τους να κόψουν το δέντρο που την κρατάει. Ο μύθος λέει ότι όταν η Γη κοντεύει να πέσει, ανεβαίνουν στον επάνω κόσμο για να μην τους πλακώσει και αρχίζουν να κάνουν τον βίο των ανθρώπων αβίωτο. Το αποτελεσματικότερο μέσο για να κρατηθούν μακριά οι καλικάντζαροι θεωρήθηκε η φωτιά για αυτό και όλο το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων το τζάκι έμενε συνεχώς αναμμένο.
Προσοχή λοιπόν στο επόμενο δωδεκαήμερο! Πλάσματα κακόβουλα και δαιμονικά κυκλοφορούν για να τιμωρήσουν τα κακά παιδιά! Ή μήπως όλες αυτές οι γοητευτικές ιστορίες είναι μονάχα παραμύθια των Χριστουγέννων και το κακό έχει πάρει άλλες, πιο επικίνδυνες μορφές σήμερα; Σε κάποιες γωνιές της Γης οι σειρήνες του πολέμου ακόμη χτυπούν…