
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ
Το Δαμάνδρι ήταν χωριό της περιοχής του Πολιχνίτου κατά τον 16ο αιώνα τουλάχιστον. Τον επόμενο αιώνα πολλά μικρά χωριά της περιοχής, όπως και το Δαμάνδρι, είτε καταστράφηκαν από τους πειρατές είτε εγκαταλείφτηκαν από τους κατοίκους για άλλους λόγους και συγκεντρώθηκαν στα τέσσερα μεγαλύτερα χωριά της περιοχής, Πολιχνίτος, Βασιλικά, Λισβόρι και Βρίσα. Υπάρχουν δύο εκδοχές για την ίδρυση του μοναστηριού. Η πρώτη είναι ότι η Μονή υπήρχε ως αστικό μοναστήρι μέσα ή κοντά στο χωριό Δαμάνδρι. Η δεύτερη είναι ότι εναπομείναντες μοναχοί ενός άλλου μοναστηριού σε γειτονική περιοχή ύστερα από επιδρομή που δέχτηκαν είτε κατέφυγαν στο εγκαταλειμμένο ενοριακό ναό της Παναγίας στο Δαμάνδρι και ίδρυσαν τη Μονή, είτε εγκαταστάθηκαν στο ήδη υπάρχον μοναστήρι. Εξάλλου, η ύπαρξη του Μοναστηριού ενισχύεται από οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα, σύμφωνα με τα οποία το 1548 το μοναστήρι υπήρχε και απέδιδε φόρους. Τους επόμενους αιώνες η Μονή γνώρισε μεγάλη ακμή. Στη συνέχεια, όμως, και συγκεκριμένα το 1933 αποχαρακτηρίστηκε από Μοναστήρι και χαρακτηρίστηκε ως Μητροπολιτικό Αγρόκτημα καθώς δεν υπήρχαν μοναχοί και συναποφασίστηκε από τον Μητροπολίτη και το Οικουμενικό Πατριαρχείο η ενοικίαση της Μονής σε κληρικούς ή λαϊκούς της περιοχής ώστε να διαφυλαχθούν και να διατηρηθούν τα κτίρια και η περιουσία του Μοναστηριού. Από το 1959 και για περίπου αιώνες, σε ειδικά αναγερμένο κτίριο στεγάστηκε και λειτούργησε γηροκομείο υπό την εποπτεία της Μητροπόλεως Μυτιλήνης και κληρικών της περιοχής. Για τα επόμενα περίπου 20 χρόνια το Μοναστήρι ήταν κλειστό και εγκαταλελειμμένο. Το 2006 εγκαταστάθηκε στη Μονή ο Ιερομόναχος πατέρας Μιχαήλ Τυροπώλης, ο οποίος ανέστησε την κατεστραμμένη Μονή και την μετέτρεψε σε στολίδι της περιοχής. Σήμερα, ανακαινίζεται το παλιό γεροκομείο σε ξενώνες για τη φιλοξενία των πιστών, ο Ιερομόναχος πατέρας Μιχαήλ έφυγε από το Μοναστήρι και μονάζει άλλος Μοναχός.
Η ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ
Η Μονή βρίσκεται σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων από τον Πολιχνίτο σε ένα γραφικό ύψωμα σε ένα λιόφυτο αγρόκτημα που ανήκει στη Μητρόπολη Μυτιλήνης. Μπροστά του εκτείνεται ο Πολιχνίτος, το Λισβόρι και ο κόλπος της Καλλονής, Στα χαμηλά του Μοναστηριού, όπου βρίσκεται το ξωκλήσι του Αγίου Δημητρίου, η βλάστηση είναι πυκνή και οι ψηλές λεύκες δίνουν τη δυνατότητα στους κισσούς να σκαρφαλώνουν όλο και πιο ψηλά.
Ο ΧΩΡΟΣ ΓΥΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑΟ
Η είσοδος του βρίσκεται κάτω από το ηγουμενείο. Μπαίνοντας, η πλακοστρωμένη αυλή σε συνδυασμό με τους πέτρινους τοίχους που αριστερά και δεξιά τους βρίσκονται πέτρινα πεζούλια χτισμένα με ξύλο, αντικείμενα και φωτογραφίες καθώς και η είσοδος του μικρού μουσείου, που περιλαμβάνει κομμάτια λεσβιακών πετρωμάτων, αρχιτεκτονικά μέλη παλιότερων κτισμάτων, αντικείμενα καθημερινής χρήσης, άμφια και άλλα σχετικά με τη λατρευτική ζωή αντικείμενα, δημιουργούν μια εικόνα άλλης εποχής.
Μπαίνοντας πιο μέσα, στα αριστερά βρίσκονται κελιά, στο βάθος μια μικρή φάρμα, το παλιό γηροκομείο και βοηθητικοί χώροι και στα δεξιά στέκεται υπερυψωμένο το καθολικό, ο ναός της Κοίμησης της Παναγίας και κάτω από το ναό αναβλύζει το αγίασμα.
Ο ΝΑΟΣ
Το καθολικό της Μονής είναι αφιερωμένο στη κοίμηση της Θεοτόκου. Έχει ρυθμό μονόκλιτης βασιλικής και διαστάσεις 8 Χ 4.5 μέτρα ενώ υπάρχει επιπλέον και πρόναος (νάρθηκας) κλειστός με βάθος 2.10 μέτρα όπου οι πιστοί ανάβουν τα κεριά τους. Η είσοδος γίνεται με αμφίπλευρη σκάλα και είναι πιθανό η στέγη να καταστράφηκε και να ανακατασκευάστηκε καθώς δεν υπάρχουν τοιχογραφίες σε αντίθεση με όλους τους τοίχους του Ναού.
Το δάπεδο είναι καλυμμένο από παλιές ασύμμετρες πλάκες, μερικές από τις οποίες έχουν ανάγλυφα σχήματα λαϊκής τέχνης. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού αποτελεί συναρμολόγηση διαφόρων τμημάτων από τέμπλα άλλων ναών της περιοχής.
Οι τοιχογραφίες του Ναού ανακαλύφθηκαν μετά το 1932 και είναι από τις σημαντικότερες του νησιού. Χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα περίπου και μερικές έχουν μάλλον επιζωγραφιστεί κατά τον 18ο αιώνα από τον Χιώτη ζωγράφο Μιχαήλ Χωματζά. Οι αγιογράφοι προέρχονταν από τη Βόρειο Ελλάδα και πιθανότατα από το Άγιο Όρος και χαρακτηρίζονται οι τοιχογραφίες του Δαμανδρίου, από διάφορους μελετητές ως οι πλέον αξιόλογες της Λέσβου. Υπάρχουν μεγάλες φθορές εξαιτίας της υγρασίας όμως φθορές είχαν προκαλέσει και ανθρώπινα χέρια (αλλόθρησκων Τούρκων) οι οποίοι έβγαλαν τα μάτια μερικών αγίων (ιδιαίτερα των στρατιωτικών) και προξένησαν χτυπήματα με οξύ αντικείμενο. Αυτές οι ανθρώπινες πληγές είχαν ως αποτέλεσμα να τις ασβεστώσουν οι χριστιανοί για να τις προστατεύσουν και να αποκαλυφθούν από έρευνες του Μητροπολίτη Μυτιλήνης.
Κατέχου Ιωάννα Μαρία
Β΄ Τάξη Οικονομίας & Διοίκησης