Ο Μάκης και οι μπύρες

 

nature-3330014_960_720

 

Ο Μάκης κάθε μέρα ξυπνάει πρωί και πάει κατευθείαν στο πάρκο. Βάζει ό,τι ρούχα βρει μπροστά του, πάει στο περίπτερο του αδερφού του και παίρνει δωρεάν μπύρες και τσιγάρα. Μετά πάει στο πάρκο και μέχρι το μεσημέρι πίνει μπύρες και πετάει τα κουτάκια κάτω. Ο Μάκης είναι μεθυσμένος κάθε μέρα.

Μία μέρα που έφτασε στο παγκάκι του, δεν πίστευε στα μάτια του. Παντού υπήρχαν κουτάκια μπύρες. Ο Μάκης  δίνει μια με το χέρι του και τα ρίχνει όλα κάτω στο έδαφος. Κι ύστερα κάθεται στο παγκάκι. Περνάει τότε ένα απορριματοφόρο και πάει να πάρει τα σκουπίδια από τους κάδους. Μόλις βλέπει  ένας εργάτης τα κουτιά δίπλα από τον κάδο τρελαίνεται κι αρχίζει να φωνάζει εκνευρισμένος. Ο Μάκης έκπληκτος αναρωτιέται και λέει «μα γιατί τέτοιος εκνευρισμός, τι το περίεργο βλέπετε και κάνετε έτσι, τόσο φοβερό είναι;». Ο εργάτης αποφασίζει να μαζέψει τα σκουπίδια από κάτω, ο Μάκης όμως του δίνει μια με το πόδι και τον ρίχνει κάτω. Ο εργάτης πάει εκνευρισμένος ακριβώς μπροστά από τον Μάκη και τον ρωτάει γιατί το έκανε αυτό και ο Μάκης του απαντάει «γιατί μου αρέσει να τα βλέπω έτσι πεταμένα παντού». Ο εργάτης τότε τού λέει «κοίτα όμως όλο το πάρκο είναι καθαρό, μόνο εδώ είναι βρώμικο» και φεύγει με τη σακούλα του κάδου στο χέρι. Περνάνε δύο ώρες. Ο Μάκης ακόμη σκέφτεται αυτό που του είπε ο εργάτης, νιώθει βαθιά μέσα του ένοχος για τη βρώμα γύρω από το παγκάκι. Τότε σηκώνεται  και λέει «θα τα μαζέψω».

Από τότε μέχρι σήμερα ο Μάκης δεν πετάει τα σκουπίδια κάτω, πάει και τα πετάει στον κάδο για τα αλουμίνια, γιατί ο Μάκης κατάλαβε τελικά τι  ενοχλούσε τόσο πολύ τον εργάτη.

 

Θέμης Κοτρώτσιος

Κωνσταντίνος Καλτσούδας

 

Φωτογραφία

Αφήστε το σχόλιο σας στο "Ο Μάκης και οι μπύρες"

Σχολιάστε

Top