Βίνσεντ βαν Γκογκ

vg1

Ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ γεννήθηκε στην Ολλανδία στις 30 Μαρτίου του 1853. Ήταν ο μεγαλύτερος από τα οχτώ
αδέλφια του. Εν ζωή το έργο του δεν σημείωσε επιτυχία, ούτε ο ίδιος αναγνωρίστηκε ως σημαντικός καλλιτέχνης. Ήταν από τις περιπτώσεις που η φήμη του εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα μετά το θάνατό του και σήμερα αναγνωρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους όλων των εποχών. Η επίδρασή σε
διάφορα μεταγενέστερα κινήματα τέχνης θεωρείται τεράστια. Τα τοπία που ζωγράφισε με την ιδιαίτερη τεχνική και τα ζωντανά χρώματα είναι σημείο αναφοράς. Συνολικά ζωγράφισε πάνω από 800 πίνακες που η σημερινή τους αξία είναι μυθική.
Αφού είχε ήδη καταπιαστεί χωρίς επιτυχία με αρκετά επαγγέλματα το 1880 ξεκινάει τα πρώτα του μαθήματα ζωγραφικής όπου έρχεται σε σύγκρουση με τον καθηγητή του. Το 1885 ξαναπαρακολουθεί μαθήματα σε διαφορετική σχολή πια από όπου αποβάλλεται από τον καθηγητή της ακαδημίας. Παρά το γεγονός αυτό, ο
Βαν Γκογκ προλαβαίνει να έρθει σε επαφή με την ιαπωνική τέχνη από την οποία και δανείζεται στοιχεία ή πολλές φορές μιμείται την τεχνοτροπία της. Μετά από αυτά τα γεγονότα θα επισκεφτεί τον αδερφό του και θα συγκατοικήσουν μαζί στο Παρίσι. Κατά την παραμονή του, έρχεται σε επαφή με τους ιμπρεσιονιστές . Ο ίδιος ο Βαν Γκογκ κατατάσσεται περισσότερο στους μεταιμπρεσιονιστές ζωγράφους.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1888, ο Βαν Γκογκ εγκαταλείπει τη γαλλική πρωτεύουσα και επισκέπτεται τη νότια Γαλλία και την περιοχή της Προβηγκίας. Το έργο «Κόκκινο αμπέλι» αυτής της περιόδου είναι το μοναδικό έργο που κατάφερε να πουλήσει ο Βαν Γκογκ εν ζωή. Ενώ όμως έμενε στο Αρλ, έπειτα από επίσκεψη του
ζωγράφου και φίλου του Γκογκέν έρχεται σε ρήξη μαζί του και ο ίδιος καταλήγει να κόψει το αυτί του.
Από τα πολύ νεανικά του χρόνια παρουσίασε τάσεις μελαγχολίας και πρώιμα ψυχολογικά προβλήματα. Το 1889 εισάγεται σε ψυχιατρικό κέντρο και ένα χρόνο περίπου αργότερα εμφανίζει συμπτώματα σοβαρά σε σχέση με την ψυχική του κατάσταση, αφού έχει βαριά κατάθλιψη. Αυτοπυροβολείται στο στήθος και πεθαίνει
δυο μέρες αργότερα στις 29 Ιουλίου του 1890.

Της Αλεξάνδρας Θεοδοσιάδου (Γ1)

Σχολιάστε

Top