Η Εαρινή επίθεση των Ιταλών (9 έως 26 Μαρτίου 1941) (επιμέλεια: ΚΑΡΠΟΥΖΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ)

Η Εαρινή επίθεση των Ιταλών (9 έως 26 Μαρτίου 1941)

(επιμέλεια: ΚΑΡΠΟΥΖΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ)

Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος διακρίνεται σε τρεις βασικές περιόδους(1):

Κατά την πρώτη (28 Οκτωβρίου – 13 Νοεμβρίου) οι ελληνικές δυνάμεις «ἀμύνονται τοῦ πατρίου ἐδάφους», αντιμετωπίζοντας επιτυχώς την επίθεση του εισβολέα.

Κατά τη δευτέρα περίοδο (14 Νοεμβρίου -  28 Δεκεμβρίου 1940) ο ελληνικός στρατός, μετά από ενισχύσεις, εξαπέλυσε μεγάλη επίθεση κατά των Ιταλών με αποτέλεσμα να διεισδύσει βαθιά στο Βορειοηπειρωτικό έδαφος. Στο βόρειο τμήμα κατέλαβε την Ερσέκα (18 Νοε.), την Κορυτσά (22 Νοε.), τη Μοσχόπολη (24 Νοε.) και το Πόγραδετς (30 Νοε.) Στον κεντρικό τομέα κατέλαβε την Πρεμετή (4 Δεκ.), το Αργυρόκαστρο (8 Δεκ.), ενώ στον παραλιακό τομέα (όπου οι Ιταλοί είχαν αρχικά εισχωρήσει σε μεγάλο βάθος στο Ελληνικό έδαφος) εκκενώνεται η κοιλάδα του Καλαμα και καταλαμβάνονται οι Άγιοι Σαράντα (6 Δεκ.), το Δέλβινο (7 Δεκ.) και η Χειμάρρα (22 Δεκ.), οπότε μέχρι τις | 28 Δεκ. το ελληνικό μέτωπο στη Βόρειο Ήπειρο είχε σταθεροποιηθεί σε μία γραμμή που ξεκινούσε από το Πόγραδετς (στη λίμνη Αχρίδα), Τσερεβόντα, προ των στενών τής Κλεισούρας, όρος Γκρίμπα, βόρεια της Χειμάρρας (στο Ιόνιο Πέλαγος).

Κατά την τρίτη περίοδο (29 Δεκεμβρίου 1940 – 5 Απριλίου 1941), ο ελληνικός στρατός συνέχισε τις επιτυχίες μετά και την κατάληψη της Κλεισούρας (10 Ιαν. 1941), προωθούμενοι εντός της Βορείου Ηπείρου, και συνέτριψαν την «Εαρινή επίθεση των Ιταλών (9 έως 26 Μαρτίου 1941)». Οι ελληνικές δυνάμεις με το τέλος της τρίτης περιόδου κατείχαν τη γραμμή βόρεια του Πόγραδετς -νότιες αντηρίδες του με όρους Τόμορος- νότιες αντηρίδες Τρεμπεσίνα –όρος Γκρίμπα- βόρεια της Μπολιένα – βόρεια της Χειμάρρας στο Ιόνιο Πέλαγος. Δεν προχώρησαν προς Αυλώνα και Βεράτι, διότι οι ανεφοδιασμοί είχαν γίνει δύσκολοι και η προσοχή της Κυβέρνησης και της στρατιωτικής ηγεσίας ήταν πλέον στραμμένη προς την ελληνοβουλγαρική μεθόριο στην οποία αναμενόταν γερμανική επίθεση, που εκδηλώθηκε στις 6 Απριλίου 1941.

Ο Μουσσολίνι, που γνώριζε ότι οι Γερμανοί ετοιμάζονταν να επέμβουν στην Ελλάδα, χωρίς όμως να έχει συγκεκριμένες πληροφορίες για τον τρόπο και τον χρόνο που θα εκδηλωνόταν η ενέργειά τους, έφερε βαρέως την ήττα του Στρατού του στη Βόρειο Ήπειρο(2). Παρ’ όλο που οι διακηρύξεις του σχετικά με την κατάκτηση της Ελλάδας είχαν ήδη διαψευσθεί, το τελευταίο που επιθυμούσε ήταν να «σωθεί» με τη γερμανική επέμβαση. Έτσι, σε μία ύστατη προσπάθεια να εξέλθει από το αδιέξοδα και να περισώσει το γόητρό του, την εποχή που οι Έλληνες απειλούσαν το Βεράτι και την Αυλώνα, αποφάσισε την εκτέλεση της εαρινής επίθεσης.

Ο ιταλικός Στρατός, αφού ενισχύθηκε με νέες μονάδες πεζικού και τεθωρακισμένων, εκτόξευσε την επίθεση στις 9 Μαρτίου 1941. Η επιχείρηση «ΠΡΙΜΑΒΕΡΑ» (Primavera) θα εκδηλωνόταν σε περιορισμένο μέτωπο (μεταξύ των ποταμών Αώου και Άψου) στην κατεύθυνση Γκλάβα-Μπούμπεσι, με αντικειμενικό σκοπό τη δημιουργία ρήγματος στην ελληνική αμυντική γραμμή και τη διάνοιξη της κοιλάδας του ποταμού Ντεσνίτσα. Ήδη από τις πρώτες ημέρες του Μαρτίου η Αεροπορία είχε αυξήσει κατακόρυφα τη δράση της, βομβαρδίζοντας τους χώρους συγκέντρωσης των ελληνικών εφεδρειών, των μοιρών πυροβολικού, των σταθμών διοικήσεως και των παρατηρητηρίων.

Ο Μουσολίνι και η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων εγκαταστάθηκαν από νωρίς στο παρατηρητήριο του υψώματος Καμάριτ (Γκλάβα). Η επίθεση εκδηλώθηκε στις 06:30 στον τομέα που υπεράσπιζε το Β΄ Σώμα Στρατού, με προπαρασκευή πυροβολικού που διήρκεσε δυόμισι ώρες και εκτεινόταν σε όλο το εύρος της τοποθεσίας. Ο τομέας της 1ης  Μεραρχίας Πεζικού, μία ζώνη έξι χιλιομέτρων όπου κατευθύνθηκε η κύρια προσπάθεια, δέχθηκε περίπου 100.000 βλήματα, χωρίς να υπολογίζονται τα πυρά καμπύλης τροχιάς κάθε επιτιθέμενης ιταλικής μεραρχίας, με αποτέλεσμα τα υψώματα 717 και 731 να ανασκαφούν.

Παρά τη σφοδρότητα της επίθεσης, το Β΄ Σώμα Στρατού διατήρησε αρραγή την τοποθεσία, αναγκάζοντας τους Ιταλούς τις πρώτες πρωινές χώρες της 10ης Μαρτίου να επαναλάβουν την προσπάθεια, ξανά, όμως, χωρίς αποτέλεσμα. Το μένος της ιταλικής επίθεσης και η ηρωική αντίσταση της Ι Μεραρχίας Πεζικού, αποτυπώνονται με σαφή τρόπο στην Ημερήσια Διαταγή του διοικητή του Β΄ Σώματος Στρατού, υποστρατήγου Γεωργίου Μπάκου: «Πολεμιστάς 1ης Μεραρχίας,  πρό τοῦ ἀκαμάτου ἡρωισμοῦ σας ἐθραύσθησαν ἃπασαι αἱ ἀπεγνωσμέναι ἐχθρικαί προσπάθειαι. Πρό τῶν χαλυβδίνων γραμμῶν σας, συνετρίβησαν κατά τό διήμερον χρονικόν διάστημα τρεῖς νωπαί μεραρχίαι. Εἲμαι ὑπερήφανος διότι ἠγοῦμαι τοιούτων ἡρώων. Ἡ Πατρίς σεμνύεται δι” αὐτούς. Ἡ παροῦσα νά φθάσῃ μέχρι τοῦ τελευταίου ὁπλίτου τῆς μεραρχίας»(3). Στις 15 Μαρτίου, μετά από επτά ημέρες άκαρπων επιθετικών ενεργειών, η ιταλική ηγεσία αποφάσισε να αναστείλει τις επιχειρήσεις αναμένοντας ευνοϊκότερες συνθήκες.

Ελπίζοντας σε μία περιορισμένη επιτυχία, υπό την πίεση και της εν εξελίξει γερμανικής καθόδου στα Βαλκάνια, μετά από τριήμερη ανάπαυλα, εκτόξευσαν νέα επίθεση. Για το θρυλικό ύψωμα 731, που έστεκε βράχος απόρθητος επί του οποίου θραύονταν όλες οι επιθέσεις των Ιταλών, ήταν η δέκατη όγδοη απόπειρα κατάληψής του. Στην επίθεση αυτή, που έγινε στις 19 Μαρτίου, «ἐχρησιμοποιήθησαν τέσσαρα ἐλαφρὰ ἅρματα μάχης, κινηθέντα ἐπὶ τῆς καρροποιήτου Μοναστέρο-ύψ. 717 καὶ ἐκεῖθεν κατὰ μῆκος τῆς κορυφογραμμής. Ταῦτα ἠκολούθει λόχος πεζικοῦ, ὅστις έπωφελούμενος τοῦ καταιγιστικοῦ βομβαρδισμοῦ, κατώρθωσε νά πλησιάσῃ τὰς νοτίας ἀντηρίδας τοῦ ὑψ. 731»(4). Οι Έλληνες μαχητές χάρη στο ακατάβλητο θάρρος τους δεν παραχώρησαν ούτε σπιθαμή εδάφους στους επιτιθέμενους Ιταλούς, διατηρώντας στο ακέραιο τις θέσεις τους.

Στις 21 Μαρτίου ο Μουσολίνι απογοητευμένος και ταπεινωμένος, λίγο πριν αναχωρήσει από τα Τίρανα για τη Ρώμη, είπε στον στρατηγό Πρίκολο: «Σας κάλεσα διότι απεφάσισα να επιστρέψω εντός της αύριον εις την Ρώμην. Αηδίασα απ” αυτό το περιβάλλον. Δεν επροχωρήσαμεν ούτε βήμα. Έως τούδε με έχουν εξαπατήσει. Περιφρονώ βαθύτατα όλους αυτούς τους ανθρώπους (σ.σ. τους στρατιωτικούς αρχηγούς του). Απόψε υπέβαλα λεπτομερή έκθεσιν επί της καταστάσεως εις τον Βασιλέα»(5).

Από τις 27 Μαρτίου έως την έναρξη της γερμανικής εισβολής στην Ελλάδα, η κατάσταση στο Βορειοηπειρωτικό Μέτωπο δεν παρουσίασε αξιόλογες μεταβολές. Παρά την κόπωση από τις κακουχίες του πολέμου, ο Ελληνικός Στρατός διατήρησε ακμαίο το ηθικό του προσβλέποντας σε νέες επιτυχίες. Εντούτοις, η πολεμική δραστηριότητα εναντίον των Ιταλών περιορίστηκε σε βολές πυροβολικού και εκπομπή αναγνωριστικών περιπόλων για την τήρηση της επαφής.

Η συμβολή της Ελλάδας στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο είχε μεγάλη σημασία διότι «ἠ ἑπτάμηνος ἀντίστασις τῆς Ἑλλάδος εἰς τὰ βορειοηπειρωτικὰ ὄρη, τὴν Μακεδονίαν καὶ τὴν Κρήτην, ἐπεβράδυνε τὴν ἐξαπόλυσιν τῆς ἐπιθέσεως τῆς Γερμανίας κατὰ τῆς Σοβιετικῆς Ρωσίας. Αντὶ τῆς ἀρχικῶς ὁρισθείσης ἡμερομηνίας τῆς 11′ Μαΐου, ἡ ἐπίθεσις ἐξετοξεύθη τὴν 22αν Ἰουνίου 1941»(6). Αυτό επιβεβαιώνεται από την μελέτη του Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών της Ελλάδος(7):

Στρατάρχης Φὸν Πάουλους: 12 Φεβρουαρίου 1946 κατὰ τὴν δίκην τῆς Νυρεμβέργης. «Ἐκλήθην ὑπὸ τοῦ Χάλντερ τὴν 27.3.1941. (Σ.Σ.: Μετὰ τὴν ἀποτυχίαν τῆς Ἑαρινῆς Ἐπιθέσεως τῶν Ἰταλῶν) καὶ ἐνημερώθην ἐπὶ ἀποφάσεως τοῦ Χίτλερ ὅπως ἐπιτεθῆ εἰς τὰ Βαλκάνια καὶ ἀναβάλη χρονικῶς τὸ σχέδιον Βαρβαρόσσας».

Στρατηγὸς Χάλντερ: (Εἶχε περιπέσει εἰς δυσμένειαν καὶ ἐκρατεῖτο εἰς τὸ στρατόπεδον Νταχάου, ὅπου ἐκρατεῖτο καὶ ὁ στρατηγὸς ᾿Αλέξανδρος Παπάγος). Πρὸς Παπάγον: «Ἡ ἑπτάμηνος ἀντίστασις τῆς Ἑλλάδος ὑπεχρέωσε εἰς ἀναβολὴν τῆς ἐπιθέσεως κατὰ τῆς Ρωσίας».

Μάρτιν Μπόρμαν: Ο Χίτλερ εἶπε: «Χωρὶς τὰς προκληθείσας παρὰ τῆς Ἰταλίας δυσκολίας, θὰ εἴχαμε ἐπιτεθῆ εἰς τὴν Ρωσίαν ὀλίγας ἑβδομάδας ἐνωρίτερον».

Λένι Ρίφενσταλ (σκηνοθέτης καὶ προσωπικὴ φίλη τοῦ Χίτλερ). Ο Χίτλερ τῆς εἶχε ἀποκαλύψει: «Αν οἱ Ἰταλοὶ δὲν ἐπετίθεντο κατὰ τῆς Ἑλλάδος, ἡ τροπὴ τοῦ πολέμου θὰ ἦτο διαφορετική. Θὰ προλαβαίναμε τὸ ρωσικὸ ψῦχος».

Ραδιοφωνικὸς Σταθμὸς Μόσχας, 27 Ἀπριλίου 1942: «Ἕλληνες, χάρις εἰς τὴν ἀντίστασίν σας, ἐκερδίσαμε χρόνον διὰ νὰ ἀμυνθῶμεν. Ὡς Ρῶσοι καὶ ὡς ἄνθρωποι, σᾶς εὐγνωμονοῦμε».

Παραπομπές:

(1)    Αντώνιος Νταλαμάγκας (αντιστράτηγος ε.α.): Τα μεγάλα θαύματα της ομόνοιας των Ελλήνων και τα μεγάλα δράματα της διχόνοιας, εκδ. Πελασγός Αθήνα 2020, σελ. 152-153

(2)    ΓΕΣ/ΔΙΣ  «Η συμβολή της Ελλάδας στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο», Αθήνα 2009, σελ. 39

(3)    ΓΕΣ/ΔΙΣ  «Ὁ Ἑλληνικός Στρατός κατά τόν Δεύτερον Παγκόσμιον Πόλεμον,  Χειμεριναί ἐπιχειρήσεις, Ἰταλική ἐπίθεσις Μαρτίου (7 Ἰαν,-26 Μαρτίου 1941)», Αθήνα 1966, σελ. 122

(4)    ΓΕΣ/ΔΙΣ  «Ὁ Ἑλληνικός Στρατός κατά τόν Δεύτερον Παγκόσμιον Πόλεμον,  Χειμεριναί ἐπιχειρήσεις, Ἰταλική ἐπίθεσις Μαρτίου (7 Ἰαν,-26 Μαρτίου 1941)», Αθήνα 1966, σελ. 140

(5)    Montanari Mario, L’ Esercito Italiano nella Campanga Di Grecia, σελ. 635

(6)    Γεώργιος Τζουβάλας (αντιστράτηγος ε.α.): Το ύψωμα 731, εκδ. Πελασγός 2017, σελ. 272-273

(7)    «Στρατηγικαὶ μελέται». Διμηνιαία έκδοση Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών της Ελλάδος (ΙΣΜΕ), Φύλλο 142/Οκτ. 2004 και  Γεώργιος Τζουβάλας (αντιστράτηγος ε.α.): Το ύψωμα 731, εκδ. Πελασγός 2017, σελ. 273

(8) Montanari Mario, L’Esercito Italiano nella Campagna di Grecia, Stato Maggiore dell” Esercito, Roma, Ufficio Storico, 1999. σελ. 635

--. .. .- -. -. .... ... / -- .- -. --- ..- ... .- -.- .... ...
Περί --. .. .- -. -. .... ... / -- .- -. --- ..- ... .- -.- .... ... 23 Άρθρα
Vive la liberte

3 Σχόλια

  1. Συγχαρητήρια Άρη για την εμπεριστατωμένη και διεξοδική έρευνα. Είσαι η απάντηση για όσους ισχυρίζονται ότι τα νέα παιδιά δεν έχουν ενδιαφέροντα, γνώσεις και γόνιμους προβληματισμούς!

Υποβολή απάντησης