Συνέντευξη από τον κ. Ορέστη Τάτση

Στις 13.02.2025, είχαμε τη χαρά να γνωρίσουμε και συνομιλήσουμε διαδικτυακά με τον Γιαννιώτη Καλλιτεχνικό Διευθυντή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Λάρισας, κ. Ορέστη Τάτση. Καταφέραμε να συλλέξουμε πληροφορίες για τη ζωή του, την πολύ ενδιαφέρουσα καριέρα του και την αγάπη του για τον χώρο του θεάτρου.

 αρχείο λήψης

Διαβάσαμε στο βιογραφικό σας ότι σπουδάσατε στην Φιλοσοφική Σχολή Ιωαννίνων και συγκεκριμένα στο τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας. Η αγάπη σας για το θέατρο και συγκεκριμένα για τη σκηνοθεσία προέκυψε πριν τις σπουδές σας ή μετά;

Η αγάπη μου για το θέατρο έχει προκύψει σχεδόν από την γέννηση μου, διότι ο πατέρας μου είχε δουλέψει στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Ιωαννίνων για πολλά χρόνια και στην ουσία μεγάλωσα ανάμεσα σε πρόβες και παραστάσεις. Μέχρι και η μητέρα μου μαρτυρεί πως η πρώτη φορά που με πήγε σε θέατρο ήταν όταν ήμουν 40 ημερών, στο καλάθι. Έτσι, μεγάλωσα παρακολουθώντας θέατρο και κυρίως κάτω από τη σκηνή, γι’ αυτό και επέλεξα να γίνω σκηνοθέτης και όχι ηθοποιός. Μεγαλώνοντας, κατάλαβα πως ο καλύτερος τρόπος για να παρέμβω κοινωνικά και πολιτικά είναι η τέχνη. Και αφού το θέατρο απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό, επέλεξα αυτό. Είναι, ας πούμε, ο δικός μου τρόπος για να προσπαθήσω να αλλάξω τον κόσμο.

Έχετε κάνει σπουδές σχετικά με το θέατρο και, αν ναι, πού;

Υπήρξα φοιτητής στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών και ύστερα έκανα ένα μεταπτυχιακό στην Πολιτιστική Διαχείριση. Δεν έχω σπουδάσει, όμως, σε κάποια θεατρική σχολή. Στην Ελλάδα, αν κάποιος επιθυμεί να γίνει σκηνοθέτης, αυτό μπορεί να το πετύχει με τους εξής τρόπους: ή γίνεται ηθοποιός και στην πορεία σκηνοθέτης ή σπουδάζει στο εξωτερικό, γιατί στην Ελλάδα, τουλάχιστον όταν ήμουν εγώ σε ηλικία σπουδών, δεν υπήρχαν σχολές για να σπουδάσει κάποιος σκηνοθεσία ή γίνεται βοηθός σκηνοθέτη και μετά από χρόνια, αφού θητεύσει πλάι με έμπειρους σκηνοθέτες, να κάνει την απόπειρα να σκηνοθετήσει ο ίδιος. Εγώ επέλεξα και ακολούθησα τον τρίτο δρόμο, δηλαδή εργάστηκα ως βοηθός σκηνοθέτη στα Γιάννενα το 2001 και μετά από πολλά χρόνια, το 2010, έκανα την πρώτη μου σκηνοθεσία και πήρα τον τίτλο του σκηνοθέτη. Κάπως έτσι έφτασα εδώ που είμαι σήμερα.

Πώς νομίζετε πως επηρέασε η πόλη των Ιωαννίνων και η ιστορία της, της καλλιτεχνικές σας ανησυχίες;

Μεγάλωσα μέσα στο θέατρο της πόλης μας, δηλαδή στο Καμπέρειο Θέατρο, το οποίο, όταν ήμουν μικρός, το θεωρούσα πολύ μεγάλο και έτρεχα πάνω κάτω, από τα καμαρίνια μέχρι τη σκηνή, οπότε καταλαβαίνετε ότι επηρεάστηκα πάρα πολύ. Και η πόλη μας, όμως, είναι μία πόλη η οποία έχει γεννήσει σπουδαίους δημιουργούς όπως ο Κ. Χατζής και αναφέρομαι στον συγκεκριμένο με αφορμή το έργο του «Το τέλος της μικρής μας πόλης» και τα διηγήματα που ανήκουν σε αυτήν τη συλλογή. Τα Ιωάννινα είναι μία πόλη «πρώτη στα γράμματα και στα άρματα», κι αυτό είναι κάτι που κουβαλάω μαζί μου, καθώς εδώ γεννήθηκα και μεγάλωσα, εδώ σπούδασα και από εδώ κατάγονται οι γονείς μου.

Ποια εμπειρία σας έχει επηρεάσει περισσότερο τόσο ως καλλιτέχνη όσο και ως άνθρωπο;

Πολύ ωραία και δύσκολη ερώτηση! Η αλήθεια είναι ότι δεν θα μπορούσα να αναφέρω μόνο μία εμπειρία, αλλά και ως καλλιτέχνης και ως άνθρωπος επηρεάζομαι από αυτά που κερδίζω ή χάνω στην πορεία της ζωής μου. Ακόμα και οι απώλειες στιγματίζουν. Για μένα ήταν καθοριστική η απώλεια της εικόνας που είχα για την πόλη των Ιωαννίνων, από όταν η πόλη έγινε πιο τουριστική, και θεώρησα ότι είχε τελειώσει για μένα η εικόνα της μικρής πόλης που γεννήθηκα και μεγάλωσα. Δεν εννοώ προς το χειρότερο ή προς το καλύτερο άλλα σίγουρα επήλθε μια αλλαγή. Αυτές οι αλλαγές που σηματοδοτούν είτε με απώλειες είτε με οφέλη τις ζωές μας, είναι αυτές που μας στιγματίζουν περισσότερο.

Ποιες αρμοδιότητες έχει ένας καλλιτεχνικός διευθυντής;

Αυτή είναι μία ακόμα πιο δύσκολη ερώτηση! Ένας καλλιτεχνικός διευθυντής είναι στην ουσία υπεύθυνος για τον καλλιτεχνικό σχεδιασμό, οπότε επιλέγει τους συνεργάτες του σε συνεργασία πάντοτε με τα διοικητικά συμβούλια και τις δυνατότητες που έχει κάθε θέατρο. Ξεκινάει, λοιπόν, η συνεργασία του προτείνοντας είτε ο ίδιος ένα έργο είτε συνομιλώντας με άλλους δημιουργούς, αποδέχεται προτάσεις έργων και μετά χτίζεται σιγά σιγά η παράσταση και οργανώνεται μια παραγωγή θεάτρου. Μπορεί να φροντίζει για τα ωράρια, τις άδειες, να μοιράσει αρμοδιότητες, να εισηγείται στα διοικητικά συμβούλια του οργανισμού τις παραστάσεις που πρόκειται να φιλοξενηθούν, τη δομή μιας παραγωγής και να συντονίζει και τις παράλληλες δράσεις. Εμείς για παράδειγμα σε δεκαπέντε μέρες από σήμερα θα πάμε σε ένα σχολείο για να παρουσιάσουμε την λειτουργία του θεάτρου και εκεί μαζί με τη σχεδιάστρια των κοστουμιών, που έχουμε εδώ στο θέατρο, θα κάνουμε ένα σεμινάριο, στο οποίο θα παρουσιάζουμε στα παιδιά και στους μεγάλους πώς φτιάχνεται ένα θεατρικό κοστούμι.

Πώς καταφέρνετε να συνδυάζετε την παράδοση του θεάτρου με νέες, φρέσκες ιδέες στις παραστάσεις σας;

Ό,τι δεν κινείται, θεωρείται νεκρό και καταλήγει να πεθαίνει. Άρα, εμείς πρέπει να είμαστε σε μία διαρκή συνομιλία με το νέο, χωρίς όμως να απορρίπτουμε την παράδοση. Στην ουσία, η παράδοση λειτουργεί ως μία βάση που κουβαλάει ο καθένας μέσα του, αλλά οφείλουμε επίσης να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά και να εξελισσόμαστε.

Υπάρχει κάποια παράσταση ή στιγμή στην καριέρα σας που να θυμάστε ιδιαίτερα και να σας έχει διαμορφώσει ως καλλιτέχνη;

Η αλήθεια είναι ότι θυμάμαι υπερβολικά πολλές παραστάσεις, γιατί από μικρός έβλεπα θέατρο ασταμάτητα. Αλλά ήταν μία συγκεκριμένη παράσταση – κλειδί, που με στιγμάτισε ως άνθρωπο και με έκανε να πω: «Εγώ θέλω να ασχοληθώ με το θέατρο». Αυτή η παράσταση ήταν η «Περιμένοντας τον Γκοντό», του Samuel Beckett και την είχα δει περίπου στην ηλικία σας. Αυτό το έργο ήταν και ο λόγος που πήρα την πρώτη μου ωριαία αποβολή, διότι μου είχε μείνει τόσο έντονα ένας διάλογος από την παράσταση που τον επαναλάμβανα συνεχώς με έναν συμμαθητή μου ακόμα και την ώρα του μαθήματος. Ύστερα, αφού πήρα το μάθημά μου, αποφάσισα ότι πρέπει να μπω στον χώρο του θεάτρου.

Ο κύριος Τάτσης, όταν πληροφορήθηκε ότι στο σχολείο μας λειτουργεί Θεατρικός Όμιλος και του ζητήθηκε να δώσει μια συμβουλή στους συμμετέχοντες μαθητές, είπε: «Προσωπικά πιστεύω πως στις ηλικίες αυτές θα έπρεπε να αποφεύγονται οι παραστάσεις. Χωρίς να θέλω να υποτιμήσω την δουλειά σας, αυτό που έχει περισσότερη σημασία και θα έπρεπε να δοθεί βάση είναι η ευχαρίστησή σας και να είστε παρόντες πάνω στην σκηνή, στο εδώ και στο τώρα.»

 

Ευχαριστούμε πολύ τον κ. Ορέστη Τάτση για τον χρόνο του και την καλοσύνη του να μοιραστεί μαζί μας τις εμπειρίες του και τις σκέψεις του στον χώρο του θεάτρου. Θέλουμε να του ευχηθούμε και εμείς με τη σειρά μας καλή συνέχεια στο σπουδαίο έργο του!

Κλέα Τσιτσόλλη

 

Στη συνέντευξη συμμετείχαν οι μαθήτριες: Μαριάνα Βυζούκη,  Μαρία Γούσια, Σύλβια Μασκάι, Ελευθερία Μποβίλα, Κων/να Παργανά και Κλέα Τσιτσόλλη

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης