Η μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή (επιμέλεια: ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΗΣ)

Φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη μικρασιατική καταστροφή. Εκατό χρόνια από τότε που ο ελληνισμός ξεριζώθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος του από τα πατρογονικά του εδάφη στα οποία ζούσε για χιλιάδες χρόνια. Με τη μικρασιατική καταστροφή εγκαταλείφθηκε ταυτόχρονα και το εθνικό κίνημα της Μεγάλης Ιδέας, κατά το οποίο το ελληνικό κράτος, από τις απαρχές του, είχε στόχο να απελευθερώσει   ελληνικά εδάφη που βρίσκονταν υπό ξένη κυριαρχία. Με αφορμή την τραγωδία αυτή, που υπέστη ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας, αποφάσισα να γράψω αυτό το άρθρο για το γεγονός αυτό, το οποίο σημάδεψε την περαιτέρω πορεία του γένους μας.

Ο Βενιζέλος, ο οποίος ήδη από το τέλος του 1918, είχε φροντίσει, με υπόμνημά του στη συνδιάσκεψη ειρήνης των Παρισίων, να παρουσιάσει το σύνολο των ελληνικών διεκδικήσεων, πίεζε συνεχώς τους συνέδρους να προστατεύσουν τους χριστιανούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, παρουσιάζοντας τον ελληνικό στρατό ως τη μόνη συγκροτημένη δύναμη στην περιοχή, ικανή να επιβάλει την ειρήνη. Τελικά, η συν- διάσκεψη των Παρισίων έδωσε εντολή στον Ελευθέριο Βενιζέλο για την αποστολή στρατού στη Σμύρνη στις 6 Μαΐου του 1919 (Ν.Η.). Η εντολή δόθηκε, γιατί υπήρχαν πληροφορίες για επικείμενες σφαγές των χριστιανών από τους Τούρκους. Στην πραγματικότητα, η εντολή ήταν περισσότερο απόρροια των ενδοσυμμαχικών συγκρούσεων παρά στήριξη των ελληνικών διεκδικήσεων. Κύριος στόχος ήταν ο περιορισμός της επέκτασης των Ιταλών, οι οποίοι ήδη είχαν καταλάβει την Αττάλεια στη δυτική Μικρά Ασία, μέσω της ελληνικής στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή της Σμύρνης(1).

Τα πρώτα τμήματα του ελληνικού στρατού, και συγκεκριμένα η 1η Ελληνική Μεραρχία με επικεφαλής το συνταγματάρχη Ν. Ζαφειρίου(2), αποβιβάστηκαν στην προκυμαία της Σμύρνης το πρωί της 2ας/15ης Μαΐου του 1919. Μετά από λίγες μέρες, ο Μουσταφά Κεμάλ3 έχοντας εντολή της σουλτανικής κυβέρνησης και τη συναίνεση των συμμάχων, έφτασε στις 19 Μαΐου 1919 στην Σαμψούντα, για να επιβλέψει ως επιθεωρητής των στρατιωτικών περιοχών Σεβάστειας και Ερζερούμ την λήξη της επιστράτευσης. Λίγες όμως μέρες αργότερα (στις 28 Μαΐου) ο Κεμάλ έκανε για πρώτη φορά έκκληση για εθνικές διαδηλώσεις εναντίων των Ελλήνων που είχαν κάνει απόβαση στη Σμύρνη.

Τον Απρίλιο του 1920 οι σύμμαχοι κατήρτισαν σχέδιο συνθήκης με την Τουρκία, σύμφωνα με το οποίο παραχωρούσαν στην Ελλάδα την περιοχή της Σμύρνης για μία πενταετία, με την προοπτική να κατακυρωθεί αργότερα εκεί η ελληνική κυριαρχία. Οι ελληνικές προτάσεις έγιναν δέκτες (9/22 Ιουνίου) γιατί ταυτόχρονα σχεδόν εκδηλώθηκε τουρκική επίθεση στη Νικομήδεια και αποφασίστηκε περιορισμένη ενέργεια με προέλαση του ελληνικού στρατού(4). Μέχρι το τέλος Οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός, μετά από σκληρούς αγώνες, είχε καταλάβει την γραμμή Νικομήδεια – Προύσα – Ουσάκ(5).

Στο διάστημα αυτό υπογράφηκε η Συνθήκη των Σεβρών (28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920). Η συνθήκη αυτή, στην ουσία, τερμάτιζε τον πόλεμο των συμμάχων με την Τουρκία και άφηνε την Ελλάδα μόνη της να πολεμήσει την Τουρκία(6). Επίσης, προέβλεπε την προσάρτηση στην Ελλάδα της Ανατολικής Θράκης ως το ύψος της Τσατάλτζας, των νησιών του Αιγαίου, με μοναδική εξαίρεση τα Δωδεκάνησα, και τέλος την αναγνώριση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στην ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης με ψιλή μόνο άσκηση της σουλτανικής επικυριαρχίας(7). Οι ελληνικές Αρχές θα ήταν υπεύθυνες για τη διοίκηση και την τήρηση της τάξης. Διαγραφόταν, επίσης, η διαδικασία οριστικής επιδίκασης της περιοχής στην Ελλάδα με τη διενέργεια δημοψηφίσματος, έπειτα από τη διέλευση πενταετίας.

Με τον καιρό, τα προβλήματα στο εσωτερικό της Ελλάδας άρχισαν να πληθαίνουν. Την 1η Νοεμβρίου 1920 έγιναν εκλογές, τις οποίες έχασε το Κόμμα του Βενιζέλου που κυβερνούσε, ενώ στις 22 Νοε. 1920 έγινε δημοψήφισμα, που αποφάνθηκε υπέρ της επαναφοράς του Βασιλιά Κωνσταντίνου. Η πολιτειακή αυτή μεταβολή είχε ως συνέπεια και την αλλαγή της στάσης των Συμμάχων(8). Η επιστροφή του Κωνσταντίνου στις 6/19 Δεκεμβρίου του 1920 πρόσφερε τα αναγκαία προσχήματα στους Γάλλους και στους Ιταλούς για να αποδεσμευθούν από τη συνθήκη των Σεβρών και να επιδιώξουν την προσέγγιση με την κεμαλική Τουρκία9. Η Βρετανική πολιτική συνέχιζε την υποστήριξη της Ελλάδας, αλλά προσέβλεπε και προς τον Κεμάλ(10).

Από το Μάρτιο του 1921 η κεμαλική κυβέρνηση ξεκίνησε μια έντονη διπλωματική δραστηριότητα, μέσω μυστικών επαφών με τους Γάλλους και τους Ιταλούς, και απευθείας επαφών με τους Σοβιετικούς. Τον Οκτώβριο του 1921 οι Τούρκοι υπέγραψαν ένα σύμφωνο με τη Γαλλία, πιο γνωστό ως σύμφωνο Φρακλέν Μπουγιόν, από το όνομα του Γάλλου διαπραγματευτή. Το σύμφωνο αυτό έβαζε τέλος στη γαλλική κατοχή της Κιλικίας. Ως αντάλλαγμα, οι Γάλλοι εξασφάλισαν σημαντικές οικονομικές παραχωρήσεις σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία. Τέλος, σημαντική ποσότητα γαλλικού πολεμικού υλικού παραχωρήθηκε στους Τούρκους(11). Η καλλιέργεια καλών σχέσεων με την ΕΣΣΔ αποτελούσε το δεύτερο σκέλος της κεμαλικής διπλωματίας. Με την υπογραφή μιας σειράς συμφωνιών, η Τουρκία καθόρισε με επωφελή γι’ αυτήν τρόπο τα σύνορά της με τη Σοβιετική Ένωση, ενώ συγχρόνως εξασφάλισε τον απρόσκοπτο ανεφοδιασμό της με πολεμοφόδια από τα λιμάνια του Εύξεινου Πόντου.

Στις 29 Ιουνίου 1921 ξεκίνησε η μεγάλη θερινή επίθεση της ελληνικής στρατιάς της Μικράς Ασίας και η πρώτη φάση της στέφθηκε από επιτυχία(12), καθώς κατά το πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου καταλήφθηκαν διαδοχικά το Αφιόν-Καραχισάρ, η Κιουτάχεια και το Εσκή-Σεχίρ, αν και ο κύριος όγκος του τουρκικού στρατού κατόρθωσε να αποφύγει την καταστροφή και να υποχωρήσει βαθύτερα, προς τον Σαγγάριο και πέρα. Στις 15-16 Ιουλίου, σε πολεμικό συμβούλιο που συγκλήθηκε στην Κιουτάχεια με τη συμμετοχή της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, αποφασίστηκε η περαιτέρω καταδίωξη του τουρκικού στρατού με ακραίο όριο την Άγκυρα, παρά τα καταφανή προβλήματα ανεφοδιασμού που θα αντιμετώπιζε ο ελληνικός στρατός.

Την 1η Αυγούστου άρχισε η δεύτερη φάση της θερινής επίθεσης, η ηρωική όσο και μάταιη πορεία του στρατού προς την Άγκυρα, γνωστή και ως μάχη του Σαγγαρίου. Στις 7 Αυγούστου άρχισε η διάβαση του Σαγγαρίου και μέχρι τις 23 Αυγούστου ο ελληνικός στρατός διέσπασε τις δύο πρώτες γραμμές άμυνας του τουρκικού στρατού. Ήδη, όμως, ο στρατός είχε εξαντλήσει τα όρια της αντοχής του. Οι Τούρκοι αντεπιτέθηκαν, αλλά αποκρούστηκαν με επιτυχία, και το ελληνικό επιτελείο αποφάσισε τη σύμπτυξη του ελληνικού στρατού στη γραμμή του Εσκή-Σεχίρ, κρίνοντας ως παρακινδυνευμένη την τελική προέλαση προς την Άγκυρα. Η επιστροφή του ελληνικού στρατού διήρκεσε 10 ημέρες. Η μάχη του Σαγγαρίου υπήρξε μια εποποιία, η οποία κόστισε στον ελληνικό στρατό 23.500 νεκρούς και τραυματίες. Όμως, μολονότι οι Έλληνες κέρδισαν τις περισσότερες μάχες, τελικός νικητής αναδείχθηκε ο Κεμάλ, η οριστική νίκη του οποίου ήταν πλέον ζήτημα χρόνου.

Το μικρασιατικό μέτωπο κατέρρευσε τον Αύγουστο του 1922. Η υποχώρηση του ελληνικού στρατού και η εκκένωση της Μικράς Ασίας, ολοκληρώθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 1922(13).  Ήδη πριν από την πτώση του μετώπου οι ελληνικοί πληθυσμοί είχαν υποστεί διωγμούς και βιαιοπραγίες από τους Τούρκους και είχαν αρχίσει να εγκαταλείπουν τις πόλεις και τα χωριά τους(14).

Στη Σμύρνη, οι ελληνικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές είχαν εγκαταλείψει την πόλη ήδη από τις 26 Αυγούστου. Μία ημέρα αργότερα εισήλθαν στην πόλη οι πρώτες τουρκικές δυνάμεις, για να ακολουθήσει από τους Τούρκους στρατιώτες και τον μαινόμενο τουρκικό όχλο ένα όργιο σφαγών, λεηλασιών και βιασμών κατά των χριστιανών, Ελλήνων και Αρμενίων. Τριάντα χιλιάδες χριστιανοί σφαγιάστηκαν(15), υπό τα απαθή βλέμματα των διοικητών των βρετανικών, γαλλικών, αμερικανικών και ιταλικών πολεμικών πλοίων που βρίσκονταν αγκυροβολημένα στον κόλπο της Σμύρνης. Ταυτόχρονα, οι συνοικίες των Ελλήνων και των Αρμενίων γίνονταν παρανάλωμα του πυρός. Στο λιμάνι της Σμύρνης εκτυλίχθηκαν τραγικές σκηνές, καθώς το πλήθος των απελπισμένων Ελλήνων προσπαθούσε με κάθε τρόπο να διαφύγει από τον τόπο της σφαγής.

Την Τετάρτη, 31 Αυγούστου, πραγματοποιήθηκε ο εμπρησμός της Σμυρνης(16). Σε άρθρο της στην τουρκική εφημερίδα Ραντικάλ, η Τουρκάλα ιστορικός Ayşe Hür βάζει τέλος στην αισχρή επιχειρηματολογία των Τούρκων για το ολοκαύτωμα της Σμύρνης(17). Σύμφωνα με τη Hür οι Τούρκοι έκαψαν την πόλη και ο Κεμάλ γνώριζε ή συνεργάστηκε για τον εμπρησμό. Η Τουρκάλα ιστορικός επισημαίνει πως αντίθετα με τους τουρκικούς ισχυρισμούς που υποστηρίζουν ότι τη φωτιά στη Σμύρνη έβαλαν Αρμένιοι, υπάρχουν ντοκουμέντα που αποδεικνύουν ότι ο ηγέτης των Νεότουρκων, Κεμάλ Ατατούρκ, γνώριζε για τον εμπρησμό που κατάστρεψε σχεδόν πλήρως την πόλη και επιτάχυνε τον ξεριζωμό των Ελλήνων.  Μάλιστα, την ώρα που η Σμύρνη καιγόταν, ο Κεμάλ βρισκόταν στην πόλη και «απολάμβανε τη θέα» από το μπαλκόνι της αρραβωνιαστικιάς του, Λατιφέ.

Ο απολογισμός της μικρασιατικής καταστροφής είναι οδυνηρός για τον ελληνισμό. Βέβαια πρέπει να αναγνωριστεί ότι η ήττα οφείλεται όχι στον ελληνικό στρατό, αλλά στις πολιτικές και στρατιωτικές ηγεσίες του(18). Η μοναδική χαμένη ευκαιρία ήταν εκείνη της 15ης Μαρτίου 1922, όταν οι σύμμαχοι από κοινού ανακοίνωσαν στην ελληνική και κεμαλική κυβέρνηση ότι συμφώνησαν μεταξύ τους να επιτευχθεί ειρήνη με πλήρη εκκένωση της Μικράς Ασίας από τον ελληνικό στρατό και διαρρύθμιση των συνόρων στη Θράκη, έτσι ώστε η Ραιδεστός να μείνει στην Τουρκία και οι Σαράντα Εκκλησίες στην Ελλάδα(19).

Η ανακοίνωση αυτή ξεκαθάριζε την κατάσταση, με δεδομένο ότι η Μικρά Ασία ήταν χαμένη πια. Ο στρατός δεν μπορούσε να την κρατήσει και μέχρι εκείνη την χρονική περίοδο δεν ήταν νικημένος. Ο επιτελάρχης της στρατιάς, στρατηγός Πάλλης ανέφερε στην Κυβέρνηση ότι, εφόσον συνεχίζεται η ενίσχυση του τουρκικού στρατού με την ελεύθερη αποστολή πολεμικού υλικού, χωρίς να μπορεί ο ελληνικός στόλος να παρεμποδίσει τις θαλάσσιες αποστολές λόγω αρνήσεως των συμμάχων, επιβάλλεται η αποχώρηση του στρατού της Μικράς Ασίας.

Επομένως με την ανακοίνωση των συμμάχων της 15ης Μαρτίου 1922 η κυβέρνηση και η στρατιά όφειλαν να καταλάβουν ότι από εκεί και πέρα το μόνο θέμα ήταν η σωτηρία της Ανατολικής Θράκης, η οποία σε εναντία περίπτωση είχε συμφωνηθεί να δοθεί εξ ολοκλήρου στην Τουρκία. Δυστυχώς δεν ελήφθη καμία απόφαση ούτε από την κυβέρνηση, ούτε από την στρατιά και έτσι η μοναδική αυτή ευκαιρία να διασωθεί η ανατολική Θράκη πήγε χαμένη.

Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1922 (Π.Η.) εκδηλώθηκε κίνημα στις τάξεις του στρατού, ο κύριος όγκος του οποίου ήταν συγκεντρωμένος στη Χίο και στη Μυτιλήνη(20). Την ίδια στιγμή είχε σχηματιστεί στην Αθήνα μια επαναστατική επιτροπή, η οποία βρισκόταν σε στενή επαφή με τους κινηματίες, αρχηγοί των οποίων ήταν οι συνταγματάρχες Νικόλαος Πλαστήρας και Στυλιανός Γονατάς. Σε προκήρυξή τους οι επαναστάτες ζητούσαν την παραίτηση της κυβέρνησης Τριανταφυλλάκου, την απομάκρυνση του βασιλιά Κωνσταντίνου από το θρόνο και την παραίτησή του υπέρ του διαδόχου Γεωργίου Β΄, τη διάλυση της Βουλής και την ενίσχυση του στρατού στη Θράκη. Στις 14/27 Σεπτεμβρίου ο Κωνσταντίνος παραιτήθηκε υπέρ του διαδόχου και αναχώρησε τρεις μέρες αργότερα για το εξωτερικό. Ταυτόχρονα σχηματίστηκε πολιτική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Σωτήριο Κροκιδά.

Ήδη από το τέλος Οκτωβρίου είχε δημοσιευθεί διάταγμα για τον σχηματισμό έκτακτου Στρατοδικείου για τη δίκη των θεωρουμένων ως υπαιτίων της Καταστροφής(21). Πρόεδροι του Στρατοδικείου και της Ανακριτικής Επιτροπής ήταν, αντίστοιχα, οι υποστράτηγοι Αλ. Οθωναίος και Θ. Πάγκαλος. Παραπέμφθηκαν, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, οι Δημ. Γούναρης, Γεώργ. Μπαλτατζής, Νικ. Στράτος, Νικ. Θεοτόκης, Π. Πρωτοπαπαδά κης, Γεώργ. Χατζηανέστης, Μιχ. Γούδας και Ξεν. Στρατηγός. Οι Γούδας και Στρατηγός καταδικάστηκαν σε ισόβια δεσμά, ενώ οι υπόλοιποι σε θάνατο και εκτελέστηκαν.

Στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη Συνθήκη της Λοζάνης, που διήρκεσαν από το Νοέμβριο του 1922 μέχρι τις 23 Ιουλίου 1923, υπογράφηκε στις 30 Ιανουαρίου 1923 μια συμφωνία για την αμοιβαία υποχρεωτική ανταλλαγή των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών. Επειδή η υποχρεωτική αυτή ανταλλαγή έγινε με βάση το θρήσκευμα(22) και μόνο, χωρίς να ληφθούν δηλαδή υπόψη άλλα εθνικά χαρακτηριστικά, οι Έλληνες που εξακολουθούσαν να ζουν ως κρυπτοχριστιανοί και άρα επίσημα ανήκαν στο μουσουλμανικό θρήσκευμα δε συμπεριελήφθησαν στην ανταλλαγή.

Στο σημείο αυτό παραθέτω ως δίδαγμα για την τραγωδία της μικρασιατικής καταστροφής τα λόγια του αείμνηστου φιλολόγου Σαράντου Καργάκου׃

«Η Μικρασιατική εκστρατεία δεν αποτελεί μόνο μέγιστο πάθημα, αλλά και μέγιστο μάθημα, καθώς ξεκίνησε ως η μεγαλύτερη νεοελληνική εποποιία και κατέληξε στη μεγαλύτερη τραγωδία, τον ξεριζωμό του Ελληνισμού από τις πατρογονικές του εστίες της Ανατολικής Θράκης και της Μικράς Ασίας. Τα διδάγματα που προσφέρει η Μικρασιατική Εκστρατεία είναι πολλά. Το πρώτο, όταν οι Έλληνες ομονοούν, θαυματουργούν. Όταν διχάζονται εγκληματούν κατά τους εαυτού τους και της πατρίδας. Δεύτερον, στις μεγάλες επιδιώξεις μας να αξιοποιούμε τους «συμμάχους μας και όχι να μας αξιοποιούν οι «σύμμαχοι». Σύμμαχος των συμμάχων είναι μόνο το συμφέρον Τρίτον, οι ξεριζωμένοι πρόσφυγες ρίζωσαν στο μητροπολιτικό έδαφος και γρήγορα έδωσαν αγλαούς καρπούς. Έγιναν ατμομηχανή της προόδου. Με σκληρή εργασία μετέτρεψαν την τραγωδία σε θαύμα».

Σαράντος Ι. Καργάκος «Η Μικρασιατική Εκστρατεία (1919-1922)» (Από το Έπος στην τραγωδία)

Παραπομπές

1. Κ. Παπαρρηγόπουλου, «Ιστορία του ελληνικού έθνους», έκδοση NationalGeographicSociety 2009-2010, τόμος 24, σελ. 141

2. Ό.π.

3. Φραγκούλης Σ. Φράγκος, «Ποια Τουρκία; Ποιοι Τούρκοι;», εκδ. Λιβάνη 2012, σελ. 317

4. Ιστορία του ελληνικού έθνους, «Εκδοτική Αθηνών» Α. Ε. 1978, τόμος ΙΕ, σελ. 129-130

5. Αντώνιος Θεμ. Νταλαμάγκας (αντιστράτηγος ε. α.), «Τα μεγάλα θαύματα της ομόνοιας των Ελλήνων και τα μεγάλα δράματα της διχόνοιας», εκδ. Πελασγός, Αθήνα 2020, σελ.140

6. Αντώνιος Θεμ. Νταλαμάγκας (αντιστράτηγος ε. α.), «Αλησμόνητες πατρίδες του ελληνισμού – Πατρίδες της καρδιάς μας», εκδ. Πελασγός, Αθήνα 2019, τόμος Β΄, σελ. 54

7. Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ – ΓΡΑΦΙΚΑΙ ΤΕΧΝΑΙ Α.Ε.», 2007, τόμος Β΄, σελ. 628-629

8. Αντώνιος Θεμ. Νταλαμάγκας (αντιστράτηγος ε. α.), «Τα μεγάλα θαύματα της ομόνοιας των Ελλήνων και τα μεγάλα δράματα της διχόνοιας», ό. π., σελ. 141

9. Κ. Παπαρρηγόπουλου, «Ιστορία του ελληνικού έθνους», ό. π., σελ. 166

10.  Αντώνιος Θεμ. Νταλαμάγκας, ό. π.

11. Κ. Παπαρρηγόπουλου, «Ιστορία του ελληνικού έθνους», ό. π., σελ. 170

12. Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ – ΓΡΑΦΙΚΑΙ ΤΕΧΝΑΙ Α.Ε.», ό. π., σελ. 632-633

13. Αντώνιος Θεμ. Νταλαμάγκας, ό. π., σελ. 141-142

14. Ιστορία του ελληνικού έθνους, «Εκδοτική Αθηνών», ό. π., σελ. 233-234

15. Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ – ΓΡΑΦΙΚΑΙ ΤΕΧΝΑΙ Α.Ε.», ό. π., σελ. 635

16. Ιστορία του ελληνικού έθνους, «Εκδοτική Αθηνών», ό. π., σελ. 236

17. Φραγκούλης Σ. Φράγκος, ό. π., CD-ROM, Παράρτημα Α28

18. Φραγκούλης Σ. Φράγκος, ό. π., σελ. 305

19. Αντώνιος Θεμ. Νταλαμάγκας, ό. π., σελ. 149-150

20. Κ. Παπαρρηγόπουλου, «Ιστορία του ελληνικού έθνους», ό. π., σελ. 195

21. Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ – ΓΡΑΦΙΚΑΙ ΤΕΧΝΑΙ Α.Ε.», ό. π., σελ. 636

22. Φραγκούλης Σ. Φράγκος, ό. π., σελ. 320-321

Εικόνες

 

Έλληνες στρατιώτες σε πορεία προς τον Σαγγάριο

Τμήμα της 9ης ελληνικής μεραρχίας κατά τη διάβαση της Αλμυράς Ερήμου, τον Αύγουστο του 1921

Βίντεο

https://www.youtube.com/watch?v=tAIwA-M3PEk

https://www.youtube.com/watch?v=sqA1zpB1yLQ

--. .. .- -. -. .... ... / -- .- -. --- ..- ... .- -.- .... ...
Περί --. .. .- -. -. .... ... / -- .- -. --- ..- ... .- -.- .... ... 23 Άρθρα
Vive la liberte

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης