Βαθιές Ανάσες (Α΄ Μέρος)

aDEEpbREath N_I

Βαθιές ανάσες. Αυτό μου είχε μάθει η μαμά μου για να μπορώ να συγκεντρώνομαι. «Συγκέντρωσε όλη σου την ενέργεια στο να ακούσεις μόνο ένα πράγμα. Μη προσπαθήσεις να το ελέγξεις. Άσε την ενέργειά σου να περάσει απ’ όλο το σώμα και να καταλήξει εκεί που θέλεις εσύ. Βαθιές ανάσες.» Κι αυτό έκανα. Βαθιές ανάσες μέχρι να ακούσω αυτό που ψάχνω. Μία. Δύο. Τρεις. Τέσσερις. Πέντε… Μπίνγκο! Σ’ έπιασα τώρα! Τον άκουσα να τρέχει. Η ανάσα του άρχιζε να γίνεται πιο βαριά, άρα όπου να ’ναι θα σταμάταγε για να ηρεμήσει. Πάνω από τις ταράτσες ξεκίνησα κι εγώ να τρέχω να τον προλάβω.

Το καλό ήταν ότι δεν σταμάτησα να τον ακούω από την ώρα που ξεκίνησα να τον κυνηγάω. Άλλοι θα λέγανε ότι το να έχεις τη δυνατότητα να ακούς τον άλλον χιλιόμετρα μακριά είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Εγώ πιστεύω ότι είναι μία κατάρα. Δεν λέω, το “να ακούς” μέτρα μακριά είναι καλό, αλλά για ανθρώπους σαν εμένα που θέλουν να ζήσουν μια κανονική ζωή, είναι μαρτύριο.

Μάλλον κατάλαβε ότι είμαι κοντά του κι ανέπτυξε ταχύτητα. Όσο πιο γρήγορα κουραστεί τόσο πιο γρήγορα θα τον πιάσω, για να πάω να φάω. Ένα, δύο, τρία στενά πιο κάτω και στο τέταρτο σταμάτησε να πάρει ανάσα. Τέλεια. Η ευκαιρία που έψαχνα. Τότε, βούτηξα κάτω στο στενό μερικά βήματα πιο πέρα από αυτόν. Τρομαγμένος με κοίταξε, αφού δεν περίμενε ότι θα κατάφερνα να τον προλάβω μέσα από τα στενάκια.

«Βρε, βρε, βρε… Τι μας έφερε σήμερα ο δρόμος; Το ξέρεις ότι, αν δεν σε έβρισκα εγώ, θα σε έβρισκε η Κυβέρνηση. Δεν θα το θέλαμε αυτό; Ε;»Εκείνος -σαστισμένος- απλώς ένευσε «όχι». Ένα μικρό χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη μου.

«Ωραία. Λοιπόν, μικρό μου παλικάρι, πώς και από τα μέρη μας;»

Απορημένος και ταραγμένος καθώς ήταν, δεν έτρεφα αυταπάτες ότι θα μου ανοιγόταν τώρα σύντομα. Αναστενάζοντας και βάζοντας το βέλος πίσω στην φαρέτρα, τον πήρα από την κουκούλα δείχνοντάς του τον δρόμο.

«Από εδώ Υψηλότατε. Αφήστε με να σας οδηγήσω πίσω στο καταφύγιο».

Μάλλον ξέχασα να του πω πως θα πρέπει να κινηθούμε γρήγορα, γιατί αντί να περπατάμε μαζί, έπρεπε να τον σέρνω από την κουκούλα. Κατάρες να βγαίνουν από το στόμα μου κάθε φορά που χτύπαγε το πόδι του ή μπουρδουκλωνόταν. «Δεν μπορεί να πάει πιο αργά, έτσι;»

Μας πήρε μισή ώρα παραπάνω από ότι θα μου έπαιρνε για να φτάσουμε στο καταφύγιο. Έξω μας περίμεναν δυο φρουροί.

«Γεια σας παιδιά! Πώς τα πάτε;»

«Βλέπω πως κατάφερες να τον πιάσεις. Μπράβο σου Άλις!»

«Ε… τώρα. Περιμένατε κάτι άλλο από εμένα αγόρια; Τέλος πάντων. Σας έφερα τον κύριο από εδώ. Σας τον παραδίνω. Αν δεν σας πειράζει, έχω ραντεβού με ένα μαλακό κρεβάτι και δέκα ώρες στο Netflix.»

Δίνοντας -μάλλον σπρώχνοντας- το «κυνήγι» μου στους φρουρούς, έφυγα για το ζεστό δωμάτιό μου, όπου και με περίμενε το κρεβάτι μου και πολλές πολλές ώρες παρέα με την Κάρα Ντάνβερς.

Καθισμένη στο πουπουλένιο μου κρεβάτι, ενώ στην τηλεόραση παίζει η σειρά Supergirl, οι σκέψεις μου περιπλανήθηκαν στον άνδρα που μόλις είχα παραδώσει στον Γκάρι και στον Τζόιλ. Φάνηκε πολύ τρομοκρατημένος όταν τον είχα βρει στο στενάκι και ξαφνιασμένος μόλις συνειδητοποίησε ότι τον είχα προλάβει. Χα! Οι άντρες και το μεγάλο τους πρόβλημα με τις γυναίκες που είναι ικανές για όλα. Πιστεύουν ότι είναι καλύτεροι. Χα και ξανά χα! Έχω καταφέρει να κερδίσω τους καλύτερους πολεμιστές του καταφυγίου κι έχω πιάσει τους περισσότερους από τους ανθρώπους που κυνηγούσε η Κυβέρνηση.

Θα αναρωτιέστε τώρα τι λέει αυτή στον εαυτό της… Ε λοιπόν, νομίζω ότι είναι η ώρα να σας πω την ιστορία μου. Ονομάζομαι Άλις Ντίνγκερς, είμαι 18 ετών κι έχω τη δυνατότητα “να ακούω” τι σκέφτονται οι άλλοι. Τι; Αλήθεια πιστεύατε ότι θα μοιρολογούσα μόνο και μόνο επειδή ακούω μερικά μέτρα πιο μακριά από το συνηθισμένο; Όχι φίλοι μου. Αυτό είναι ακόμα χειρότερο. Το τι πράγματα μπορεί κάποιος να ακούσει και να δει από το μυαλό κάποιου είναι απερίγραπτο… Έτσι καταφέρνω να πιάσω τους άλλους. Ακούγοντας τις σκέψεις τους. Μπορώ να το ελέγξω; Μερικές φορές. Μπορούν να με καταλάβουν όταν το κάνω; Όχι πάντα. Θέλω να το ξεφορτωθώ; Από την ημέρα που γεννήθηκα. Υπάρχει τρόπος; Δυστυχώς, όχι. Αυτό σημαίνει ότι έχω κολλήσει με αυτό το «καταραμένο χάρισμα». Όσο για το καταφύγιο, αυτό είναι το σπίτι μου. Ένας εγκαταλελειμμένος σταθμός μετρό που ευτυχώς είναι πολύ βαθιά στη γη. Το καταφύγιο δίνει στέγη και βοήθεια σ’ όλους όσοι έχουν σπάνια ταλέντα ή έχουν κάποια σχέση με αυτούς. Η Κυβέρνηση μας κυνηγάει χρόνια τώρα προσπαθώντας να μας εξολοθρεύσει. Είσαι τυχερός όταν πεθαίνεις πριν σε πιάσει η Κυβέρνηση, γιατί αλλιώς σου κάνουν τόσα πολλά πειράματα, που στο τέλος απλώς παρακαλάς να σε σκοτώσουν… Όποιον πιάνει δεν γυρνάει ζωντανός. Βασικά, μόνο ένας κατάφερε να βγει από εκεί ζωντανός. Εγώ. Δεν θυμάμαι πώς ή γιατί, αλλά το μόνο πράγμα που θυμάμαι είναι να ξυπνάω σε ένα από τα κρεβάτια του καταφυγίου. Εδώ ζω, πάνε δέκα χρόνια τώρα. Χωρίς γονείς ή κάποιους άλλους συγγενείς. Η οικογένειά μου τώρα είναι «Το Καταφύγιο».

«Το ξέρεις πως σ’ αγαπάω κι είσαι το καλύτερο που μου έχει συμβεί Κάρα, αλλά κάτι έχει γίνει στο μέλλον και με χρειάζονται».

«Καταλαβαίνω…»

Ωωωω, έλα τώρα. Δύο σεζόν και δεν θα καταλήξετε ποτέ μαζί; Πφφφ…

Έριξα ένα από τα μαξιλάρια μου στην τηλεόραση. Τότε χτύπησε η πόρτα.

«Ποιος;»

«Μη πυροβολήσεις! Εγώ είμαι. Έφερα φαΐ.»

Θα αναγνώριζα από παντού αυτή τη φωνή. Η Άμπι. Η κολλητή μου. Έχει μεγαλώσει πια. Δεν είναι εκείνο το οκτάχρονο κοριτσάκι που είχε έρθει να μου κάνει παρέα όταν πρωτοήρθα στο καταφύγιο. Τώρα πια είναι μία μεγάλη κοπέλα που κρατάει στα χέρια της ένα μεγάλο παγωτό και δύο κουτάλια.

«Ξέρεις πόσο πολύ σ’ αγαπάω;»

«Ναι, ναι. Τα έχω ξανακούσει αυτά. Κάνε πιο πέρα τώρα.»
Χαμογελώντας της, πήγα πιο πέρα. Μου έδωσε ένα κουτάλι και μαζί ξεκινήσαμε να βλέπουμε την αγαπημένη μας σειρά.

«Άκουσα πως έφερες κι άλλον στο καταφύγιο. Τα αγόρια δεν σταμάτησαν να μιλάνε γι’ αυτό. Είχαν βάλει και στοίχημα ότι δεν θα τον έπιανες αυτόν έτσι όπως κατάφερε να ξεφύγει από τους φρουρούς!»

«Δεν ήταν κάτι το δύσκολο. Απλώς τον ακολούθησα από τις σκεπές. Πραγματικά, μετά από τόσα χρόνια, ακόμα να καταλάβουν ότι δεν πρόκειται να νικήσουν κανένα στοίχημα που να λέει ότι εγώ θα χάσω; Αυτοί οι άντρες και τα στερεότυπά τους προς το αντίθετο φύλο με πεισμώνουν κάθε φορά και περισσότερο. Απ’ την άλλη -για να είμαι ειλικρινής- το διασκεδάζω και λίγο όλο αυτό· τουλάχιστον μέχρι τώρα που συνεχώς κερδίζω, γιατί αν χάσω, δεν ξέρω πώς θα το πάρω…»

«Εμένα μου λες; Εχθές στην καφετέρια ήρθε ένας τύπος και κάνει: «Θέλω βοήθεια στις πολεμικές τέχνες». Του λέω ότι θα τον βοηθήσω εγώ. Με κοίταξε και γέλασε. Η απάντησή του; «Εγώ δεν παίρνω μαθήματα από κοριτσάκια». Άκου εκεί θράσος! Εγώ προσφέρθηκα να τον βοηθήσω και αυτός με προσέβαλε!»

Της χαμογέλασα. «Κάτσε να μάθει ποιος -ή καλύτερα ποια- διδάσκει τις πολεμικές τέχνες εδώ…»

Με κοίταξε και γελάσαμε μαζί.

«Αντίο λοιπόν. Θα μου λείψετε όλοι σας»

Κοιτάξαμε την οθόνη, πήραμε από ένα μαξιλάρι η κάθε μία και το πετάξαμε στην μούρη του Μον Ελ.

«Αυτά παθαίνεις όταν μας χαλάς την σειρά!»

Περάσαμε όλο το βράδυ γελώντας και βλέποντας πολλά επεισόδια από το Supergirl. Ποιος θα το ήξερε ότι θα ήταν το τελευταίο βράδυ που θα γέλαγα για πολύ καιρό…

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

ΤΕΛΟΣ Α΄ ΜΕΡΟΥΣ

aDEEpBreAth N-I

aDEEpBreAth N-I 1

Τον πίνακα για το διήγημα της Νεφέλης Πετράκη «Βαθιές Ανάσες» φιλοτέχνησε η Ειρήνη Παρχαρίδη

8 Σχόλια

  1. Θα πω ψέματα αν δεν παραδεχτώ ότι περιμένω με απίστευτη αγωνία το β΄ μέρος!!! Πόσο μου αρέσει Νεφέλη η γραφή σου -με κράτησε προσηλωμένο από την πρώτη ως την τελευταία λέξη- και η κινηματογραφική πλοκή που έχει το διήγημά σου! Έχω ξετρελαθεί! Μη μας αφήσεις πάρα πολύ στο «περίμενε»… Σ΄ ευχαριστούμε πολύ γι΄ αυτό το λογοτεχνικό δώρο!

  2. Όταν η Ειρήνη εμπνεύστηκε από τη μοναδικότητα του έργου της Νεφέλης, τι άλλο να περιμέναμε πέρα από ένα μαγικά ταιριαστό εξώφυλλο με το πνεύμα της ιστορίας και της ηρωίδας του; Οι συνεργασίες θα το απογειώσουν αυτό το περιοδικό! Είχα ήδη ξετρελαθεί με το διήγημα, τώρα αποδόθηκε και εικαστικά, τι άλλο να ζητήσει κανείς; Μπράβο σας!!!

Υποβολή απάντησης