Τι σχέση έχει το Καζακστάν με τα κοινόχρηστα της πολυκατοικίας

kazakstan-almati

του Γιώργου Ντεληγιώργη-Αρχοντάκη, εξωτερικού συνεργάτη της εφημερίδας

Ποιος είχε καταφέρει στη γεωγραφία να απομνημονεύσει όλα εκείνα τα κράτη σε -σταν που βρίσκονταν μεταξύ Ρωσίας και Κίνας; Χμμ… να όμως που το τι συμβαίνει εκεί έχει άμεση σχέση με το τι συμβαίνει εδώ, στη δική μας καθημερινότητα, που έχουμε συχνά την ψευδαίσθηση ότι δε συνδέεται με ό,τι συμβαίνει έξω από τα σύνορα του δικού μας μικρόκοσμου.

Ο λόγος για την ενεργειακή κρίση που έχει ξεσπάσει τις τελευταίες ημέρες στο Καζακστάν εξαιτίας της κατακόρυφης αύξησης των τιμών του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και του ουρανίου, στοιχείων που αφθονούν στο υπέδαφος του.

Το Καζακστάν αποτελεί την ισχυρότερη οικονομία της περιοχής του και τα τελευταία χρόνια έχει γνωρίσει διψήφιους αριθμούς ανάπτυξης: κατέχει το 3% των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου, ενώ τα διαπιστωμένα κοιτάσματα φυσικού αερίου ανέρχονται σε 85 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια. Επίσης, διαθέτει το 42% της συνολικής παραγωγής του ουρανίου και κατατάσσεται μέσα στην πρώτη πεντάδα των χωρών του κόσμου, με βάση τη εξόρυξη χρωμίου, μολύβδου και ψευδάργυρου.

Ωστόσο, στην ίδια αυτή χώρα, που δεν θα ήταν υπερβολή, εάν λέγαμε ότι «κολυμπάει» στα πλούτη, μεγάλο τμήμα των λαϊκών στρωμάτων αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα επιβίωσης. Την κατάστασή τους επιβάρυνε ακόμη περισσότερο ο υπερδιπλασιασμός ουσιαστικά της τιμής του υγραερίου, γεγονός το οποίο αποτέλεσε τελικά και τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, προκάλεσε την έντονη λαϊκή δυσαρέσκεια και οδήγησε στην πυροδότηση μαζικών κινητοποιήσεων ενάντια στην πολιτική της κυβέρνησης.

Η αναταραχή ξεκίνησε την Κυριακή, 2 Ιανουαρίου 2022, στην πόλη Ζαναοζέν, στην περιφέρεια Μανγιστάου, και μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα επεκτάθηκε στο Ακτάου, στις όχθες της Κασπίας Θάλασσας. Από την Τετάρτη, 5 Ιανουαρίου όμως, το επίκεντρο της έντασης έχει μετατεθεί στο Αλμάτι, τη μεγαλύτερη πόλη και οικονομική πρωτεύουσα του Καζακστάν , το οποίο θυμίζει πλέον πεδίο μάχης, ενώ τα αιτήματα των διαδηλωτών έχουν εξελιχθεί σε χιονοστιβάδα πολιτικών αιτημάτων.

Ο Πρόεδρος της χώρας, Κασίμ Τζομάρτ Τοκάγιεφ, σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τα πνεύματα ανακοίνωσε τη μείωση της τιμής του υγραερίου στα 50 τέγνκε (0,1€) το λίτρο, από 120, ενώ, παράλληλα, ζήτησε και την παραίτηση της κυβέρνησης.

Ωστόσο, οι ενέργειές του αυτές αποδείχθηκαν ανεπαρκείς, καθώς ο αναβρασμός όχι μόνο δεν περιορίστηκε, αλλά συνεχίστηκε εντονότερα. Στις 10 Ιανουαρίου 2022, η Επιτροπή Εθνικής Ασφαλείας του Καζακστάν ανακοίνωσε ότι περίπου οκτώ χιλιάδες (8.000) άνθρωποι κρατούνται από τα όργανα του Υπουργείου Εσωτερικών, ενώ μεταδίδεται από ρωσικά και τοπικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ) ότι τα θύματα εγγίζουν τις 164 ψυχές. Ακόμη, από τις ταραχές, έχουν τραυματιστεί περισσότεροι από χίλιοι (1.000) πολίτες, ενώ σχεδόν 400 από αυτούς νοσηλεύονται και 62 βρίσκονται στην εντατική, ενημέρωσε ο υφυπουργός Υγείας Άτζαρ Γκίνιατ σε δηλώσεις του.

Στο Αλμάτι, συγκεκριμένα, το πλήθος κατέλαβε κυβερνητικά κτίρια. Οι αστυνομικοί φαίνεται να αποχώρησαν από ορισμένους δρόμους της πόλης. Ένας κάτοικος, που μίλησε στο πρακτορείο Reuters, αφού αναμίχθηκε με τους διαδηλωτές, είπε ότι οι περισσότεροι από αυτούς προέρχονται από τα φτωχά προάστια και κωμοπόλεις. Σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας, 190 άνθρωποι, εκ των οποίων οι 137 ήταν αστυνομικοί, χρειάστηκαν νοσοκομειακή περίθαλψη μόνο το βράδυ της Πέμπτης, 6 Ιανουαρίου 2022.

Στη χώρα έχει επιβληθεί κατάσταση έκτακτης ανάγκης που περιλαμβάνει απαγόρευση κυκλοφορίας, κατά τη διάρκεια της νύχτας, και μαζικών συγκεντρώσεων, ενώ ο Πρόεδρος κήρυξε μια ημέρα εθνικού πένθους για «τα πολλά θύματα των τραγικών γεγονότων».

Προκειμένου να διασφαλιστεί η θωράκιση της δημόσιας τάξης, τα ηνία της διακυβέρνησης φαίνεται ότι ανέλαβε προσωπικά η Ρωσία, η οποία, κατόπιν έκκλησης του Τοκάγιεφ, έστειλε χιλιάδες αλεξιπτωτιστές, με την Ουάσιγκτον να διαμαρτύρεται και να καλεί σε αυτοσυγκράτηση όλες τις πλευρές.

Την Παρασκευή, 7 Ιανουαρίου, σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο Ίντερφαξ, κατέφθασαν στο Καζακστάν περισσότερα από 70 μεταγωγικά της ρωσικής πολεμικής αεροπορίας με στρατιώτες και πολεμικό υλικό. Το όλο εγχείρημα πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της «ειρηνευτικής προσπάθεια» που είχε αναλάβει o CSTO (Collective Security Treaty Organisation) που αποτελείται από έξι πρώην σοβιετικά κράτη (Αρμενία, Τατζικιστάν, Κιργιστάν, Ουζμπεκιστάν, Καζακστάν, Ρωσία). Η Ρωσική Ομοσπονδία μάλιστα επιβεβαιώνει «την προσήλωσή της στις συμμαχικές υποχρεώσεις της στο πλαίσιο του Οργανισμού του Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας», ενώ το Υπουργείο Εξωτερικών κάνει λόγο για «υποκινούμενη προσπάθεια, με χρήση εκπαιδευμένων και οργανωμένων σχηματισμών, ώστε να υπονομευθεί η ασφάλεια και η ακεραιότητα του κράτους».

Τις εξελίξεις ακολούθησε, όπως ήταν φυσικό, και η μείωση της δραστηριότητας των διαδηλωτών, καθώς οι δυνάμεις ασφαλείας του Καζακστάν ανακατέλαβαν την Πλατεία Δημοκρατίας, έναν από τους κύριους τόπους διαμαρτυρίας, ενώ, από το πρωί της Δευτέρας, 10 Ιανουαρίου, αποκαταστάθηκε και η πρόσβαση στο Διαδίκτυο.

Η πρωτοφανής αυτή για το Καζακστάν κατάσταση, ωστόσο, φαίνεται πως «κούμπωσε» με την προϋπάρχουσα κοινωνική δυσαρέσκεια, η οποία τροφοδοτείτο από τις διευρυμένες ανισότητες, τα εξαιρετικά συχνά φαινόμενα διαφθοράς αλλά και την κρίση στον πετρελαϊκό κλάδο. Η τελευταία, μάλιστα, επέφερε την κατάπτωση των εσόδων του κράτους, το 60% των οποίων προέρχεται από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων. Αυτό αποδεικνύει ακόμη περισσότερο ότι όσα κοιτάσματα κι αν ανακαλυφθούν, όσα διυλιστήρια κι αν κατασκευαστούν, οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι θα μετράνε κέρδη, την ώρα που ο απλός λαός θα έρχεται αντιμέτωπος με την οικονομική του καταστροφή.

2 Σχόλια

Υποβολή απάντησης