«Το διάβασμα είναι χώρος ελευθερίας»

agelidou

Γνωρίζοντας τη δουλειά του μεταφραστή με τη μεταφράστρια και συγγραφέα Μαρία Αγγελίδου

συνέντευξη της Μαρίας Αγγελίδου στη Δήμητρα Ζαχαριάδη

Σαίξπηρ και Θερβάντες, Τολστόι και Ντοστογιέφσκι έγραψαν βιβλία ορόσημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, λέξεις ακριβές στη γλώσσα τη μητρική του καθενός. Εμείς ομως σήμερα έχουμε τη δυνατότητα να τα διαβάσουμε στη μητρική μας γλώσσα και να συγκινηθούμε το ίδιο όσο θα συγκινούμασταν αν τα διαβάζαμε στα αγγλικά, στα ισπανικά ή στα ρώσικα. Κι αυτό χάρη στους μεταφραστές, ένα επάγγελμα  που ίσως μερικοί τώρα συνειδητοποιούν την ύπαρξή του. Η συνέντευξη λοιπόν που μας παραχώρησε η διακεκριμένη μεταφράστρια, Μαρία Αγγελίδου μας επιτρέπει να γνωρίσουμε την ίδια και τη δουλειά της καλύτερα.

Αρχικά ρωτώντας τη για τα πρώτα βήματα της καριέρας της, η Μαρία Αγγελίδου μας αποκάλυψε πως η ενασχόλησή με τη μετάφραση ήταν εντελώς τυχαία. Ξεκίνησε με το όνειρο να γίνει καθηγήτρια σπουδάζοντας φιλολογία και ιστορία. Παρόλα αυτά στη συνέχεια εγκατέλειψε τη διδασκαλία μαγεμένη από τη μετάφραση. Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Αρχικά για να συμπληρώνω τα έξοδά μου μετέφραζα βιβλία περιπτέρου, βίπερ, αισθηματικά, καουμπόικα, δηλαδή “παρακατιανά” βιβλία σε σχέση με τα άλλα. Παρόλα αυτά έμαθα χάρη σε αυτά πάρα πολλά και συν τοις άλλοις με βοήθησαν να καλύπτω τα μηνιαία έξοδά μου».

Όμως τι είναι αυτό που ξεχωρίζει τον μεταφραστή από τον συγγραφέα; Κατά την κ. Αγγελίδου τη δουλειά του μεταφραστή ποτέ δεν την βαριέται κανείς, καθώς ποτέ δεν επαναλαμβάνεται.  Όταν κάποιος είναι συγγραφέας μπορεί να μιμηθεί και να μπει στη θέση του άλλου, αλλά πάντα μιλάει η δική του φωνή κατά βάθος. Όταν όμως μεταφράζει μεταφέρει και μετακενώνει την καρδιά ενός άλλου και αυτή είναι και η μαγεία, αυτή κάνει τη δουλειά τούτη την ωραιότερη δουλειά που υπάρχει.

Ομολογουμένως η μετάφραση ενός βιβλίου είναι μία μεγάλη διαδικασία που περιλαμβάνει περισσότερο διάβασμα και λιγότερο γράψιμο και αυτό το συνειδητοποιήσαμε οι ίδιοι μετά από την εκτενή περιγραφή της κυρίας Αγγελίδου όλων των βημάτων που ακολουθεί η ίδια πριν το γράψιμο: Η πρώτη ανάγνωση για την εκτίμηση του βιβλίου έρχεται μετά από την ανάθεσή του από τον εκδότη. Στη συνέχεια υπάρχει δεύτερη και τρίτη ανάγνωση για κατανόηση του βιβλίου. Έπειτα η κ. Αγγελίδου διαβάζει και τα υπόλοιπα βιβλία του συγκεκριμένου συγγραφέα, ώστε να έχει εικόνα για το γράψιμό του. Μετά διαβάζει άλλα βιβλία άλλων συγγραφέων που να διαδραματίζονται στην ίδια εποχή και στον ίδιο κόσμο. Τέλος η τελευταία ανάγνωση γίνεται με δυνατή φωνή  πριν εν τέλει ξεκινήσει το γράψιμο.

Παρόλα αυτά δυσκολίες υπάρχουν και στο σκέλος του γραψίματος. Σύμφωνα με την κ. Αγγελίδου υπάρχουν οι «εύκολες» δυσκολίες, όπως οι λεξιλογικές και οι πραγματολογικές, ενώ υπάρχουν και οι «δύσκολες» δυσκολίες. Για παράδειγμα, να αντιγράψει ο μεταφραστής τον ρυθμό του αρχικού κειμένου, να αντιστοιχίσει στην άλλη γλώσσα ακριβώς τις βωμολοχίες,, τα γλυκόλογα και γενικότερα άλλες λέξεις που δεν υπάρχουν ακριβείς μεταφράσεις στις άλλες γλώσσες.

Ένα όμως εύλογο ερώτημα είναι κατά πόσο βάζει την προσωπική του πινελιά ο μεταφραστής στο σύγγραμμα ή αν απλά αντικαθιστά τις λέξεις. Την απάντηση λοιπόν την έδωσε η κυρία Αγγελίδου: Επέμβαση σε ένα κείμενο γίνεται μόνο όταν υπάρχει η έγκριση του συγγραφέα.  Ό,τι θεωρεί ότι είναι ξένο σώμα το αφαιρεί σιωπηρά και ό,τι θεωρεί ότι χρειάζεται να προστεθεί το κάνει επίσης σιωπηρά, ώστε να υπηρετήσει τον αναγνώστη και τη συγκίνησή του.

Τελευταία το επάγγελμα του μεταφραστή έχει πολύ μεγαλύτερη αναγνώριση από ότι είχε στο παρελθόν. Έτσι η κ. Αγγελίδου μας έδωσε μερικές συμβουλές ώστε να μεταφέρουμε και εμείς με τη σειρά μας σε εσάς, δηλαδή σε πιθανούς μελλοντικούς μεταφραστες. Τα σημαντικότερα όπλα για αυτό το επάγγελμα δεν είναι οι σπουδές μεταφρασεολογίας ή διερμηνείας, αλλά άλλες αξίες που δεν τις αποκτάς, αλλά είναι έμφυτες μέσα σου. Πρέπει κανείς να έχει μεγάλη αγάπη για το διαβασμα και για τη γλώσσα· τα λεξικά πρέπει να είναι αγαπημένα του βιβλία, να τα ανοίγει και χωρίς λόγο, να τα έχει στη βαλίτσα του. Αλλα το βασικότερο όπλο είναι η κοινή λογική, όταν κάτι δεν καταλαβαίνει κανείς , να μπορεί να ρωτάει και να έχει το θάρρος να αποδεχτεί ότι κάτι δεν το κατανόησε σωστά. Τέλος το tip που μας εκμυστηρεύτηκε η κ. Αγγελίδου είναι το εξής: «Όσο μεταφράζεις πρέπει να αισθάνεσαι ότι είναι το ωραιότερο και το καλύτερο βιβλίο του κόσμου, ακόμα κι αν το κάνεις στα ψέματα. Πρέπει να πιστεύεις ότι χωρίς αυτό ο κόσμος θα είναι πιο μικρός, πιο άχρωμος και με αυτό ο κόσμος θα γίνει ομορφότερος και φωτεινότερος».

Τέλος η κυρία Αγγελίδου μας εκμυστηρεύτηκε μία γενική της άποψη-πρόταση σχετικά με τη γλώσσα και το διάβασμα. Πιστεύω πως αξίζει να απολαύσετε αυτά που είπε ακριβώς έτσι όπως τα είπε, για να μη χαθεί ούτε λέξη στη μεταφορά: «Η γλώσσα μας έχει ανάγκη από εξωστρέφεια, από ανθρώπους που θα μεταφέρουν τις δικές μας λέξεις έξω. Θα ήταν ένας καλός αγωνας να ξεφύγουμε από αυτή τη μικρότητα. Δεν κινδυνεύουμε από τις λέξεις που εισέρχονται στα ελληνικά αλλά από το ότι δε μεταφράζεται η γλώσσα μας. Οι γλώσσες δεν είναι όριο, δεν είναι τοίχος, είναι πόρτες, για να επικοινωνούμε. Να κάνετε ό,τι θέλετε, όταν το θέλετε. Έτσι κι αλλιώς αν είναι να σας αρέσει το διάβασμα θα σας αρέσει ό,τι και να διαβάσετε. Μπορεί να συγκινηθείτε με πέντε ή με 500000 λέξεις. Το διάβασμα είναι ο χωρος της ελευθερίας. Αν σας αρέσει βουρ· αν δε σας αρέσει άλλο».ο διάβασμα είναι χώρος ελευθερίας…

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης