Από την Πέρρου Μελίνα και τη Βόρδου Στέλλα
«Βόρειος Πόλος, άκου Βόρειος Πόλος! Να δω τι άλλο θα κάνω γι αυτόν τον κόκκινο γκρινιαρόγατο!» λέει χιουμοριστικά ο Γκριντς έτοιμος να θέσει σε ισχύ το πανέξυπνο σχέδιό του. Και συνέχισε πάλι να περπατάει σε μία απεγνωσμένη προσπάθεια να ξεφύγει από το στρώμα χιονιού, που ομολογουμένως ήταν ένας ικανός αντίπαλος για τις πράσινες πατούσες του.
Στην άλλη μεριά του παγωμένου αυτού του τόπου τα πράγματα πήγαιναν κάπως έως πολύ χειρότερα…
-Τελευταία φορά σου το λέω, Βασίλη! Σήκω ντύσου να δώσεις τα δώρα στα παιδάκια, γιατί αλλιώς θα σε κρεμάσω στα σχοινιά της κόκκινης μπουγάδας σου!
-Αφού βρε Αγιοβασιλίνα νυστάζω…Εξάλλου, δεν είναι πως κάνω και κάτι σημαντικό. Δώρο τους παίρνουν και οι γονείς τους. Άρα τι νόημα έχει;
-Σε έπιασε πάλι κρίση ηλικίας; Δεν έχεις βαρεθεί; Τέλος πάντων, πήγαινε πες όλον αυτόν τον μονόλογο στα δύσμοιρα που σε περιμένουν πώς και πώς κάθε χρόνο!
-Αν συνεχίζεις να με ζαλίζεις, θα πάω!
-Ε δεν παλεύεσαι πια!
Και με αυτό η Αγιοβασιλίνα αποχώρησε από το δωμάτιο. Εδώ και πολύ καιρό είχε δοκιμάσει τα πάντα για να φτιάξει την διάθεση του Άγιου Βασίλη. Δυστυχώς όμως το πείσμα του είχε πολύ μεγαλύτερη αντοχή από την ίδια. Τα gingerbread cookies, ο χορός των ξωτικών, ο Ρούντολφ το ελαφάκι, όλα του φαίνονται ασήμαντα ή και μουντά. Δεν ήταν ούτε θυμωμένη ούτε λυπημένη ωστόσο. Αντίθετα, σήμερα ένιωσε πιο αποφασισμένη από ποτέ. Εφόσον ήθελε να δει για άλλη μια χρονιά τα παιδιά του κόσμου χαρούμενα και με δώρα στα χέρια, έπρεπε η ίδια να γίνει ‘Άγιος Βασίλης στη θέση του Άγιου Βασίλη. “Είναι πλέον μονόδρομος. Η καταθλιψάρα του δεν αντέχεται άλλο! Πάμε κι όπου βγει” είπε στον εαυτό της και άρχισε να τυλίγει τις στοίβες με κάθε λογής παιχνίδια. Είχε πέντε μέρες ακόμη. Τι στο καλό, κάτι θα κατάφερνε…
Κι έτσι λοιπόν…
Μία μέρα έμενε μόνο μέχρι το μοίρασμα των δώρων και η Αγιοβασιλίνα ήταν έτοιμη- ή βασικά σχεδόν έτοιμη. Είχε ξεχάσει το πιο σημαντικό, να ντυθεί σαν τον άντρα της. Κόκκινη φόρμα, μαύρα μποτάκια, σκουφάκι. Τώρα όλα ήταν όπως έπρεπε. Μόνο που ο Γκριντς έχοντας μόλις φτάσει είχε διαφορετική άποψη.
-Καλέ Αγιοβασιλίνα τι είναι αυτό;
-Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς! Κάποιος πρέπει να μοιράσει τα δώρα. Αφού δεν θέλει ο γέρος να σηκωθεί από την κρεβατάρα του, δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο.
-Θα σου το θέσω ήπια. Πού έχεις ξαναδεί Άγιο Βασίλη με στήθος; Θες να δημιουργήσεις ψυχολογικά στα παιδάκια;
-Θα αντιπαρέλθω το εμφανέστατα σεξιστικό σου σχόλιο και, επειδή έχω κι άλλες δουλειές, θα ρωτήσω απλώς τι προτείνεις να γίνει.
-Άσ’το πάνω μου! Θα σου τον σουλουπώσω τον κόκκινο λουκουμά. Δεν θα το αφήσω έτσι.
-Και τι θα κερδίσεις εσύ από αυτό; Εξάλλου εσύ μισείς τα Χριστούγεννα. Η καλύτερή σου είναι!
-Και σε ρωτώ. Πώς θα κλέβω τα δώρα αν πρώτα κάποιος δεν τα μοιράσει,ε; Αλλά δεν έχω άλλο χρόνο για χάσιμο. Πες του χουζούρη να έρθει εδώ!
Μετά από λίγο λοιπόν…
-Τι θες μωρέ πρασινοπατούσα;
-Εγώ φταίω που θέλω να σε βοηθήσω κοκκινοσκουφάκο!
-Και τι θα κάνεις;
-Θα σε πάω ταξίδι!
-Μαλδίβες;
-Σιγά μη σου πληρώσω και 5άστερο. Σοβαρέψου!
-Και πού θα πάμε;
-Σε κάποιες γειτονιές. Φτωχές γειτονιές, απλές. Εκεί οι άνθρωποι ζουν μετρημένα και ήρεμα. Είναι αγαπημένοι. Και αυτό δεν συμβαίνει γιατί έχουν το καλύτερο iphone ή το τελευταίο Playstation. Συμβαίνει γιατί εκτιμούν ακόμη και τα πιο μικρά πράγματα στη ζωή.
Και όντως, με το έλκηθρο Γκριντς και Άγιος Βασίλης διένυσαν μαζί πολλά χιλιόμετρα και περιπλανήθηκαν στις πιο απόκρημνες και ταλαιπωρημένες περιοχές του κόσμου. Τότε, ο Άγιος Βασίλης κατάλαβε πως δεν είναι το υλικό δώρο που δίνει όλη αυτήν την χαρά στα παιδιά κι ούτε ποτέ τον περίμεναν για αυτόν τον λόγο- άλλοι ήταν οι λόγοι που τα παιδιά όλου του κόσμου, μεγάλα και μικρά, εξακολουθούσαν να ανυπομονούν για τον ερχομό του Αη-Βασίλη. Άλλωστε, αν ήταν για το δώρο και μόνο, κάποια παιδιά θα ήταν δυστυχισμένα τα Χριστούγεννα μιας και τα δώρα τους δεν είναι, σχεδόν ποτέ, μεγάλης αξίας. Είναι όμως η ανυπομονησία, το γεγονός πως όλη η οικογένεια περνάει χρόνο μαζί και δένεται, η αξία της xριστουγεννιάτικης προσφοράς… Ο Άγιος Βασίλης δεν είναι απλά ένας μεταφορέας, δεν είναι τα ΕΛΤΑ. Είναι ένα σύμβολο όλης αυτής της μαγείας.
-Λες τελικά να είμαι σημαντικός;
-Εσύ τι λες μωρέ;