Για όσους δεν ξέρουν τι παίζει:
Η «Ελπίδα» είναι μια προσκοπική κατασκήνωση, πιο συγκεκριμένα για τους Ανιχνευτές (τους προσκόπους ηλικίας 15-18 χρονών) παρέχοντας τους την δυνατότητα να γνωρίσουν νέα μέρη, νέους ανθρώπους.
Χωρίζεται σε 2 μέρη:
Α” μέρος: Διάσχιση βουνών. Στην δική μας «Ελπίδα», η οποία έλαβε μέρος στην Πελοπόννησο, χωριστήκαμε σε 4 ομάδες ανάλογα με το πιο βουνό είχαμε επιλέξει, διαμορφώνοντας έτσι τις «Συσκηνίες», συνονόματες των βουνών αυτών: «Ταΰγετος», «Χελμός», «Πάρνωνας» και «Μαίναλο»
Β” Μέρος: Σταθερή Κατασκήνωση, όπου όλοι συγκεντρωθήκαμε στην Αρχαία Ολυμπία, στις όχθες του Αχέροντα.
Σημείωση: Οι συσκηνίες χωρίζονται σε «Κοινότητες της Ελπίδας» των 20-25 ατόμων, οι οποίες προκύπτουν από την ένωση 2-3 κοινοτήτων από διαφορετικά μέρη της Ελλάδας, κατόπιν κλήρωσης. Εμείς, έτυχε (και πέτυχε) να είμαστε με μια κοινότητα από το Ρέθυμνο, και μαζί αποτελέσαμε την 11η Κοινότητα του Μαινάλου)
Ά μέρος:
Όλοι οι συμμετέχοντες, ήμασταν 8:00, έξω από το γήπεδο του Καραΐσκάκη, για να χωριστούμε σε συσκηνίες και να μπούμε στα λεωφορεία, με προορισμό, κάθε συσκηνία, διαφορετική πόλη, ανάλογα με το πιο βουνό θα είχε κληθεί να διασχίσει. Π.χ. Η Συσκηνία του Μαίναλου, το πρώτο βράδυ θα έμενε, στην Τρίπολη, στο 9ο Δημοτικό Σχολείο.
Αφού είχαμε αφήσει την πρώτη μέρα, όσα πράγματα δεν θα χρειαζόμασταν στο βουνό, αρχίσαμε να διασχίζουμε τα καταπράσινα μονοπάτια του Μαινάλου, μέχρι το χιονοδρομικό κέντρο όπου θα στήναμε τις σκηνές μας για το βράδυ. Αργά το απόγευμα εκείνης της ημέρας, αρχίσαμε να παίρνουμε το μονοπάτι προς την κορυφή Οστρακίνα (στα 1981 μέτρα) Η θέα τόσο στην κορυφή, αλλά και κατά την διαδρομή ήταν απερίγραπτη. Ήταν η ώρα που από την μια έδυε ο ήλιος και από την άλλη άρχιζε να ξεπροβάλλει η πανσέληνος. Αυτή η θέα, αυτή η γαλήνη που απέπνεε η φύση γύρω μας εκείνη την στιγμή, αυτή ήταν η αποζημίωση για τις ώρες που περπατήσαμε με το σακίδιο στην πλάτη, για κάθε σταγόνα ιδρώτα που αφήσαμε και για κάθε σταγόνα νερού που αναζητήσαμε.
Την επόμενη μέρα, ανεβήκαμε στο χωριό «Βυτίνα», όπου μείναμε στο εκκλησάκι λίγο πιο έξω. Το πρωί ανεβήκαμε στα λεωφορεία και κατευθυνθήκαμε προς τη «Δημιτσάνα», ένα γραφικό ορεινό χωριό, όπου επισκεφθήκαμε το «Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης». Ευτυχισμένοι που το πιο κουραστικό μέρος είχε μείνει πίσω, γυρίσαμε στην Τρίπολη όπου θα μέναμε την τελευταία μέρα (πριν κατεβούμε στην Αρχαία Ολυμπία). Εκεί, κάναμε ένα tour στα αξιοθέατα της πόλης, καθώς επίσης φτιάξαμε ξύλινες πινακίδες για να τοποθετηθούν σε ένα πάρκο της πόλης. Έτσι αφού μαζέψαμε τα πράγματά μας, το μεσημέρι, ανεβήκαμε στο λεωφορείο για να πάμε στην Αρχαία Ολυμπία. Το Β” μέρος της Κατασκήνωσης μας περίμενε..
Β” μέρος:
Με το που φτάσαμε στην κατασκήνωση, στήσαμε όσο πιο γρήγορα μπορούσαμε τις σκηνές μας, μιας και ο χρόνος μας πίεζε γιατί είχαμε την επίσημη «Τελετή Έναρξης». Εκεί, μας υποδέχθηκαν ο Γιάννης Χατζηγεωργίου και ο Ευτύχης Μπλέτσας, παρακολουθήσαμε βιντεάκια με φωτογραφίες των προηγούμενων ημερών και ανάψαμε την «Φλόγα της Ελπίδας»
Τις υπόλοιπες μέρες, εξερευνήσαμε το «Πράσινο χωριό» όπου δεν έλειπαν η ποίηση, οι γρίφοι που ζητούσαν απάντηση στα «Escape room», καθώς και οι οργανισμοί και Μ.Κ.Ο. έτοιμοι να μας ενημερώσουν.
Χορέψαμε ένα βράδυ στο «Συνελπίς», πέσαμε-χτυπήσαμε-σηκωθήκαμε στην απέναντι όχθη του Αχέροντα παίζοντας «Scoutvor», κατασκευάσαμε μνημεία όπως οι πυραμίδες με καστανιές, βυθιστήκαμε σε γαλανά νερά με εξοπλισμό κατάδυσης, ανοιχτήκαμε στο πέλαγος με ναυτοπροσκοπικές λέμβους…
Και τέλος, δημιουργήσαμε αναμνήσεις που μας ακολουθούν και θα μας ακολουθούν για πολύ καιρό ακόμη, με ανθρώπους που κι αν μας χωρίζουν χιλιόμετρα και πελάγη, εμείς τους νιώθουμε κοντά μας, και τους αγαπήσαμε, κι ας ακούγεται υπερβολικό. Δεν είναι.
Μαρία
Αθανασοπούλου