Οδοί της συνοικίας μας

Οδός Λεμεσού

Η πόλη της Λεμεσού άρχισε να αναφέρεται στην ιστορία κατά την πρώιμη βυζαντινή εποχή με το όνομα Νεάπολις. Κατά τα βυζαντινά χρόνια ήταν έδρα επισκόπου και αναφέρεται με τις ονομασίες Θεοδοσιάς (ή Θεοδοσιανή) και Νέα Πόλις (Νεάπολις), ήταν δε εκείνη που άκμασε ανάμεσα σε δυο σημαντικές αρχαίες πόλεις, την Αμαθούντα και το Κούριον. Μάλιστα η Αμαθούς απαντάται από τα μεσαιωνικά χρόνια ως και σήμερα με την ονομασία Παλαιά Πόλις.

Κατά τη μεσαιωνική περίοδο η Λεμεσός φιλοξένησε το γάμο του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου και της Βερεγγάριας, η οποία αργότερα στέφθηκε βασίλισσα της Αγγλίας, με τη στέψη να γίνεται επίσης στη Λεμεσό.

Αργότερα, κατά την περίοδο των Σταυροφοριών, οι Σταυροφόροι ίδρυσαν το αρχηγείο τους στα δυτικά της Λεμεσού, γνωστό σήμερα ως Μεσαιωνικό Κάστρο Κολοσσίου. Αυτό αποτέλεσε και την αρχή της παραγωγής κρασιού στο νησί, κυρίως του γλυκού κρασιού, της Κουμανταρίας, η οποία φέρει το αρχαιότερο όνομα κρασιού στον κόσμο.

Στη Λεμεσό αποβιβάστηκε με τα στρατεύματά του ο βασιλιάς της Αγγλίας Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, που κατέλαβε την Κύπρο το 1191. Το 1291 η πόλη δόθηκε από τον τότε Φράγκο βασιλιά της Κύπρου Ερρίκο Β΄ στους Ναΐτες και Ιωαννίτες ιππότες. Σύντομα όμως οι Ιωαννίτες κατέλαβαν τη Ρόδο και μετέφεραν εκεί την έδρα τους, ενώ το τάγμα των Ναϊτών διαλύθηκε με απόφαση του πάπα.

Το 1426 η πόλη καταλήφθηκε και λεηλατήθηκε από τους Μαμελούκους, ενώ κατά καιρούς δέχτηκε και άλλες επιθέσεις από διάφορους εισβολείς, κατά κύριο λόγο εκ μέρους των Μαμελούκων, ως αντίποινα για το γεγονός πως η πόλη είχε μετατραπεί σε ναυτική βάση πειρατικών επιδρομών, ιδίως Καταλανών πειρατών.

Μεταξύ των μνημείων της, που σώζονται, είναι το μεσαιωνικό φρούριο, που είχε κτισθεί τον 12ο ή στις αρχές του 13ου αιώνα. Αν και η παράδοση αναφέρει ότι στο φρούριο αυτό τέλεσε τους γάμους του ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος με τη Βερεγγάρια της Ναβάρρας, αυτό είναι λάθος, γιατί το φρούριο δεν είχε κτισθεί ακόμη το 1191, όταν ο Ριχάρδος βρισκόταν στην Κύπρο. Αντίθετα, οι πηγές αναφέρουν ότι οι γάμοι του Άγγλου βασιλιά είχαν γίνει στη μικρή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που δεν σώζεται πλέον.

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκαν στην Λεμεσό πολλές οικογένειες Ελλήνων Μικρασιατών. Έγγραφα και φωτογραφικά τεκμήρια πιστοποιούν την άφιξη χιλιάδων Μικρασιατών στην Κύπρο, οι οποίοι, παρά τις απαγορεύσεις των Άγγλων, βρήκαν ανάμεσα στους Έλληνες της Κύπρου θερμή φιλοξενία και ρίζωσαν στο νησί.

Λόγω της μεγάλης και σημαντικής ιστορίας της πήρε το όνομά της η οδός Λεμεσού στην Λάρισα, στην περιοχή του Αβέρωφ.

 

Οδός Λάρνακας

Αρχαιότητα

Το Κίτιο, ιδρυμένο από Έλληνες αποίκους τον 14ο π.Χ. αιώνα, υπήρξε αργότερα σημαντική αποικία των Φοινίκων. Είναι, μεταξύ άλλων, γνωστό από την εκστρατεία του Κίμωνος του Αθηναίου, ο οποίος πέθανε, ενώ το πολιορκούσε (450 π. Χ.). Τον 1ο αι. μ.Χ., όταν το Κίτιο είχε αρχίσει να εκχριστιανίζεται, ο Άγιος Λάζαρος, ο φίλος του Χριστού, είχε γίνει ο πρώτος επίσκοπος της πόλης. Ο Λάζαρος, που είχε διαφύγει στην Κύπρο, αφού αναστήθηκε από τον Χριστό, έζησε στο Κίτιο ως τον δεύτερο θάνατό του. Ο σημαντικότερος από τους ναούς της σημερινής Λάρνακας, εκείνος του Αγίου Λαζάρου, κτισμένος γύρω στο 900 μ.Χ., πιστεύεται ότι είχε ανεγερθεί στο χώρο όπου είχε ταφεί ο άγιος. Το όνομα της πόλης, εξάλλου, προέρχεται από τη λάρνακα, δηλαδή την αρχαία πέτρινη σαρκοφάγο (δύο σαρκοφάγοι βρέθηκαν στο ιερό του ναού του Αγίου Λαζάρου κατά τη διάρκεια ανασκαφών). Πολλές σαρκοφάγοι υπήρχαν στην περιοχή της πόλης, όπου οι ανασκαφές έφεραν στο φως και ερείπια της αρχαίας πόλης του Κιτίου.

Η Αρχαία πόλη ήταν περιτειχισμένη από τα αρχαία χρόνια, τα τείχη όμως κατεδαφίστηκαν από τους Ρωμαίους. Το λιμάνι της αρχαίας πόλης ανακαλύφθηκε πρόσφατα στο εσωτερικό της σημερινής πόλης, σημάδι ότι στα αρχαία χρόνια η θάλασσα βρισκόταν προς τα μέσα.

Μεσαιωνική περίοδος

Κατά τα μεσαιωνικά χρόνια η Λάρνακα ονομαζόταν και Αλυκές (Σαλίνες), λόγω του ότι κοντά στην πόλη βρίσκεται μεγάλη λίμνη που περιέχει θαλάσσιο νερό και που ξηραίνεται το καλοκαίρι, παράγοντας άφθονο αλάτι. Η αλυκή αυτή ήταν γνωστή από τα αρχαία χρόνια, κι αναφέρεται από τον Πλίνιο.

Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας (1192-1489) η Λάρνακα δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντική πόλη, αλλά είχε αρχίσει να αναπτύσσεται ως λιμάνι μετά το 1373, όταν το κυριότερο ως τότε λιμάνι της Κύπρου, η Αμμόχωστος, καταλήφθηκε από τους Γενουάτες.

Τουρκοκρατία

Ως σημαντικό λιμάνι η Λάρνακα παρέμεινε και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (1570-1878), όπου μάλιστα εξελίχθηκε στο σημαντικότερο λιμάνι του νησιού και σε ένα από τα 7 σημαντικότερα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μάλιστα η πόλη ήταν γνωστή και με την ονομασία Σκάλα (αποβάθρα) λόγω της μεγάλης αποβάθρας της, όπου εκεί έκαναν σταθμό τα καράβια.

Διάφοροι Κύπριοι, Ελλαδίτες και ξένοι έμποροι διέμεναν στην Λάρνακα κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Αρκετοί από αυτούς υπηρετούσαν και ως πρόξενοι ή υποπρόξενοι ή και εμπορικοί αντιπρόσωποι διαφόρων χωρών (Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας, Αμερικής, Αυστρίας, και άλλων). Έτσι, η Λάρνακα ήταν, κατά την περίοδο αυτή, η πόλη των προξενείων και των εμπορευομένων και ήταν ως εκ τούτου η περισσότερο αναπτυγμένη από όλες τις κυπριακές πόλεις.

Εγκατάσταση Ελλήνων Μικρασιατών

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, από τον Σεπτέμβριο έως τον Δεκέμβριο του 1922 έφτασαν στην Κύπρο πολλές οικογένειες Ελλήνων Μικρασιατών, που έφτασαν σε σύνολο τα 2.400 πρόσωπα.Το μεγαλύτερο πλήθος προσφύγων το δέχτηκε η Λάρνακα, καθώς υπήρχε το λοιμοκαθαρτήριο. Οι πρόσφυγες, που έφτασαν και εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο, προέρχονταν κυρίως από πόλεις της νότιας Μικράς Ασίας, όπως το Ικόνιο, η Μερσίνα, η Αλλάγια, η Κυλινδρία, η Αντιόχεια, η Αττάλεια, η Σελεύκεια, το Ανεμούριο, η Φιλαδέλφεια, καθώς και από τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη και οι πρόσφυγες διασκορπίστηκαν παγκύπρια, τόσο σε αστικά κέντρα όσο και στην επαρχία, παραθαλάσσια όσο και στην ενδοχώρα. Παρά τις απαγορεύσεις των Άγγλων οι Έλληνες Μικρασιάτες βρήκαν ανάμεσα στους Έλληνες της Κύπρου θερμή φιλοξενία και ρίζωσαν στο νησί.

Ανεξαρτησία

Όπως και η Κύπρος ολόκληρη, έτσι και η Λάρνακα ειδικότερα, άρχισε να αναπτύσσεται με γοργό ρυθμό από την ανεξαρτησία της Κύπρου (1960) και έπειτα. Μετά την τουρκική εισβολή του 1974, η ανάπτυξη της Λάρνακας υπήρξε περισσότερο ραγδαία και εντυπωσιακή. Το κλείσιμο του διεθνούς αεροδρομίου Λευκωσίας, λόγω της εισβολής, οδήγησε στην δημιουργία του διεθνούς αεροδρομίου της Λάρνακας, στην περιοχή της αλυκής, που είναι σήμερα το μεγαλύτερο και κυριότερο από τα κυπριακά αεροδρόμια και αποτελεί ζωτικό αεροπορικό κόμβο στην περιοχή της Εγγύς και Μέσης Ανατολής. Η απώλεια, εξάλλου, του κυριότερου εμπορικού λιμανιού της Κύπρου, δηλ. της Αμμοχώστου, λόγω της τουρκικής εισβολής και κατοχής, είχε ως αποτέλεσμα την σημαντική αναβάθμιση του λιμανιού της Λεμεσού και, κατά δεύτερο λόγο, εκείνου της Λάρνακας. Τέλος, η απώλεια των παραδοσιακών τουριστικών περιοχών της Κύπρου (Αμμόχωστος, Κερύνεια), οδήγησε σε τουριστική αξιοποίηση άλλων περιοχών της Κύπρου περιλαμβανομένης της Λάρνακας, στην οποία κτίστηκαν πολλά σύγχρονα και πολυτελή ξενοδοχεία.

Κοντά στην πόλη βρίσκονται οι κυριότερες αποθήκες πετρελαιοειδών της Κύπρου. Για όλους αυτούς τους λόγους, η πόλη της Λάρνακας γνωρίζει σήμερα μια νέα ακμή. Εξαιτίας αυτών των γεγονότων, ονομάστηκε μια οδός στην περιοχή του Αβέρωφ, στη Λάρισα, η οδός Λάρνακας.

 

Οδός Αμμοχώστου

Η Αμμόχωστος είναι μια από τις πιο παλιές πόλεις της Κύπρου. Η πόλη πρωτοχτίστηκε κατά τον 3ο π.Χ. αιώνα από τους Πτολεμαίους και είχε ονομαστεί Αρσινόη, προς τιμή της βασίλισσας Αρσινόης, της διάσημης αυτής Ελληνίδας βασίλισσας της Αιγύπτου των Ελληνιστικών χρόνων.

Στην ουσία, όμως, η Αμμόχωστος υπήρξε η διάδοχος της πιο φημισμένης και πιο σημαντικής αρχαίας πόλης της Κύπρου, της Σαλαμίνας. Κατά την ελληνική μυθολογία, η Σαλαμίνα είχε ιδρυθεί μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου από τον Τεύκρο, τον γιο του Τελαμώνα και αδελφό του Αίαντα, από το ελληνικό νησί της Σαλαμίνας.

Βυζαντινή Αυτοκρατορία

Η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή πολύ αργότερα, στην εποχή του βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Για να τιμήσει την πόλη, από την οποία καταγόταν η γυναίκα του Θεοδώρα, ο Ιουστινιανός την πλούτισε με πολλά κτίρια, ενώ οι κάτοικοι, για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους, την ονόμασαν Νέα Ιουστινιανία. Το 647 μ.Χ., όταν καταστράφηκαν οι γειτονικές πόλεις από τις επιδρομές των Σαρακηνών, οι κάτοικοι των πόλεων αυτών μετοίκησαν στην Αμμόχωστο, με αποτέλεσμα ο πληθυσμός της πόλης να αυξηθεί σημαντικά και να γνωρίσει η ίδια η πόλη νέα άνθηση.

Άραβες

Αργότερα, όταν τους Αγίους Τόπους τους κατέλαβαν οι Άραβες, ο χριστιανικός πληθυσμός κατέφυγε στην Αμμόχωστο, με αποτέλεσμα να μετατραπεί η πόλη σε σημαντικό χριστιανικό κέντρο, αλλά και σε ένα από τα πιο σημαντικά εμπορικά κέντρα στην ανατολική Μεσόγειο. Έτσι δεν άργησε να γίνει το κέντρο της προσοχής πολλών χριστιανικών λαών της δύσης.

Φραγκοκρατία

Μεγάλη ανάπτυξη και πρωτοφανή ακμή είχε γνωρίσει η Αμμόχωστος κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας και ιδίως κατά τον 13ο και 14ο αιώνα. Περιτειχισμένη με ισχυρά τείχη, υπήρξε το σπουδαιότερο λιμάνι της Ανατολικής Μεσογείου και η ίδια μια από τις πιο πλούσιες πόλεις. Παροικίες πολλών εμπόρων, Βενετών, Γενουατών, Πιζάνων, Ναπολιτάνων, Καταλανών, Μασσαλών, Σύρων και άλλων, κατοικούσαν στην πόλη που είχε εξελιχθεί σε ιδιαίτερα σπουδαίο σταθμό διαμετακομιστικού εμπορίου μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Οι ποικίλες εμπορικές δραστηριότητες είχαν ως αποτέλεσμα να συρρέει στην Αμμόχωστο άφθονος πλούτος. Λαμπρά ανάκτορα και άλλα οικοδομήματα κοσμούσαν την πόλη, ανάμεσα στα οποία ξεχώριζε ο σωζόμενος και σήμερα γοτθικός καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου. Στο ναό αυτό οι Φράγκοι βασιλιάδες της Κύπρου στέφονταν και ως βασιλιάδες Ιεροσολύμων.

Πρώτος κατέλαβε την πόλη ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, ενώ αμέσως μετά από αυτόν ο Γάλλος Λουζινιάν, που στην Αμμόχωστο στέφτηκε και βασιλιάς της Κύπρου και της Ιερουσαλήμ.

Ωστόσο η Αμμόχωστος καταλήφθηκε από τους Γενουάτες το 1373, που διέθεταν ισχυρό στόλο, και κρατήθηκε από αυτούς για ένα σχεδόν αιώνα.

Μετά την κατάληψή της, το 1489, από τους Ενετούς η πόλη οχυρώνεται και μετατρέπεται σε διοικητικό κέντρο και γενικό στρατηγείο για την Ανατολική Μεσόγειο. Στον γνωστό πύργο της πόλης η παράδοση τοποθετεί την εξέλιξη και το τέλος της τραγωδίας του Σαίξπηρ «Οθέλλος», αν και ο ίδιος ο μεγάλος συγγραφέας δεν αναφέρει την Αμμόχωστο, αλλά ομιλεί απλώς για «ένα λιμάνι στην Κύπρο». Όμως, ο Οθέλος, ο ήρωας της ομώνυμης τραγωδίας του Σαίξπηρ, θεωρείται ότι είχε πηγή έμπνευσης τον Κριστόφορο Μόρο, Βενετό αξιωματούχο που είχε διατελέσει διοικητής της Αμμοχώστου και της Κύπρου κατά το 1505 – 1507.

Οθωμανική Αυτοκρατορία και Αγγλοκρατία

Η Αμμόχωστος αντιστάθηκε με ηρωισμό κατά τη διάρκεια της εισβολής των Οθωμανών Τούρκων, που κατέλαβαν την Κύπρο το 1570, αντέχοντας μια ιδιαίτερα σκληρή πολιορκία που κράτησε έντεκα μήνες, μέχρι τον Αύγουστο του 1571. Παρά το ότι οι επιθέσεις των Τούρκων ήταν λυσσώδεις, η πόλη τις είχε αποκρούσει όλες. Αναφέρεται ότι μπροστά στα τείχη της Αμμοχώστου οι Τούρκοι είχαν 80.000 νεκρούς. Ωστόσο, ύστερα από έντεκα μήνες, και όταν οι υπερασπιστές της σχεδόν πέθαιναν από την πείνα και είχαν εξαντλήσει πλήρως τα πολεμοφόδια τους, πολεμώντας πλέον μόνο με πέτρες και ξύλα, η πόλη συνθηκολόγησε και αποφάσισε να παραδοθεί. Οι Τούρκοι δεν τήρησαν τελικά τη συμφωνία και διέπραξαν άγρια σφαγή των κατοίκων και υπερασπιστών της πόλης και πλήρη λεηλασία της. Η ωμότητα των Οθωμανών ήταν τέτοια, ώστε έγδαραν ζωντανό τον Βενετό κυβερνήτη Μάρκο Αντώνιο Μπραγκαντίν (Μπραγκαντίνο) και θεωρήθηκε πράγματι τυχερός όποιος εκτελέστηκε γρήγορα, όπως ο Αστόρε κ.ά. Δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί πως, λόγω των Οθωμανικών αγριοτήτων στην Κύπρο, η Χριστιανική Δύση επί Πάπα Ρώμης Πίου Ε΄οργάνωσε την Ιερά Συμμαχία (Sacra Lingua Antiturca), που με αποκορύφωμα την Ναυμαχία της Ναυπάκτου και την καταστροφή του Τουρκικού στόλου (1571) σταμάτησε ουσιαστικά η Οθωμανική κυριαρχία στην Μεσόγειο. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας η Αμμόχωστος βρισκόταν σε κατάσταση παρακμής, όπως άλλωστε και ολόκληρη η Κύπρος. Άρχισε και πάλι να αναπτύσσεται μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Άγγλους (1878). Μεταξύ άλλων, οι Άγγλοι βελτίωσαν και επέκτειναν το λιμάνι της πόλης και την ένωσαν σιδηροδρομικώς με την πρωτεύουσα Λευκωσία, ενώ εδώ είχε τα κεντρικά γραφεία του ο Κυπριακός Κυβερνητικός Σιδηρόδρομος.

Το 1922 μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, εγκαταστάθηκαν στην Αμμόχωστο, όπως και σε όλη την Κύπρο, οικογένειες Ελλήνων Μικρασιατών.

Ανεξαρτησία

Ιδιαίτερα αναπτύχθηκε η Αμμόχωστος μετά την ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητο κράτος (1960), οπότε η πόλη γίνεται μεγάλο εμπορικό κέντρο, αλλά γίνεται διεθνώς γνωστή και ως σημαντικό τουριστικό θέρετρο. Ανάμεσα στους εκτεταμένους πορτοκαλεώνες, που περιέβαλλαν την πόλη, και δίπλα στην αμμώδη παραλία της, είχαν ανεγερθεί σύγχρονα ξενοδοχεία και η Αμμόχωστος είχε πάρει μια έντονα κοσμοπολίτικη όψη.

Συμπεριλαμβανομένων όλων των παραπάνω και λόγω της σπουδαιότητας της πόλης, ονομάστηκε Αμμοχώστου μία οδός στην συνοικία του Αβέρωφ, στην Λάρισα.

Παυλοπούλου Γεωργία / Χαρακοπούλου Μαρία   Α΄5