Τα Χριστούγεννα στην Ελλάδα…

Τα Χριστούγεννα είναι διαφορετικά για τον καθένα μας. Είναι μια γιορτή εκδήλωσης αγάπης, αδελφοσύνης και χαράς. Ο καθένας από εμάς τα γιορτάζει με τον δικό του τρόπο και τα δικά του έθιμα. Για παράδειγμα, στο εξωτερικό έχει επικρατήσει το στόλισμα και το άναμμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου και το γιορτινό τραπέζι με την καλομαγειρεμένη γαλοπούλα. Στην Ελλάδα επικρατούν κάποια έθιμα, που με την πάροδο του χρόνου άρχισαν να γιορτάζονται από λιγότερους ανθρώπους, όπως το στόλισμα του καραβιού και το σφάξιμο χοίρων για το γιορτινό τραπέζι. Σε πολλά από αυτά τα έθιμα θα αναφερθούμε και παρακάτω.

Χριστόξυλο

Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας την παραμονή των Χριστουγέννων ο νοικοκύρης κάθε σπιτιού ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο και γερό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό είναι το Χριστόξυλο. Η νοικοκυρά έχει ήδη φροντίσει να καθαρίσει το σπίτι και ιδιαίτερα το τζάκι με μεγάλη προσοχή, ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζει ακόμη και την καπνοδόχο του σπιτιού, ώστε να μην μπορέσουν να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως αναφέρονται στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια. Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι, ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην εστία το Χριστόξυλο. Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη Του.

Χριστόξυλο

Το “τάισμα” της βρύσης

Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων στα χωριά της κεντρικής Ελλάδας γίνεται το “τάισμα” της βρύσης. Οι κοπέλες του χωριού, λίγες ώρες πριν ξημερώσουν Χριστούγεννα, πηγαίνουν στις βρύσες και τις αλείφουν με μέλι, για να είναι γλυκιά η ζωή τους. Επίσης, για να έχουν καλή σοδειά φέρνουν στη βρύση βούτυρο, σιτάρι, όσπρια ή ένα κλαδί ελιάς. Η κοπέλα που θα φτάσει πρώτη στη βρύση θα είναι και η πιο τυχερή. Επιστρέφοντας στο σπίτι οι κοπέλες φέρνουν μαζί τους νερό από τη βρύση και ραντίζουν όλο το σπίτι. Όλη η διαδικασία γίνεται σιωπηλά. Το έθιμο αυτό λέγεται και το “αμίλητο νερό”.

Το ταισμα της βρύσης

Το αναμμένο πουρνάρι και το έθιμο της φωτιάς

Το έθιμο συμβολίζει τους βοσκούς, που πήγαν να προσκυνήσουν το θείο βρέφος και είχαν ανάψει ένα ξερό κλαδί, για να βλέπουν μέσα στην νύχτα. Ένα πολύ παλιό έθιμο στην Ήπειρο, που συναντάται με μικρές παραλλαγές στις διάφορες περιοχές της. Το έθιμο τηρείται κυρίως στα χωριά της Άρτας. Ανήμερα Χριστούγεννα, όποιος επισκεφτεί φιλικό ή συγγενικό σπίτι, για να ευχηθεί χρόνια πολλά, καθώς και οι παντρεμένοι, που θα πάνε στο πατρικό τους, κρατούν ένα κλαρί από πουρνάρι που το ανάβουν στον δρόμο. Τα φύλλα του, καθώς καίγονται, τρίζουν και η ευχή στον κάθε οικοδεσπότη είναι να μεγαλώνει η φαμίλια και να προκόβουν τα κοπάδια.

Στα Γιάννενα δεν κρατούν το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους, αλλά στη χούφτα τους έχουν δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα. Όταν μπουν στο σπίτι, τα πετούν μέσα στο τζάκι και, καθώς τα φύλλα καίγονται, πετάνε σπίθες. Τότε δίνεται η καλύτερη ευχή στον νοικοκύρη: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!». Δηλαδή, να προκόβουν τα κοπάδια του, να πληθαίνει η φαμελιά του, να μεγαλώνουν τα κορίτσια και τα παλικάρια του, να του φέρνουν στο σπίτι νύφες και γαμπρούς, να του δώσουν εγγόνια που δεν θα αφήσουν το όνομα το πατρικό να σβήσει.

Στο χωριό Πουρνιά της Κόνιτσας την παραμονή των Χριστουγέννων το παραδοσιακό «έθιμο της φωτιάς» δημιουργεί γιορτινή διάθεση. Το πρωί στην πλατεία του χωριού ανάβει μια μεγάλη φωτιά και ο κόσμος, κρατώντας μαγκούρες στα χέρια, πηγαίνει σε όλα τα σπίτια του χωριού για τα κάλαντα. Οι νοικοκυρές προσφέρουν φρεσκοψημένα καρβέλια ψωμί.

Η αγριοκρέμμυδα

Τα έθιμα των γιορτών είναι πολλά σε Πελοπόννησο και Δυτική Ελλάδα. Το πάτημα της πέτρας και του σίδερου, αλλά και το σπάσιμο ροδιού, που συμβολίζουν την καλοτυχία, το «ποδαρικό» από ένα μικρό παιδί, το κούτσουρο που καίει όλη την ημέρα στο τζάκι, «για να ζεσταίνει την Παναγία που γεννά», τα φαγητά που προσφέρονται στις Μοίρες, καθώς και η τοποθέτηση μίας αγριοκρέμμυδας έξω από την πόρτα του σπιτιού. Τα περισσότερο έθιμα τηρούνται από τα μέλη των οικογενειών και έχουν μεταφερθεί από γενιά σε γενιά, ενώ ξεχωριστή θέση έχουν και τα έθιμα που τηρούνται στο εορταστικό τραπέζι.

Στη Μεσσηνία, μόλις μπει η νέα χρονιά, οικογένειες περιμένουν να έρθει στο σπίτι ένα μικρό παιδί, για να τους κάνει «ποδαρικό», ώστε ο νέος χρόνος να είναι καλότυχος, ενώ στη συνέχεια του ζητούν να πατήσει ένα σιδερένιο αντικείμενο, προκειμένου να είναι όλοι υγιείς. Επίσης, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς τοποθετούν έξω από την πόρτα του σπιτιού μία αγριοκρεμμύδα, για να είναι καλότυχη η νέα χρονιά.

Αγριοκρέμμυδα

Χριστουγεννιάτικο στεφάνι

Το χριστουγεννιάτικο στεφάνι (γερμ. Adventskranz), είναι πατροπαράδοτο χριστουγεννιάτικο έθιμο που διακοσμεί τα χριστιανικά σπίτια στις γερμανόφωνες επικράτειες. Είναι κατασκευασμένα από κλαδιά ελάτης και φέρουν τέσσερα κεριά, τα οποία συμβολίζουν τον ερχομό των Χριστουγέννων. Πριν από τα Χριστούγεννα ανάβουν τα κεριά, πρώτα ένα, μετά δύο, τρία και τέσσερα και μετά είναι Χριστούγεννα.

Χριστουγεννιάτικο στεφάνι

 Κόλιντα Μπάμπω

Στο Ρουμλούκι και αλλού (π.χ. Πέλλα) αναβιώνει ακόμα και σήμερα το έθιμο “Κόλιντα Μπάμπω”. Οι κάτοικοι της περιοχής το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου ανάβουν φωτιές φωνάζοντας “Κόλιντα Μπάμπω”. Το έθιμο αναβίωσε φέτος και στην Κορυφή Αλεξάνδρειας. Η λέξη Κάλαντα (Κόλιντα) προέρχεται από τη λατινική «calenda», που διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ. Πιστεύεται ότι η ιστορία του εθίμου προχωρεί πολύ βαθιά στο παρελθόν, στα ομηρικά χρόνια, και συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα, καθώς έχουν ανακαλυφθεί αρχαία γραπτά κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα (Ειρεσιώνη στην αρχαιότητα). Τα παιδιά κρατούσαν ένα κλαδί ελιάς ή δάφνης, στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (είναι η δωρική λέξη ειρεσιώνη= έριο = μαλλί), γύριζαν και τραγουδούσαν και τους έδιναν δώρα.  Άλλη εκδοχή παρουσιάζει τα παιδιά της εποχής εκείνης να κρατούν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Άλλοτε κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης, στο οποίο κρεμούσαν κόκκινες και άσπρες κλωστές. Στις κλωστές έδεναν τις προσφορές των νοικοκύρηδων. Το “Κόλιντα Μπάμπω” φυσικά δεν είναι τίποτα περισσότερο από τα κάλαντα στη γιαγιά, μια φράση που είναι γνωστή σε πάρα πολλές περιοχές της Ελλάδας. “Κόλιντα, κόλιντα, δώσ’ μου μπάμπω κλούρα. Αν δε με δώσεις κλούρα, δώσ’ μου τη θυγατέρα ‘ς…”, “Κόλιντα και μέλιντα με μένα μπάμπω κλούρα…” “Κόλιντα μπάμπου, δωσ’ μας μια Κλουρίτσα, ας είνι σταρίσια, ας είνι καλαμποκίσια, Κόλιντα μπάμπου”. Στην Πέλλα, κυρίως, αναβιώνει το έθιμο της «Κόλιντα Μπάμπω» με μια άλλη εκδοχή από τους ντόπιους που το αναβιώνουν. Έχει σχέση με τη σφαγή των νηπίων του Ηρώδη. Οι κάτοικοι της περιοχής ανάβουν φωτιές το βράδυ της προπαραμονής των Χριστουγέννων, της 23ης Δεκέμβρη, φωνάζοντας «κόλιντα μπάμπω», δηλαδή «σφάζουν γιαγιά». Σύμφωνα με το έθιμο οι φωτιές ανάβουν, για να μάθουν οι άνθρωποι για τη σφαγή και να προφυλαχθούν. Σύμφωνα με την παράδοση, το βράδυ εκείνο ο Ηρώδης διέταξε την σφαγή όλων των αρσενικών νηπίων μέχρι 2 ετών.

κόλιντα μπάμπω 

Οι παραδοσιακές φουφούδες

Με παραδοσιακές φουφούδες και την επίσκεψη του Καππαδόκη Άη Βασίλη γιορτάζονται τα Χριστούγεννα στην πόλη της Καβάλας. Το εμπορικό κέντρο της πόλης την παραμονή των Χριστουγέννων θυμίζει μια μεγάλη ψησταριά. Στους περισσότερους πεζόδρομους αλλά και στα πεζοδρόμια οι έμποροι στήνουν υπαίθριες ψησταριές, τις λεγόμενες φουφούδες και προσφέρουν σε όλους τους περαστικούς ψητά κρέατα και ντόπιο κόκκινο κρασί. Οι παραδοσιακές φουφούδες στήνονται ξανά την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, αυτή τη φορά σε μεγαλύτερη έκταση και από νωρίς το μεσημέρι στήνεται μεγάλη γιορτή με άφθονο κρασί, ορχήστρες και υπαίθριες ψησταριές για την υποδοχή του νέου χρόνου πολύ πριν από τα μεσάνυχτα. Από την παραμονή των Χριστουγέννων ένα ακόμη έθιμο αναβιώνει στην πόλη και συγκεκριμένα στην περιοχή της Νέας Καρβάλης. Πρόκειται για την επίσκεψη του Καππαδόκη Άη Βασίλη, που ολοκλήρωσε το μεγάλο του ταξίδι από την Καισάρεια φθάνοντας στο λαογραφικό χωριό «Ακόντισμα», όπου θα παραμείνει μέχρι την τελευταία μέρα του έτους.

Το πάντρεμα της φωτιάς

Την παραμονή των Χριστουγέννων σε πολλά μέρη της Ελλάδας πάντρευαν τη φωτιά. Έπαιρναν, δηλαδή, ένα ξύλο που συμβόλιζε το νοικοκύρη κι έπρεπε να είναι από δέντρο που είχε αρσενικό όνομα, π.χ. δέντρος (είδος βελανιδιάς), σκίνος ή κέδρος, έπαιρναν κι ένα δεύτερο που συμβόλιζε τη νοικοκυρά (έπρεπε να είναι από δέντρο που είχε θηλυκό όνομα, π.χ. αμυγδαλιά, κερασιά, συκιά) και τα “σταύρωναν” στο τζάκι. Η νοικοκυρά είχε φροντίσει το τζάκι να ’ναι καθαρό κι, όταν έρχονταν τ’ απόβραδο ο νοικοκύρης, αυτός ήταν εκείνος που έβαζε τα ξύλα στη φωτιά. Η φωτιά έπρεπε να καίει όλη τη νύχτα, γι’ αυτό τα ξύλα, που έβαζαν, ήταν μεγάλα κούτσουρα, τουμπρούκια. Βεβαίως, από καιρού εις καιρόν, πρόσθεταν κι άλλα διατηρώντας άσβεστη τη φλόγα όλη τη νύχτα. Σε πολλά μέρη έριχναν στη φωτιά φυτά, που, όταν έπαιρναν φωτιά, έκαναν θόρυβο. Επίσης, ενώ “σταύρωναν” τη φωτιά τρεις φορές, έριχναν πάνω της κόκκινο κρασί και λάδι. Σημαντικό ήταν, επίσης, το ποιος θα ερχόταν πρώτος σε επαφή με την ιερή αυτή φωτιά. Πολλοί επέλεγαν ένα παιδί της οικογένειας, που θεωρούσαν τυχερό, και του έδιναν ένα μακρύ ραβδί, μια μασιά να την ανακατεύει. Την ώρα, που την ανακάτευε, έλεγε και μια ευχή που αντιπροσώπευε την ελπίδα των αγροτών για τα κατσίκια, τα αρνιά, το σιτάρι, το λάδι, τη βρώμη, τα… χρήματα κ.α.

το πάντρεμα της φωτιάς

Το στόλισμα του καραβιού

Το στόλισμα του καραβιού είναι ένα χριστουγεννιάτικο έθιμο, που τα τελευταία χρόνια τείνει να εξαφανιστεί, καθώς την θέση του έχει πάρει το ξένο έθιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου. Το καράβι στολιζόταν, επειδή οι Έλληνες είχαν ανέκαθεν δεσμούς με την θάλασσα. Τα παιδιά των ναυτικών, που έμεναν πίσω, κατασκεύαζαν μόνα τους τα παιχνίδια τους, τα οποία συνήθως ήταν καραβάκια. Το καραβάκι συμβόλιζε την προσμονή των παιδιών για αντάμωση με τους συγγενείς τους αλλά και την αγάπη τους για την θάλασσα. Σιγά-σιγά καθιερώθηκε και το έθιμο του στολισμού του καραβιού, όμως, επειδή ήταν συνδεδεμένο με δυσάρεστες αναμνήσεις, δεν μπόρεσε να εδραιωθεί ως γιορτινό σύμβολο. Τα στολισμένα καράβια τα τοποθετούσαν δίπλα στην πόρτα ή στο τζάκι με την πρύμνη να δείχνει προς το εσωτερικό του σπιτιού, συμβολίζοντας την επιστροφή των ξενιτεμένων. Συχνά τα παιδιά, που πήγαιναν να πουν τα κάλαντα, κρατούσαν μια μινιατούρα στολισμένο καράβι και μέσα σ’ αυτό οι νοικοκυρές έβαζαν κουραμπιέδες, χριστόψωμα κι άλλα φιλέματα.

καραβάκι χριστουγέννων

Μωμόγεροι

Έθιμο των Ποντίων της Μακεδονίας είναι οι “Μωμόγεροι”. Ένα είδος δηλαδή παραδοσιακού λαϊκού θεάτρου δρόμου, που αναβιώνει σε όλα τα χωριά, όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Οι πρωταγωνιστές αυτών των θεατρικών παραστάσεων κάνουν μιμητικές κινήσεις, ενώ τα πρόσωπά τους είναι μακιγιαρισμένα όπως το δέρμα των γερόντων. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται καθ΄ όλη την διάρκεια του δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων.

MOMOGEROI-2

Tο έθιμο του Χριστόψωμου

Το Χριστόψωμο αποτελεί ένα από τα παλαιότερα έθιμα των Χριστουγέννων στην Ελλάδα. Η παράδοση, μάλιστα, το θέλει να προέρχεται από την Θράκη. Στην Θράκη, λοιπόν, την παραμονή των Χριστουγέννων η νοικοκυρά ζύμωνε το Χριστόψωμο με πολλή ευλάβεια και χρησιμοποιούσε μαγιά από ξερό βασιλικό. Στο επάνω μέρος του Χριστόψωμου, απαραιτήτως, ήταν χαραγμένος ο σταυρός και γύρω γύρω υπήρχαν διακοσμητικά στολίδια από ζυμάρι. Μεταξύ των διακοσμητικών βρίσκονταν τα καρύδια, τα αμύγδαλα και οι σταφίδες, που συμβόλιζαν την καρποφορία. Μάλιστα, κατά το παρελθόν κυρίως, τα στολίδια που κοσμούσαν το Χριστόψωμο, μπορούσαν να υποδηλώνουν είτε την επαγγελματική ενασχόληση της οικογένειας είτε τις προσωπικές αντιλήψεις των πιστών. Την ημέρα των Χριστουγέννων η παράδοση επιβάλλει συγκεκριμένο τυπικό για την κοπή και το μοίρασμα του Χριστόψωμου. Έτσι, ο νοικοκύρης του σπιτιού, αφού το σταυρώσει, το κόβει με το μαχαίρι και το μοιράζει στους παρευρισκομένους, είτε αυτοί αποτελούν μέλη της οικογένειάς του είτε είναι απλοί προσκεκλημένοι. Μάλιστα, αυτή η κίνηση θα μπορούσαμε να πούμε πως συμβολίζει την Θεία Οικονομία, όπου ο Χριστός έδωσε απλόχερα τον άρτο της ζωής στην ανθρωπότητα. Επίσης, υποδηλώνει την ενότητα των μελών της Εκκλησίας και των λαών μεταξύ τους, όπως οι κόκκοι του σιταριού, που ενώνονται και αποτελούν το ψωμί. Με τον ίδιο τρόπο όλη η ανθρωπότητα ενώνεται υπό τον Χριστό. Η παράδοση για το Χριστόψωμο διαφέρει από περιοχή σε περιοχή. Έτσι, ενώ το σχήμα του είναι στρογγυλό, στην Ιθάκη είναι μακρόστενο σχηματίζοντας τη μορφή του νεογέννητου Χριστού. Στη Σπάρτη, από την άλλη πλευρά, έχει το σχήμα του σταυρού. Στην Πετρούσα της Δράμας πάνω στο μεγαλύτερο Χριστόψωμο τοποθετείται ένα μικρότερο, όπου το μεγάλο συμβολίζει τη σπηλιά της γέννησης και το μικρό τον ίδιο το Χριστό. Στην Κρήτη οι γυναίκες ζυμώνοντας το Χριστόψωμο συνηθίζουν να λένε: «Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει». Στις περιοχές της Κορινθίας τοποθετούν στο Χριστόψωμο φλουρί, που συμβολίζει την καλοτυχία σε όποιον το βρει. Στην Κεφαλονιά όλη η οικογένεια συγκεντρώνεται στο σπίτι του πιο ηλικιωμένου μέλους, το οποίο κόβει και μοιράζει το Χριστόψωμο. Τέλος, στη Στερεά Ελλάδα, μετά τη λειτουργία των Χριστουγέννων, ο ιερέας επισκέπτεται ένα ένα τα σπίτια των πιστών και ευλογεί τα Χριστόψωμά τους. Να σημειώσουμε πως η κοπή του Χριστόψωμου πραγματοποιείται είτε το βράδυ της παραμονής  των Χριστουγέννων είτε το μεσημέρι ανήμερα των Χριστουγέννων.

χριστόψωμο

Τα Ρουγκάτσια

Ένα από τα ωραιότερα και παλιότερα έθιμα των Χριστουγέννων, που τελείται ως και σήμερα στα χωριά του Ρουμλουκιού, είναι τα Ρουγκάτσια. Το έθιμο αυτό συναντιέται και σε άλλες περιοχές του Βορειοελλαδικού χώρου, της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας, δηλώνοντας τις μεταμφιέσεις ανδρών κατά τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου και την περιοδεία τους σε κοντινές πολιτείες και χωριά. Οι μεταμφιέσεις αυτές αλλού παίρνουν την μορφή ζώων (αρκούδα, λύκος, τράγος, καμήλα) και αλλού φορούν ρούχα οπλισμένων αντρών, όπως στο Ρουμλούκι. Τα Ρουγκάτσια αναφέρονται σε άλλες περιοχές ως Αρουγκουτσιάρια, Λουγκατσιάρια, Ρουγκουτσιάρια. Υπάρχουν πολλές ερμηνείες για την προέλευση της λέξης ρουγκάτσια. Η πιο έγκυρη ίσως άποψη μελετητών αναφέρει ότι η λέξη ρουγκάτσια προέρχεται από τη λατινική rogatio, που σημαίνει ζήτηση (erogatio = απονομή, διανομή). Τα ρουγκάτσια στην ουσία είναι αυτοί που ζητάνε. Η απαρχή του εθίμου αυτού ανάγεται στα πρωτοβυζαντινά χρόνια. Στη Βυζαντινή περίοδο ανέθεταν τη φύλαξη ορισμένων περιοχών σε μισθοφόρους, οι οποίοι περιόδευαν μία φορά το χρόνο στην περιοχή που προστάτευαν και συνέλλεγαν τη ρόγα, το συμφωνημένο ετήσιο μισθό τους από τους κατοίκους της. Αυτή η συνήθεια διατηρήθηκε και κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας από τους αρματολούς. Στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας, όταν δεν υπήρχε πια η ανάγκη για διατήρηση μισθοφόρων στρατιωτών, οι κάτοικοι ενός χωριού, με τη σύμφωνη γνώμη της εκκλησίας, αναπαράστησαν το έθιμο με τα ρουγκάτσια, δηλαδή την παλιά συνήθεια των μισθοφόρων να συγκεντρώνουν χρήματα, που αυτή τη φορά συγκεντρώνονταν για τις ανάγκες της εκκλησίας του χωριού, του σχολείου και γενικότερα της κοινότητας. Τα ρουγκάτσια ήταν μία παρέα από δέκα δεκαπέντε παλικάρια, ντυμένα με φουστανέλες και τσαρούχια και οπλισμένα με σιδερένια σπαθιά και αργότερα ξύλινα, που περιόδευαν, χορεύοντας από σπίτι σε σπίτι, σε όλα τα χωριά του κάμπου μέχρι και τη Νάουσα και μάζευαν χρήματα και γεννήματα (δημητριακά), δηλαδή βακούφι, για την εκκλησιαστική επιτροπή του χωριού τους.

Ρουγκάτσια

Γουρουνοχαρά

Χαρά μεγάλη και γιορτή σε κάθε σπίτι την ημέρα της σφαγής. Διαχωριζόταν το λίπος από το ψαχνό, τεμαχιζόταν και τα μικρά παιδιά έπαιρναν τη “φούσκα” του γουρουνιού. Έβαζαν μέσα κόκκους καλαμποκιού, για να είναι θορυβώδης, και την έκαναν παιχνίδι μπαλονιού! Στη συνέχεια βράζανε το λίπος για την εξαγωγή της περίφημης “λίγδας”, την οποία αποθήκευαν σε μεγάλα δοχεία. Πάστωναν το κρέας και το τοποθετούσαν επίσης σε δοχεία με λίπος, τον περίφημο “καβουρμά”. Αυτό όμως που απαιτούσε πραγματικά ιδιαίτερη τεχνική ήταν η αφαίρεση και ο καθαρισμός των πολλών μέτρων εντέρου για τα λουκάνικα. Τα περνούσαν σε “θηλιές”, σε ίσιους και μακρύς “δρογκούς” και τα κρεμούσαν στα ταβάνια, για να μην τα φτάνουν οι γάτες και άλλοι… δίποδοι επιδρομείς, που με τρόπο “παραγγελτικό”, ταυτόχρονα όμως και τόσο μελωδικό, “απαιτούσαν” τραγουδώντας: “Τι καλά λουκάνικα, πότι τα κάνετι και δεν μας φωνάξετι! Ας τα κατεβάσουμε, να τα… δοκιμάσουμε!” Και τότε τα κατέβαζαν και ακολουθούσε πραγματικό γλέντι! Ψησίματα, τηγανίσματα με συκωταριές και τα πνευμόνια, οι τηγανιές και οι τραγανές τσιγαρίδες ευωδίαζαν και κανείς δεν μπορούσε να αντισταθεί στον πειρασμό να δοκιμάσει!

Μπαμπουσιαραίοι

Ένα ακόμα έθιμο της Θράκης είναι και οι “Μπαμπουσιαραίοι”. Την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων δύο άντρες μεταμφιέζονται, ο ένας σε Μπαμπουσιαραίο και ο άλλος στην γυναίκα του. Ο Μπαμπουσιαραίος φορά μία νεροκολοκύθα στο πρόσωπο, που της έχει ανοίξει τρύπες για μάτια και στόμα, προβιές προβάτων και κρεμασμένα κουδούνια στην μέση. Οργανοπαίκτες με νταούλια, ζουρνάδες και γκάιντες τους συνοδεύουν και με την έντονη μουσική τους ξεσηκώνουν το χωριό.

Μπαμπουσιαρος

Η Σπηλιά του Αη Γιάννη Μαραθοκέφαλα

Το σπήλαιο του Αγίου Ιωάννη του Ερημίτη βρίσκεται κοντά στη σημερινή Μαραθοκεφάλα της κοινότητας Σπηλιάς Κολυμβαρίου, μερικές εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα από την αρκουδοσπηλιά και λίγο ψηλότερα από την κοίτη του φαραγγιού. Είναι και αυτό παλαιά κοίτη ποταμού με συνολικό μήκος περίπου 135 μέτρα σε μορφή οριζόντιας γαλαρίας. Έχει πλούσιο διάκοσμο σε πολλά σημεία με μεγάλους σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Ο περιηγητής Φελίξ Βικτόρ Ρολέν (Felix Victor Raulin) αναφέρει ότι το σπήλαιο του Άη Γιάννη έχει χωρητικότητα 4.000 ατόμων. Ίσως αυτή η εικόνα να μάγεψε και τον όσιο, όταν αποχωρίστηκε από τους άλλους 98 Θεοφόρους πατέρες, που έμειναν στον Αζωγυρέ (16ος αιώνας), πέρασε από δω κι έμεινε στο σπήλαιο 3 χρόνια. Το εκκλησάκι του Αγίου είναι χτισμένο στα δεξιά της εισόδου κι εορτάζει στις 7 του Οκτωβρίου. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Άγιος Ιωάννης ο Ερημίτης που είναι μάλλον και ο ιδρυτής της Μονής Καθολικού, της παλιότερης ίσως μονής της Κρήτης (6ος – 7ος αιώνας μ.X.), ασκήτευε στην περιοχή ζώντας γυμνός και περιφερόμενος σαν το αγρίμι μέσα στα βράχια. Προσευχήθηκε, χτύπησε με το ραβδί του τον βράχο κι από τότε αναβλύζει νερό. Ένας κυνηγός τον χτύπησε κατά λάθος, περνώντας τον για κάποιο ζώο, και εκείνος, λίγο πριν πεθάνει, ζήτησε από τον κυνηγό να τον μεταφέρει μέσα στο σπήλαιο. Έτσι λέγεται πως βρέθηκαν τα οστά του σε εκείνο το σημείο στο βάθος της σπηλιάς.

Τα μπαμπαλιούρια στο Λιβάδι Ελασσόνας (Πρωτοχρονιά)

Στο Λιβάδι Ελασσόνας την παραμονή της Πρωτοχρονιάς τα παιδιά βγαίνουν στους δρόμους τραγουδώντας τα κάλαντα. Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς ο επισκέπτης μπορεί να δει στο δρόμο τα «Μπαμπαλιούρια». Είναι ένα έθιμο που σχετίζεται με τον «εξορκισμό» των κακών πνευμάτων, ο οποίος γίνεται με τον δυνατό θόρυβο των κουδουνιών από νέους, που φοράνε μάσκες ζώων. Η στολή τους αποτελείται από το σαλβάρι, ένα μάλλινο άσπρο παντελόνι, το οποίο στερεώνουν στη μέση με μια μάλλινη άσπρη ζώνη. Στη μέση φορούν ένα χοντρό μάλλινο ύφασμα, διπλωμένο πολλές φορές, όπου επάνω δένουν τα μεγάλα και βαριά κουδούνια. Στο κεφάλι φορούν ειδική μάσκα από προβιά ζώου, τη λεγόμενη φουλίνα. Στα χέρια κρατούν ένα ξύλινο κυρτό σπαθί, που συμπληρώνει τη φορεσιά του κάθε Μπαμπαλιούρη.

μπαμπαλιούρια

Φυσικά υπάρχουν και άλλα έθιμα που δεν αναφέρθηκαν παραπάνω. Σε κάθε γωνιά της χώρας μας αυτές τις άγιες μέρες οι μνήμες του παρελθόντος ζωντανεύουν και τα ήθη και έθιμα έρχονται με τη σειρά τους να συνδέσουν με ένα μαγικό τρόπο την παράδοση του χτες με τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Τα Χριστούγεννα είναι η εποχή εκείνη του χρόνου, που τα έθιμα, έχοντας βαθιά τις ρίζες τους πίσω στον χρόνο, αναβιώνουν, για να μας θυμίσουν πως, μαζί με τη γέννηση του Θεανθρώπου, ξαναγεννιέται ολόκληρη η πλάση.

Ας γεμίσει λοιπόν ο καθένας μας με αγάπη και ας γίνει αυτό το κοινό έθιμο όλων των τόπων μας!

Καλές γιορτές σε όλους με υγεία και χαρά!

Αετοπούλου Ευαγγελία / Αναστασίου Στυλιανή – Ελένη / Ανδριτσούδη Αναστασία – Σταυρούλα / Βασιλείου Μαρία – Γεωργία    Γ΄3