Ήταν καλοκαίρι του 2001, οι γονείς μου και οι κουμπάροι μας, αποφάσισαν να πάμε μαζί διακοπές στην Κέρκυρα. Ξεκινήσαμε με το αυτοκίνητο από το σπίτι, προχωρώντας προς τα Τρίκαλα. Έπειτα φτάσαμε στην Καλαμπάκα, όπου θαυμάσαμε τα επιβλητικά Μετέωρα. Μπαίνοντας στην Εγνατία Οδό μαγευτήκαμε από τα διπλανά χωριουδάκια, τα βυθισμένα στο πράσινο. Περάσαμε έξω από την Δωδώνη. Ταξιδεύοντας προς την Ηγουμενίτσα παρατηρήσαμε με θαυμασμό το περίφημο μνημείο των Σουλιωτισσών, ψηλά στο βουνό. Τέλος, φτάνοντας στην Ηγουμενίτσα, πήραμε το καράβι »Αγία Θεοδώρα» με προορισμό το λιμάνι της Κέρκυρας.
Για να φτάσουμε στο ξενοδοχείο περάσαμε τα παράλια της Κασιώπης, μέχρι τη Ρόδα. Το ξενοδοχείο μας αχνοφαίνονταν απέναντι από μια παραλία. Ήταν υπέροχο, με τα τραπεζάκια του, τις ψάθινες καρέκλες του, τις 2 πισίνες του, τα μεγάλα κια άνετα δωμάτια του!
Ξημέρωσε και η αυγή φώτησε τον τόπο. Από βραδύς είχαμε σχεδιάσει την εκδρομή μας σε ένα από τα Διαπόντια νησιά της Ελλάδας, την Ερείκουσα. Πήγαμε στο λιμανάκι του Αγίου Στεφάνου, στο Σιδάρι, ωστε να πάρουμε το καράβι που θα μας πήγαινε ως εκει! Το καράβι ήταν μικρό κια δεν χωρούσε πολλά άτομα, ήταν όμως όμορφο με το όνομα του καθαρά γραμμένο στην αριστερή του πλευρά, »Πήγασος».
Η Ερείκουσα με τις πανέμορφες παραλίες της, τα μικρά ξενοδοχεία της και τα τοπία της που κόβουν την ανάσα, μας περίμενε. Τα νερά της θάλασσας έγιναν πράσινα σαν φτάσαμε στην ακτή. Το καραβάκι έριξε την άγκυρά του στη θάλασσα, ταράζοντας για λίγο τα ήρεμα νερά της.
Η δικιά μου καλύτερη φίλη είναι η Αλίκη. Πάμε μαζί στη δευτέρα Γυμνασίου και είναι κι αυτή δεκατεσσάρων χρονών όπως κι εγώ. Η φιλία μας ξεκίνησε σε ένα μικρό νησί του Αιγαίου. Ο πατέρας μου είχε πάρει μετάθεση στη Σαμοθράκη και κάποια ημέρα τον επισκεφθήκαμε μαζί με τη μαμά. Η Αλίκη έμενε με την οικογένειά της στην διπλανή πόρτα και οι γονείς της είχαν γίνει φίλοι με τους δικούς μου. Απο τότε που την είδα και τη γνώρισα γίναμε αχώριστες. Όταν έμαθα πως η οικογένειά της θα επέστρεφε στη Λάρισα, χάρηκα πάρα πολύ, γιατί επιτέλους θα ήμασταν μαζί.

Ο άνθρωπος για να επιβιώσει στις μέρες μας και να μπορέσει να εξελιχθεί και να χτίσει μια οικογένεια, χρειάζεται χρήματα. Επομένως, για κάθε άνθρωπο είναι απαραίτητο να ασκεί ένα επάγγελμα, για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στην κοινωνία. Εγώ, όταν θα μεγαλώσω θα ήθελα να γίνω γιατρός και συγκεκριμένα παιδίατρος. Δεν είναι πραγματικά ένα ασυνήθιστο και ιδιαίτερο επάγγελμα, καθώς στις μέρες μας πολλά άτομα το επιλέγουν, αλλά θεωρώ πως μου ταιριάζει απόλυτα.
Στη σημερινή εποχή όπου επικρατεί η μοναξιά και η απομόνωση και ο ελεύθερος χρόνος είναι περιορισμένος, είναι σημαντικό να αναπτύσσουμε ειλικρινείς φιλικές σχέσεις που να συμβάλλουν στη συναισθηματική μας ικανοποίηση και κοινωνικοποίηση. Είναι σχεδόν αναγκαίο να έχουμε δίπλα μας καλούς φίλους που να μπορούμε να μοιραζόμαστε λύπες μα κυρίως χαρές. Η δική μου καλύτερη φίλη είναι η Μαρία. Γνωριστήκαμε στην πρώτη τάξη του δημοτικού όταν ο δάσκαλος μας έβαλε να καθίσουμε στο ίδιο θρανίο. Είμαστε συνομίληκες και μένουμε στην ίδια γειτονιά. Αυτό που κυρίως μας ενώνει όμως, είναι η αγάπη μας για τη μουσική που έγινε η αιτία να δημιουργηθεί μια υπέροχη φιλία.
Είναι ένας δύσκολος στόχος που χρειάζεται επιμονή, προσπάθεια, επιδεξιότητα, συνεχή κατάρτιση και αφοσίωση στις σπουδές. Ιδιαίτερα σε αυτές τις δύσκολες οικονομικές συγκυρίες είναι δύσκολη η εξάσκηση αυτού του επαγγέλματος. Παρόλα αυτά δεν πρέπει να χάνω τις ελπίδες μου και πρέπει να σκέφτομαι ότι όταν αγαπάς κάτι, αγωνίζεσαι γι αυτό, και το εξασκείς με μεράκι, μπορεί να πετύχεις.


