Αναπολώντας το παρελθόν

20170413_203438

Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου οι μέρες που προηγούνται και προμηνύουν το Πάσχα πάντα με συγκινούσαν. Ζώντας στο χωριό έπαιρνα μέρος σε όλη αυτή την τελετουργία. Ξεκινώντας από το Σάββατο του Λαζάρου, όπου χαριτωμένο κοριτσάκι εγώ πήγαινα στη γιαγιά μου σε άλλη συνοικία να μου στολίσει το καλαθάκι με λουλούδια από τον κήπο της και να βγω με τη φίλη μου να τραγουδήσουμε το Λάζαρο. Και μπαίνοντας μετά σιγά σιγά στη θλίψη της Μεγάλης εβδομάδας. Για μας, παιδιά τότε, όλα ήταν παιχνίδι. Καθώς μέναμε στο κέντρο του χωριού το έπαιζα δίπορτο με τις δύο εκκλησίες, της Παναγίας όπου πηγαίναμε οικογενειακώς και του Αγίου Ανδρέα λόγω σχολείου και παρέας.

Πάντως η Μεγάλη Δευτέρα, Μεγάλη Τρίτη και Μεγάλη Τετάρτη μάλλον άχρωμα περνούσαν. Εκείνο όμως που περιμέναμε ήταν η μεγάλη Πέμπτη με τα 12 Ευαγγέλια και όλη την τελετουργία. Μπορεί να κουραζόμασταν μέχρι να τελειώσουν και τα 12(εννοείται πως πηγαίναμε μετά το 6ο τουλάχιστον και πάλι μπαινοβγαίναμε στην εκκλησία) αλλά μετά πως περιμέναμε με λαχτάρα το κομμάτι το ψωμί πασπαλισμένο με αλάτι, ρίγανη και κόκκινο πιπέρι και ραντισμένο με λίγες σταγόνες λάδι που μοίραζαν οι γυναίκες σ” αυτούς που θα ξενυχτούσαν το σταυρωμένο Χριστό! Αυτό το τόσο ταπεινό έδεσμα το τρώγαμε με τόση όρεξη και μας φαινόταν γευστικότατο. Έξω από την εκκλησία η παιδική χαρά και μέσα οι γυναίκες που στόλιζαν τον επιτάφιο με τα λουλούδια που έφερναν από τις αυλές των σπιτιών τους. Έξω αλλά και μέσα στην εκκλησία ανοιξιάτικες ευωδιές. Μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες που μας επέτρεπαν οι γονείς μας ξενυχτούσαμε το Χριστό.

Αλλά και τη Μεγάλη Παρασκευή τη ζούσαμε έντονα. Από νωρίς στην εκκλησία για να ακούσουμε το «Αι γενεαί πάσαι» και στη συνέχεια η περιφορά του επιταφίου. Δύο οι εκκλησίες στο χωριό και δύο οι επιτάφιοι. Διαγωνισμός για το ποιος θα έχει τον καλύτερο στολισμό και γω στη μέση να καμαρώνω όποιος κι αν ήταν ο καλύτερος. Και η συγκλονιστική στιγμή , η συνάντηση των επιταφίων μπροστά από το σπίτι μας όπου οι ιερείς δίνουν το φιλί της συγχώρεσης και παίρνουν το δρόμο της επιστροφής. Ώσπου έφτανε το Μεγάλο Σάββατο και ως δια μαγείας εξαφανίζονταν η θλίψη από τις καρδιές και από τα πρόσωπα και δε βλέπαμε την ώρα να φτάσουν τα μεσάνυχτα να πούμε το Χριστός Ανέστη, να τσουγκρίσουμε τα αβγά, να επιστρέψουμε σπίτι με το Άγιο φως και να γευτούμε την πεντανόστιμη μαγειρίτσα αλλά και τα κουλούρια και τα τσουρέκια που μέρες πριν μας είχαν σπάσει τα ρουθούνια με τις ευωδιές αλλά δεν επιτρεπόταν να τα αγγίξουμε.

Ανεξάρτητα από το βαθμό πίστης του καθενός όλη αυτή η τελετουργία έχει τη μαγεία της και το συμβολισμό της. Παρά την απόλυτη επικράτηση της λογικής συνεχίζει να με γοητεύει και να με συγκινεί και σήμερα.

Τριάδα Εμμανουηλίδου

Top