Διαβάζοντας το βιβλίο της Μαρίας Ιορδανίδου «Λωξάντρα»,(1963)

ΑΠΟ: ΘΩΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ - Ιαν• 20•14

  του Γιώργου Κατραούρα (Γ2, Γυμνάσιο)

λοξ

      Ο τόπος όπου διαδραματίζεται η υπόθεση και εκτυλίσσεται η πλοκή του μυθιστορήματος είναι κυρίως η Κωνσταντινούπολη και οι συνοικίες της (Θεραπειά, Ταταύλα, Μπαλουκλί κ.α.). Όλα όσα συμβαίνουν τοποθετούνται χρονικά από τα μέσα του 19ου αιώνα ως τις αρχές του 20ού, χρονολόγηση που προκύπτει από διάφορες αναφορές, όπως ότι γιόρτασαν τις Πρωτοχρονιές του 1874 και του 1901 . Η χρονιά που κλείνει η αφήγηση είναι το 1914, η αρχή του   Α’ παγκόσμιου πόλεμου. Το πλαίσιο μέσα στο οποίο εκτυλίσσονται τα γεγονότα διακρίνεται από ρευστότητα και αβεβαιότητα. Ειδική αναφορά γίνεται  στη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, στη σφαγή των Αρμενίων, στον πόλεμο του 1897, την εκλογική νίκη του Δηλιγιάννη, την επανάσταση στο Γουδί κτλ.

Το κεντρικό θέμα του βιβλίου είναι η ιστορία της Λωξάντρας και όλων μαζί των προσώπων που απαρτίζουν την πολυμελή της οικογένεια. Αστεία, ξεκαρδιστικά συμβάντα ανατροπές, λύπες, ατυχίες και πολλά άλλα συμβαίνουν σ’ αυτό το σπίτι που είναι πάντα ανοιχτό και φιλόξενο…. Το μυθιστόρημα είναι γεμάτο με λαογραφικά στοιχεία για τη διαμόρφωση των σπιτιών,  τα φαγητά, τους γυρολόγους, τις σχέσεις Ρωμιών – Οθωμανών, το θεσμό της οικογένειας, τη θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα της εποχής και πολλά άλλα που αποδίδουν το μεσοαστικό περιβάλλον της Πόλης. Έμφαση δίνεται εξαρχής στο φαγητό, με αναφορά στον Κομφούκιο που υποστήριζε ότι η τύχη μας δεν βρίσκεται στα χέρια των θεών αλλά σε αυτών που μαγειρεύουν την τροφή μας. Είναι ενδιαφέρον το τετράστιχο: «Μουχαλεμπί και γκιούλ σερμπέτ ο αναστεναγμός σου και του Χατζή μπεκίρ ο τρυφερός λαιμός σου». / «Ο κάθε λόγος σου σαν ραβανί αφράτος και σαν Αιβάν- Σεράι λοκμάς με μέλι μυρωδάτος».

 298070-LOXANTRA NEO EPETEIAKO

Ας γνωρίσουμε τα κύρια πρόσωπα της ιστορίας:

 Ο Δημητρός είναι ο σύζυγος της Λωξάντρας, χήρος με τέσσερα παιδιά τα οποία βρήκαν στη γυναίκα αυτή μια μάνα που τα αγάπησε πραγματικά. Είναι ένας υπομονετικός και καλοκάγαθος άνθρωπος που βρίσκει στη Λωξάντρα την ιδανική σύντροφο και μητέρα.

Ο Θόδωρος  αρχικά παρουσιάζεται τυπικός έως και αντικοινωνικός προς όλους, και ειδικά με τη Λωξάντρα, αφού είχε δεθεί με τη θανούσα μητέρα του. Είναι έξυπνος και φιλομαθής. Παρ΄ όλο που φέρεται με επιθετικότητα στη μητριά του, εκείνη πουλάει το μοναδικό της περιουσιακό στοιχείο, για να πραγματοποιήσει τη μεγάλη του επιθυμία, να σπουδάσει. Σταδιακά αλλάζει ο χαρακτήρας του και με τον καιρό μαλακώνει. Χάρη στην ευστροφία και την καπατσοσύνη του καταφέρνει vα πλουτίσει.

 Ο Επαμεινώνδας έχει τον ακριβώς αντίθετο χαρακτήρα. Απεχθάνεται το σχολείο και τα γράμματα, με αποτέλεσμα να δημιουργεί συχνά επεισόδια με τους δασκάλους του. Το αποκορύφωμα ήταν όταν στα δεκαπέντε του έδειρε τον δάσκαλο και έσπασε το τζάμι της τάξης. Έφυγε από το παράθυρο και δεν γύρισε ποτέ στο σπίτι. Εξαφανίστηκε για πολλά χρόνια από την Πόλη,  μετά από  καιρό έμαθαν ότι δουλεύει στα καράβια μούτσος. Αργότερα εμφανίστηκε και από τότε κρατάει επαφές με την οικογένειά του, περισσότερο από όλους αγαπάει τη Λωξάντρα, κι ας μην είναι η βιολογική του μάνα. Ο Επαμεινώνδας είναι γυναικάς,  ξαφνιάζει τους πάντες ευχάριστα ή δυσάρεστα, δεν μπορεί να ζήσει μακριά από τη θάλασσα που υπεραγαπάει σαν μια ξελογιάστρα ερωμένη του. Η πολύχρονη απουσία του με ωθεί να τον παραλληλίσω  με έναν Οδυσσέα, ανήμπορο εξαιτίας του ανήσυχου πνεύματός του να βρει την Ιθάκη.

Η Αγαθώ  δεν γνώρισε ποτέ τη μητέρα της, έτσι οι σχέσεις Λωξάντρας -Αγαθώς είναι πολύ στενές, χαρακτηρίζονται από συμπάθεια και σεβασμό που σήμερα είναι άγνωστα στη σχέση μάνας – παιδιού και ειδικά μητριάς – παιδιού (ας μου επιτραπεί ένα προσωπικό σχόλιο). Η Λωξάντρα εμπιστεύεται και συμβουλεύεται σε κάθε δύσκολη στιγμή την Αγαθώ, ιδιαίτερα μετά την απώλεια  του άντρα της, λέγοντας πως έχασε το στήριγμά της και τα παιδιά την κάνουν ό,τι θέλουν. Όπως και ο Γιώργος έτσι και η Αγαθώ έχουν δευτερεύοντα ρόλο στην ιστορία.

Όταν τα παιδιά του Δημητρού μεγάλωσαν και πήραν κάπως το δρόμο τους η Λωξάντρα είχε μείνει με τον καημό και το παράπονο ότι θα ζήσει το υπόλοιπο της ζωής της άτεκνη αφού ποτέ δεν προσπάθησε να κάνει δικά της. Μετά από μάταιες επαναλαμβανόμενες προσπάθειες και με πολλά τάματα στην εικόνα της Μπαλουκλίωτισσας Παναγίας, συνέλαβε και έτσι γεννήθηκε η Κλειώ η οποία   θα μείνει μέχρι το τέλος με τη μητέρα της. Ο χαρακτήρας και ο ψυχισμός της Κλειώς είναι περίεργος, μυστηριακός και συνάμα γοητευτικός. Είναι απόμακρη, βυθισμένη στο δικό της κόσμο όπου υπάρχουν και κυριαρχούν μόνο βιβλία, ατέλειωτα βιβλία και σελίδες που διαβάζει και ξαναδιαβάζει.

    Η Άννα είναι κόρη της Κλειώς. Θα μπορούσε να θεωρηθεί κακομαθημένη μιας και η Λωξάντρα της κάνει όλα τα χατήρια. Εκτός αυτού είναι ανοιχτόμυαλη, χαρισματική αλλά μερικές φορές εγωπαθής. Έχει αρκετά ενδιαφέροντα, όπως το μπάσκετ, δεν ενδιαφέρεται όμως για το σχολείο.

  Επιγραμματικά αναφέρω ακόμη την Ελένη, τις δύο κόρες της Ευφημία και Ευτέρπη, τη Σουλτάνα και τον Ταρνανά, μερικά πρόσωπα της καθημερινής συναναστροφής που πολλές φορές παίζουν καταλυτικό ρόλο. Όλοι για τη Λωξάντρα είναι αναπόσπαστο μέρος της ζωής της, μέχρι και ο μπεχτσής (ο νυχτοφύλακας) ο αυγουλάς, ο νερουλάς, ο γαλατάς,   συνθέτουν το οικογενειακό και το κοινωνικό περιβάλλον της.

 Η Λωξάντρα  περιγράφεται ως μια βαθιά θρησκευόμενη και συνεσταλμένη γυναίκα, πολύ καλή σύζυγος και μητέρα, νοικοκυρά και εξαιρετική μαγείρισσα. Ανοιχτόκαρδη, υπερβολικά εκδηλωτική στα συναισθήματά της, πονόψυχη και συμπονετική, είναι μια απλή γυναίκα της εποχής χωρίς αξιοζήλευτη εμφάνιση που να προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον.  Είναι μεγαλόσωμη, πληθωρική, με μεγάλα άκρα πρόσωπο και χέρια φτιαγμένα  «για να ευλογούνε, για χειροφίλημα ,για να δίνουνε», μια «μητριαρχική Μπουμπουλίνα», όπως τη χαρακτηρίζει ο Στρατής Τσίρκας. Είναι άδολη, θέλει να βλέπει τους ανθρώπους αγαπημένους, πέρα από τη γλώσσα, το φύλο, τη φυλή και το χρώμα. Όλοι είναι άνθρωποι, τι σημασία έχει αν είναι Τούρκοι, Έλληνες, Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι όπως συχνά αναλογίζεται με το ιδιότυπο σκεπτικό και τη γλώσσα της που είναι γεμάτη με λέξεις τουρκικής προέλευσης, συνδυάζοντας το χιουμοριστικό ύφος με τη στοχαστική και νοσταλγική διάθεση.Για τη Λωξάντρα οι Τούρκοι ήταν τα αγαρηνά σκυλιά, αλλά δεν έχει να μοιράσει τίποτα με τον φουκαρά τον αυγουλά και τον έρμο τον μπεχτσή. Η ματιά της Ιορδανίδου είναι ψύχραιμη και σκωπτική δεν παραποιεί ούτε κρύβει κάτι, δείχνει υπομονή και επιμονή.

 Επέλεξα αυτό το βιβλίο γιατί είναι πολυσυζητημένο και πολυδιαβασμένο, άρα ήταν αδύνατον να μου ξεφύγει, καθώς ψάχνομαι πολύ με τη λογοτεχνία. Το γεγονός ότι σήμερα δείχνει λησμονημένο με παρακίνησε ακόμα περισσότερο. Ενημερώθηκα επίσης για την τηλεοπτική και θεατρική μεταφορά του στη μικρή οθόνη. Το διάβασα με πάθος, και θεωρώ ότι είναι αριστουργηματικά γραμμένο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σχολιάστε

Top